ΕΛΛΗΝΕΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΙ – 9 Απριλίου
Συνέντευξη Τύπου παρέθεσαν, το Σάββατο 9 Απριλίου 2005, οι σκηνοθέτες Στέλλα Θεοδωράκη («Σαν όνειρο πρωινό (Εμμανουήλ Κριαράς – Μνήμες ενός αιώνα)»), Σπύρος Ταραβήρας («Μπαζ»), Νίκος Θεοδοσίου («Villy») και Λουκάς Κούχτιν («Το Μπλέξιμο που Λύνεται»), αναφορικά με τις ταινίες τους, οι οποίες προβάλλονται στο πλαίσιο του 7ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα.
Στέλλα Θεοδωράκη: Σαν όνειρο πρωινό (Εμμανουήλ Κριαράς – Μνήμες ενός αιώνα)
Τον λόγο πήρε πρώτη η Στέλλα Θεοδωράκη, που παρουσίασε το ντοκιμαντέρ – πορτρέτο του Εμμανουήλ Κριαρά, με τίτλο «Σαν όνειρο πρωινό». «Το Σαν όνειρο πρωινό ξεκινά από το ποίημα του Ζαχαρία Παπαντωνίου ο οποίος λέει ότι η ζωή μας περνάει σαν όνειρο πρωινό και ασχολείται με την βιογραφία του Εμμανουήλ Κριαρά, που είναι ένας από τους γνωστότερους λόγιους του 20ου αιώνα που ασχολήθηκε με το θέμα της ελληνικής γλώσσας –δημοτικής και καθαρεύουσας – αλλά περισσότερο από την ενασχόληση με θέμα της δημοτικής και της καθαρεύουσας, ασχολείται με τη ζωή του, θέλοντας να καταδείξει μια πιο ανθρώπινη πλευρά του χαρακτήρα του αλλά και στην απλότητα της ζωής του» ανέφερε χαρακτηριστικά η ίδια η σκηνοθέτις και συνέχισε:
«Προσπάθησα να κάνω ένα ντοκιμαντέρ που θα μιλήσει για την απλότητα του βίου του και χρησιμοποίησα για τον σκοπό αυτό ένα αρχείο κινούμενων και σταθερών εικόνων, οι οποίες πάλι όμως έχουν μια κίνηση. Το ζητούμενο για μένα ήταν να μην υπάρχει τίποτα ακίνητο, εκτός από τον ίδιο τον Εμμανουήλ Κριαρά όταν μιλούσε».
Σπύρος Ταραβήρας – Μπαζ
Στη συνέχεια πήρε τον λόγο ο Σπύρος Ταραβήρας και μίλησε για την ταινία του, που είναι αφιερωμένη στη ζωή και το έργο του Α. Ι. Μπεζερίδη ή Μπαζ, ενός ελάχιστα γνωστού -ελληνικής καταγωγής- σεναριογράφου σπουδαίων χολιγουντιανών ταινιών. Ο σκηνοθέτης Φρανσουά Τρυφό τον χαρακτήρισε ως τον πρώτο σεναριογράφο ταινιών νουάρ. Η ταινία του Σπύρου Ταραβήρα μας ταξιδεύει σε μέρη όπου έζησε και έδρασε ο 96χρονος πλέον Μπαζ. Ο σκηνοθέτης ξεκίνησε την ομιλία του λέγοντας ότι το πιο σημαντικό γι’αυτόν είναι ότι ανοίγεται ένας νέος κύκλος για την ταινία με την ολοκλήρωση της παραγωγής της. «Ξεκίνησε στην ουσία πριν από πέντε χρόνια εδώ στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, στο Pitching Forum, όπου βρέθηκα με μια ταινία η οποία ήταν γραμμένη μόνο στο χαρτί. Και έτσι βρήκα τα μέσα για να ολοκληρωθεί η ταινία. που είναι μια συμπαραγωγή Ελλάδας – Γερμανίας με γυρίσματα σε μια υπερπόντια χώρα, την Αμερική» τόνισε ο ίδιος χαρακτηριστικά.
Σε ερώτηση σχετική με τα πολύτιμα τρέιλερ ασπρόμαυρων ταινιών που υπάρχουν στο φιλμ, ο δημιουργός αναφέρθηκε στην περιπέτειά του να τα αποκτήσει, αφού ενεπλάκη στα γρανάζια της δικονομίας που αναφέρονται στα πνευματικά δικαιώματα των κλασικών αυτών ταινιών. Τελικά, τα απέκτησε από ιδιωτικές συλλογές, τονίζοντας το υψηλό κόστος τους. Ερωτώμενος για την επαφή του με τον Α. Ι. Μπεζερίδη κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της ταινίας και των γυρισμάτων ανέφερε ότι δεν ήταν ιδιαίτερα εύκολη. «Ο Μπαζ είναι ένας πολύ δύστροπος άνθρωπος. Είναι ένας άνθρωπος που ‘έκαψε τη γούνα του’ στο Χόλιγουντ, τον εκμεταλλεύθηκαν πολύ και ήταν λογικό όποιος τον πλησίαζε να τον αντιμετώπιζε με καχυποψία».
Νίκος Θεοδοσίου – Villy
Στη συνέχεια της συνέντευξης τύπου τον λόγο πήρε ο Νίκος Θεοδοσίου που μίλησε για την ταινία του, Villy, που είναι βασισμένη στο πορτρέτο του μηχανικού προβολής Γουλιέλμου (Βίλλυ) Σουβενέλ. «Δεν είναι όμως μόνο ένα πορτρέτο του Βίλλυ» τόνισε ο κ. Θεοδοσίου «Είναι ένα αφαιρετικό σκίτσο της πορείας ενός ανθρώπου που αφιέρωσε τη ζωή του στον κινηματογράφο, ενός ανθρώπου που ζούσε για τον κινηματογράφο. Ένα σκίτσο που φτιάχτηκε από ένα τρεμάμενο χέρι. Αυτή η ταινία είναι από τις ταινίες τις οποίες δεν προγραμματίζεις, δεν σχεδιάζεις να κάνεις αλλά σου επιβάλλονται. Πολλές φορές μάλλον δεν θα ‘θελες να κάνεις».
Ο Γουλιέλμος Σουβενέλ γεννήθηκε το 1932 στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν αυστριακής καταγωγής. Το 1955 που ξέσπασε το πογκρόμ ενάντια στους Έλληνες της Πόλης τα περιουσιακά στοιχεία της οικογένειας του Γουλιέλμου δημεύτηκαν ενώ ο ίδιος μαζί με τους γονείς του, έφυγε από την Κωνσταντινούπολη και ήρθαν στην Αθήνα. Ο Βίλλυ, που έμαθε κινηματογράφο στη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας, εξάσκησε αποκλειστικά το επάγγελμα του μηχανικού προβολής σε πολλούς κινηματογράφους της Αθήνας, για μισό αιώνα περίπου. Παρότι το επεδίωξε, δεν του δόθηκε ποτέ η ελληνική υπηκοότητα. Για τις ελληνικές αρχές ήταν και παρέμεινε άπατρις. «Η ταινία στηρίζεται σε έξι στιγμές – έξι μικρές αφηγήσεις – και πολλές σιωπές. Οι εικόνες που τις συνοδεύουν δεν είναι παρά όσα προλάβαμε να δούμε ανάμεσα στις εκτυφλωτικές λάμψεις του βολταϊκού τόξου. Η διάρκειά της δεν μπορούσε παρά να είναι 14 λεπτά. Όσο κράτησε το ταξίδι από τον κινηματογράφο ΦΙΛΙΠ μέχρι τα Πατήσια, μετά το τέλος της τελευταίας παράστασης» σημείωσε χαρακτηριστικά ο σκηνοθέτης, ο οποίος ανέφερε επίσης πως στο ‘φτιάξιμο’ της ταινίας επικράτησε κυρίως το συναίσθημα.
Λουκάς Κούχτιν – Το μπλέξιμο που λύνεται
Τέλος, τον λόγο πήρε ο Λουκάς Κούχτιν, ο οποίος παρουσίασε το 17λεπτο ντοκιμαντέρ του με τίτλο «Το μπλέξιμο που λύνεται». Ένα χαρακτηρισμένο ως κοινωφελές έργο στο Πανόραμα της Θεσσαλονίκης είναι αμφιβόλου αναγκαιότητας και έχει καταστροφικές συνέπειες για το περιβάλλον (κόβονται 22 υγιή δέντρα, πεύκα και κυπαρίσσια ηλικίας 40-50 ετών, ύψους μέχρι 15 μέτρα) και την πολιτιστική κληρονομιά της περιοχής. Ένας δημοσιογράφος με μια ομάδα πολιτών κινητοποιούνται για την αποφυγή της καταστροφής. «Η μικρή αυτή ταινία ολοκληρώθηκε πριν καν τελειώσει η δίκη του θέματος. Στόχος μου ήταν να καταδείξω πως μια οποιαδήποτε κάμερα μπορεί να χρησιμοποιηθεί από έναν οποιονδήποτε άνθρωπο με τρόπο δημιουργικό ενώ θέλησα επίσης να παρουσιάσω μέσα από την ταινία και μια μικρογραφία της κοινωνίας μας».