Τον μεγάλο Έλληνα σκηνοθέτη, Νίκο Παναγιωτόπουλο, τιμά φέτος το 44ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, παρουσιάζοντας μια ρετροσπεκτίβα των ταινιών του. «Είναι μια σπάνια ευκαιρία στην Ελλάδα – στο εξωτερικό έχει γίνει επανειλλημένως – να παιχτούν όλες οι ταινίες του Νίκου Παναγιωτόπουλου. Αυτή η ευκαιρία ήταν η κατάλληλη, διότι εντάσσεται στο γενικότερο κλίμα αυτού του Φεστιβάλ η προσωπικότητά του και η δημιουργική του καριέρα», είπε, ο διευθυντής του Φεστιβάλ, Μιχάλης Δημόπουλος, παρουσιάζοντας τον Έλληνα δημιουργό στο κοινό, στο πλαίσιο της συνέντευξης τύπου που δόθηκε σήμερα στην Αποθήκη Γ’ στο Λιμάνι.
Αναφερόμενος στην ταινία που συνοψίζει καλύτερα το έργο του, ο Νίκος Παναγιωτόπουλος είπε: «Νομίζω ότι η πιο παναγιωτοπουλική ταινία είναι το ‘’Βαριετέ’’. Χειρότερα δεν γίνεται. Εκεί ήθελα να ανακατέψω τα πάντα και να ανατρέψω τα πάντα. Παρ’ όλα αυτά έγινε μια ταινία. Είναι περίεργο το πώς μια ταινία γίνεται ταινία. Κανείς δεν ξέρει».
Για τα Φεστιβάλ και την κριτική
Ερωτώμενος για τη γνώμη του για το Φεστιβάλ και για το γεγονός ότι, στο πλαίσιό του, παρουσιάζεται μια ρετροσπεκτίβα των έργων του (κάτι που συνήθως γίνεται για σκηνοθέτες που λίγο – πολύ έχουν αφήσει τον κινηματογράφο και δεν είναι τόσο δημιουργικοί όσο αυτός), ο Έλληνας σκηνοθέτης είπε: «Είναι γνωστό ότι δεν είμαι κάποιος που τρελαίνεται για τα φεστιβάλ, ούτε αυτού του είδους τα μνημόσυνα με ενδιαφέρουν πάρα πολύ. Ήρθα, γιατί οι άνθρωποι του Φεστιβάλ που είναι φίλοι μου εδώ και πάρα πολλά χρόνια, μου το ζήτησαν ευγενικά και θεώρησα ότι θα δημιουργήσω περισσότερα προβλήματα αν δεν ερχόμουν. Νομίζω ότι αυτό που δεν μου αρέσει στα φεστιβάλ είναι ο διαγωνιστικός τους χαρακτήρας. Δεν θέλω να είμαι καλύτερος από κάποιον άλλο. Θέλω να είμαι ο εαυτός μου. Κάθε εβδομάδα, οι κριτικοί του κινηματογράφου που έχουν εξελιχθεί σε γυμνασιάρχες μας βαθμολογούν. Το να με βάζουν να δίνω πανελλαδικές της Τρίτη Λυκείου σε αυτή την ηλικία, το βρίσκω εξωφρενικό»!
«Δεν μπορώ να είμαι εναντίον της κριτικής, γιατί σαν άνθρωπος κριτικάρω τους πάντες και τα πάντα. Ωστόσο και οι κριτικοί πρέπει να δέχονται τη δική μου κριτική, όπως εγώ δέχομαι τη δική τους. Αλλά, δεν φαντάζομαι ένα σινεμά χωρίς κριτικούς. Όταν κάνω μια ταινία, μαζεύω όλα τα έντυπα, όλες τις κριτικές γιατί με ενδιαφέρει αυτός ο διάλογος που αναπτύσσεται. Είναι καλύτερος από τη σιωπή. Έτσι δεν είναι;»
Δεν αγαπώ τις ταινίες που κάνω
«Το να είναι η δουλειά μου, μέρος της ζωής μου το βρίσκω πολύ φυσικό. Βρίσκω αφύσικο το να κάθομαι και να λέω :τώρα θα ζω, τώρα θα κάνω ταινία. Δύσκολο δεν είναι να τα συνδυάζεις. Δύσκολο είναι το γύρω – γύρω, η χρηματοδότηση κ.λ.π. Δημιουργικά, όμως, δεν είναι δύσκολο», είπε ο κ. Παναγιωτόπουλος και πρόσθεσε: «κάθε φορά που μιλούν για τις ταινίες μου αισθάνομαι πολύ άσχημα». »Ο κινηματογράφος για μένα είναι άλλοι σκηνοθέτες, δεν είμαι εγώ. Σ’αυτόν τον υπέροχο κόσμο του κινηματογράφου, στον οποίο ήθελα να μπω από μικρός, νομίζω ότι δεν θα τα καταφέρω ποτέ. Εξάλλου, δεν είμαι κάποιος που αγαπά τις ταινίες που κάνει. Τις αγαπώ, όταν τις κάνω. Δεν τις βλέπω ποτέ πια». ¶λλωστε, όπως είπε ο ίδιος, «κάθε ταινία, εκτός από το θέμα που διαπραγματεύεται, ρωτά ‘’τι είναι ο κινηματογράφος’’. Εγώ δεν έχω βρει ακόμη την απάντηση και γι’ αυτό θα συνεχίσω να κάνω και άλλες ταινίες».
Το μέλλον του κινηματογράφου
Αναφερόμενος στο μέλλον του κινηματογράφου, ο κ. Παναγιωτόπουλος είπε: «Πιστεύω ότι ένας ρεαλισμός επικρατεί σήμερα στον κινηματογράφο. Ο ρεαλισμός αυτός επιτρέπει στα ρηχά μυαλά να αντιλαμβάνονται καλύτερα την πραγματικότητα. Αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ πιο σύνθετο πράγμα από αυτό που νομίζουν ότι είναι αυτοί που κάνουν αυτόν τον ρεαλισμό. Ο μεγάλος ρεαλιστής σκηνοθέτης είναι ο Γκοντάρ στον κινηματογράφο». «Έχω πει και άλλη φορά ότι όταν βλέπει κανείς κινηματογράφο, πρέπει να το κάνει με γενναιοδωρία. Σε μια ταινία δεν είναι ανάγκη να βρεις τον εαυτό σου. Θα εξερευνήσεις όμως τον κόσμο ενός άλλου, που μπορεί να είναι σημαντικός. Δεν είναι ανάγκη να σου αρέσει».
"Είμαι ευτυχής που μπορώ και κάνω ταινίες, κάνοντας ακριβώς αυτό που θέλω. Βλέπω μια τάση που υπάρχει, από διάφορους παράγοντες στον κινηματογράφο, να μπουν διάφορες μεγάλες παραγωγές, οι οποίες ας πούμε θα μας βάλουν σε μια τάξη. Εγώ νομίζω ότι είναι ένας παράδεισος να μπορεί κανείς να κάνει αυτό που θέλει, παρά να κάνει ένα προϊόν το οποίο θα έχει τιμή, αλλά δεν θα έχει καμία αξία». Σε ό,τι αφορά τους νέους σκηνοθέτες, ο κ. Παναγιωτόπουλος σημείωσε: «Δεν έχω να μάθω τίποτα σε κανέναν. Προσπαθώ να μάθω ο ίδιος. Κακώς οι νέοι σκηνοθέτες με θεωρούν μεγάλο δάσκαλο». Η νέα του ταινία Όπως είπε ο κ. Παναγιωτόπουλος, η τελευταία του ταινία, το «Delivery» βρίσκεται στο στάδιο του μιξάζ. Η μεθεπόμενη ταινία του θα είναι μια μουσικοχορευτική ταινία αυτή τη φορά και θα έχει τίτλο «Πεθαίνοντας στην Αθήνα. Είναι ένα σοβαρό θέμα μέσα σε μια επιπόλαιη φόρμα. Πιο συγκεκριμένα... είναι κάποιος που πεθαίνει», είπε ο Έλληνας σκηνοθέτης και τόνισε ότι η μουσική της ταινίας αυτής είναι κάτι που πρέπει να παραμείνει μυστικό.