Παρουσίαση Βιβλίου: Το λιβάδι που δακρύζει

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ:

«ΤΡΙΛΟΓΙΑ – ΤΟ ΛΙΒΑΔΙ ΠΟΥ ΔΑΚΡΥΖΕΙ» ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ

Σε μια κατάμεστη αίθουσα στο Electra Palace πραγματοποιήθηκε, την Κυριακή το μεσημέρι, 21 Νοεμβρίου, η παρουσίαση του βιβλίου του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Τριλογία - Το λιβάδι που δακρύζει». Η εκδήλωση έγινε στο πλαίσιο του 45ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης σε συνδιοργάνωση με τις εκδόσεις «Ηλέκτρα». Ξεκινώντας την παρουσίαση του βιβλίου ο διευθυντής του Φεστιβάλ Μιχάλης Δημόπουλος σημείωσε: «Αποτελεί ευτυχή συγκυρία ότι η πρώτη παρουσίαση του βιβλίου γίνεται στο Φεστιβάλ και σε αυτήν την πόλη, όπου γυρίστηκε εξ ολοκλήρου η Τριλογία: Το λιβάδι που δακρύζει. Ο ίδιος δήλωσε πρόσφατα ότι με την τελευταία του ταινία αποχαιρετά τη Θεσσαλονίκη που τόσο αγάπησε στο έργο του. Ελπίζουμε ότι δεν θα είναι έτσι».

Μαζί του στο πάνελ ήταν ο εκδότης Γιάννης Καλογρίτσας, η Βίκυ Δέμου, διευθύντρια εκδόσεων, καθώς και οι ομιλητές της εκδήλωσης Νίκος Κωνσταντόπουλος, Παύλος Μάτεσις, ο αρχαιολόγος Γιάννης Σακελλαράκης. Παρευρέθηκαν, μεταξύ άλλων, οι Ακης Τσοχατζόπουλος, Ευάγγελος Βενιζέλος, Αντώνης Γυφτόπουλος, Βύρων Πολύδωρας, Κώστας Γκιουλέκας, Ιάκωβος Καμπανέλλης, Νικήτας Τσακίρογλου.

Η Βίκυ Δέμου αναφερόμενη στην ίδρυση του εκδοτικού οίκου το 2004 είπε ότι στόχος ήταν «η ποιοτική αναβάθμιση του βιβλίου στη χώρα. Πιστεύουμε ότι η συγκεκριμένη έκδοση υπηρετεί αυτόν τον στόχο». Το βιβλίο εντάσσεται στη σειρά «Ελληνική Λογοτεχνία» των εκδόσεων.

Ο αρχαιολόγος Γιάννης Σακελλαράκης αφού αναφέρθηκε στην μακρά φιλία του με τον σκηνοθέτη και την έμψυχη συμμετοχή του στην ταινία ως κομπάρσος –που, χαριτολογώντας, ανέφερε ότι κόπηκε στο μοντάζ- είπε: «Κάθε δημιουργός έχει το δικό του υπαρξιακό πρόβλημα. Στην περίπτωση του Θόδωρου Αγγελόπυλου αυτό είναι ο δυσμέτρητος χρόνος και ο χώρος». Δεν είναι τυχαίο, σχολίασε, ότι ο σκηνοθέτης «γατζώθηκε και καρποφόρησε στον ελληνικό βορρά», σε αυτό το μέρος των Βαλκανίων όπου περισσότερο από οπουδήποτε αλλού είναι σαφής η βαλκανική αναζήτηση γεωγραφικής και πολιτισμικής ταυτότητας. Μιλώντας ειδικότερα για το βιβλίο είπε: «Ως αρχαιολογόγος ανασκάπτοντας το σενάριο αναζήτησα την αρχική σύλληψη του δημιουργού κι ακόμα βαθύτερα τις λέξεις, τις έννοιες, τις εικόνες. Βρήκα ένα πράσινο φουστάνι, τρία γυναικεία ονόματα, την Δανάη την Ελένη, την Κασσάνδρα...» Και κατέληξε: «Διαβάστε το βιβλίο. Μπορεί να κρύβει κι άλλα χρυσάφια».

Ο συγγραφέας Παύλος Μάτεσις ξεκίνησε αναφερόμενος στον «συγγραφέα» Θόδωρο Αγγελόπουλο και τόνισε: «Ο λόγος του Θ. Αγγελόπουλου εγκυμονεί έναν ανηλεή πλούτο εικαστικότητας. Ο αναγνώστης γίνεται ταυτόχρονα θεατής και συνένοχος του». Επίσης, στάθηκε ιδιαίτερα στο πολιτικό μέρος του έργου τού σκηνοθέτη και τη θέση του απέναντι στα σύγχρονα πολιτικά θέματα και την ελληνική ιστορία: «Ο Θ. Αγγελόπουλος έχει σταθεί βοηθός αυτής της κουρασμένης χώρας, συνήγορος αλλά και κατήγορος του τόπου του, οργισμένος και υπερασπιστής της, αλλά χωρίς να οδηγείται στην πατριδολαγνεία και τον αφελή πατριωτισμό. Το έργο του αποτελεί ευδαιμονία για τον παγκόσμιο άνθρωπο».

Ο πρόεδρος του Συνασπισμού Νίκος Κωνσταντόπουλος υπογράμμισε: «Είμαι εδώ ως φίλος του Θόδωρου Αγγελόπουλου και του κινηματογράφου και ως άνθρωπος της εποχής μας που ευεργετήθηκε από τον Θ. Αγγελόπουλο, τη φιλία και τη δημιουργία του». Μιλώντας για την σύγχρονη πολιτική και ιστορική συγκυρία είπε: «Το έργο του Θ. Αγγελόπουλου αναδεικνύει την κοινωνική διάσταση που έχει ο ατομικός μύθος. Ο δημιουργός πρωτοπορεί και στον δημόσιο βίο, γιατί η αναζήτησή του είναι πιο βαθιά από τη συγκυρία και τις συμβάσεις. Το έργο του βλέπει με οξυδέρκεια. Είναι ένας σπουδαίος δημιουργός και ένας άξιος πνευματικός άνθρωπος, πολίτης με όραμα για μια Ελλάδα που αξίζει τις θυσίες τόσων γενεών».

Ολοκληρώνοντας ο Θόδωρος Αγγελόπουλος τόνισε: «Ενα σενάριο αποτελεί την πρώτη ύλη στον κινηματογράφο, δίνει μόνον εναύσματα. Δεν είμαι συγγραφέας, είμαι ένας άνθρωπος που επειδή δεν μπορούσε να γίνει συγγραφέας, έγινε σκηνοθέτης». Απαντώντας στην ερώτηση του συγγραφέα Ιάκωβου Καμπανέλη σχετικά με την επόμενη ταινία του, τη δεύτερη της Τριλογίας είπε: «Εγραψα τρία σενάρια αλλά με το πέρασμα του χρόνου ανακάλυψα ότι παρέλειπα μια οραματική σχέση με το μέλλον. Δεν μπορώ πια να κάνω ταινίες για το παρελθόν, αλλά και για το «μετά το τώρα». Η δεύτερη ταινία μου αρχίζει στο Ουζμπεκιστάν, περνάει από τη Σιβηρία, την Ευρώπη και καταλήγει στην Αμερική. Ο ίδιος πέρασα τα σύνορα και αισθάνθηκα τη βία. Την τρομοκρατία εν ονόματι της τρομοκρατίας, την ταπείνωση εν ονόματι της ταπείνωσης».