31 Οκτωβρίου-9 Νοεμβρίου 2014
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
Συνέντευξη Τύπου παραχώρησε η κριτική επιτροπή του Διεθνούς Διαγωνιστικού του 55ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, την Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2014 στην Αποθήκη Γ’, παρουσία του διευθυντή του Φεστιβάλ Δημήτρη Εϊπίδη.
Φέτος, η κριτική επιτροπή με πρόεδρο τον αυστριακό σκηνοθέτη Γκετς Σπίλμαν, αποτελείται από τους Ράσα Σαλτί (προγραμματίστρια φεστιβάλ), Γιοάνα Λαπίνσκα (καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ «New Horizons» της Πολωνίας), Μίρολιουμπ Βούτσκοβιτς (υπεύθυνος διεθνών σχέσεων και προώθησης του Κέντρου Κινηματογράφου της Σερβίας) και Θανάση Καραθάνο (παραγωγός). Τη συζήτηση συντόνισε ο Γιώργος Κρασσακόπουλος.
Τη συνέντευξη Τύπου προλόγισε ο κ. Εϊπίδης λέγοντας: «Με μεγάλη ευχαρίστηση υποδέχομαι τα μέλη της διεθνούς κριτικής επιτροπής. Είμαι ευτυχής που επιλέξαμε μία ομάδα ανθρώπων οι οποίοι μπορούν να συνεργαστούν τόσο καλά μεταξύ τους. Όλοι τους είναι άνθρωποι που ασχολούνται ενεργά με τον ανεξάρτητο κινηματογράφο, πέρασαν σημαντικό μέρος της ζωής τους στον τομέα αυτό. Πιστεύω ότι είναι η καταλληλότερη επιτροπή που θα μπορούσαμε να έχουμε και χαίρομαι που τους παρακολουθώ να εργάζονται με τόση προσήλωση».
Ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής Γκετς Σπίλμαν πήρε πρώτος το λόγο, εκφράζοντας εξ ονόματος όλων των μελών τις ευχαριστίες του προς το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για την πρόσκληση και πρόσθεσε: «Είναι για μένα μεγάλη τιμή αφενός και μεγάλη χαρά αφετέρου που βρίσκομαι εδώ. Οι ταινίες του διαγωνιστικού είναι πολύ υψηλού επιπέδου και προέρχονται από όλο τον κόσμο. Προσπαθήσαμε να δουλέψουμε σοβαρά και με σεβασμό, ακόμη κι αν κάποιες φορές, όπως είναι φυσικό, λαμβάνεις λάθος αποφάσεις. Στο σύμπαν όμως δεν υπάρχουν απώλειες, τίποτα δεν χάνεται και κάτι ανάλογο πιστεύω ότι συμβαίνει και στα φεστιβάλ».
Στην ερώτηση για το πώς λειτουργούν τα μέλη μιας κριτικής επιτροπής και με ποια κριτήρια, ο κ. Σπίλμαν απάντησε: «Εγώ ως σκηνοθέτης πρέπει να είμαι ο πρώτος υπηρέτης της κριτικής επιτροπής – αυτό συμβαίνει κατά παράδοση με τις ηγετικές θέσεις. Σημαντικότερο όλων είναι η ευφυία της ομάδας. Πάντα μια ομάδα αποδεικνύεται πιο ευφυής από κάθε μέλος της ξεχωριστά. Το σημαντικό είναι να μιλάς και να είσαι ανοιχτός να δεχτείς επιδράσεις από τα άλλα μέλη».
Στο πνεύμα συνεργασίας αναφέρθηκε και η Ράσα Σαλτί, τονίζοντας: «Οι διαφορές ανάμεσά μας θα μας αναγκάσουν να μην ‘’κολλήσουμε’’ σε γεωπολιτικά δεδομένα στην κρίση μας. Όλοι προερχόμαστε από διαφορετικά σημεία του κόσμου. Ο κινηματογράφος είναι μία πανανθρώπινη μορφή τέχνης». Η κ. Σαλτί αναφέρθηκε και στο γεγονός ότι στην επιτροπή υπάρχουν δύο γυναίκες, όπως όμως υπογράμμισε η ίδια «και οι τρεις άντρες που την απαρτίζουν είναι ριζοσπάστες φεμινιστές».
Με τη σειρά του, τις ευχαριστίες του προς τον Δημήτρη Εϊπίδη για την ποιότητα του προγράμματος εξέφρασε και ο Μίρολιουμπ Βούσκοβιτς ο οποίος συμπλήρωσε: «Οι καιροί είναι δύσκολοι, κάποιες φορές όμως οι ταινίες δεν ακολουθούν τους δύσκολους καιρούς. Στα φεστιβάλ είμαστε αντιμέτωποι με δύο σύμπαντα - από τη μια δεχόμαστε πληροφορίες κι από την άλλη δεχόμαστε μοίρες, πεπρωμένα. Πιστεύω ότι ο Δημήτρης Εϊπίδης θα δυσκολεύτηκε να φτιάξει ένα τόσο συνεκτικό πρόγραμμα. Κοινό σημείο των 14 ταινιών του διεθνούς διαγωνιστικού του Φεστιβάλ είναι ο βαθύς ανθρωπισμός τους: είναι όλες τους ταινίες που δεν αγνοούν την πραγματικότητα και προκαλούν όμορφα συναισθήματα».
Την ικανοποίησή της από το πνεύμα συνεργασίας ανάμεσα στα μέλη της κριτικής επιτροπής εξέφρασαν τόσο η Γιοάνα Λαπίνσκα όσο και ο Θανάσης Καραθάνος. Ειδικά η κ. Λαπίνσκα παρατήρησε: «Συζητάμε καθημερινά για ταινίες και το απολαμβάνουμε».
Στην ερώτηση για το αν οι πρώτες και δεύτερες ταινίες ενός σκηνοθέτη -όπως αυτές που επιλέγονται για το διεθνές διαγωνιστικό του ΦΚΘ- είναι διαφορετικές από τις μεταγενέστερες του ίδιου δημιουργού, ο Μίρολιουμπ Βούσκοβιτς απάντησε: «Η πρώτη ταινία ενός σκηνοθέτη έχει συνήθως ενέργεια, ενθουσιασμό, μια βαθιά επιθυμία να πει κανείς ότι είναι δυνατόν να ειπωθεί. Πρέπει να είμαστε προστατευτικοί απέναντι σ’ αυτές τις ταινίες, να δείχνουμε κατανόηση ακόμη και για τις αποτυχίες. Ευτυχώς σ’ αυτό το Φεστιβάλ δεν βλέπουμε αποτυχίες».
Για το θέμα αυτό ο Γκετς Σπίλμαν συμπλήρωσε: «Η γνώση, η τεχνική και η ποιότητα είναι υψηλή στις μέρες μας ακόμη και στις πρώτες ή δεύτερες ταινίες σκηνοθετών. Αυτό που μετράει είναι το πνεύμα και η ενέργεια, το βλέμμα με το οποίο βλέπεις τον κόσμο. Πιστεύω ότι δεν υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στην πρώτη ή την τελευταία ταινία κάποιου δημιουργού». Ανάλογη άποψη έχει και η κ. Σαλτί: «Βλέπω τέλειες πρώτες ή δεύτερες ταινίες σκηνοθετών. Ως σινεφίλ ενθουσιάζομαι να βλέπω τα πρώτα βήματα των δημιουργών». Πάνω σ΄ αυτή την παρατήρηση, ο κ. Σπίλμαν σχολίασε: «Δεν υπάρχει τέλεια ταινία. Οι λεγόμενες ατέλειες μπορεί να είναι στοιχείο που αναδεικνύει ένα έργο τέχνης. Στα πυροβόλα όπλα μπορεί να υπάρχει τελειότητα, στην τέχνη όχι».
Σχετικά με την αποστολή των φεστιβάλ κινηματογράφου, η Γιοάνα Λαπίνσκα εξήγησε: «Πιστεύω ότι ο ρόλος τους είναι πρωτίστως εκπαιδευτικός. Σε ένα φεστιβάλ έχεις την ευκαιρία να μάθεις για τον κινηματογράφο. Επίσης θεωρώ πως τα φεστιβάλ είναι μία εναλλακτική πλατφόρμα διανομής ταινιών». Με την άποψη αυτή συμφώνησε και ο κ. Βούσκοβιτς λέγοντας: «Θεωρώ σημαντικό το γεγονός ότι τα φεστιβάλ ενθαρρύνουν το κοινό να δει ταινίες που διαφορετικά δεν θα είχε ευκαιρία να παρακολουθήσει. Στην Αμερική για παράδειγμα, αυτή την εποχή κυριαρχούν οι ταινίες βαμπίρ. Για το λόγο αυτό θεωρώ ότι είναι καθήκον των πολιτικών να χρηματοδοτούν τα φεστιβάλ. Πέρα από την καλλιτεχνική πτυχή τους, τα φεστιβάλ έχουν να καλύψουν μία δημοκρατική ανάγκη, την ανάγκη για πολυφωνία στη συζήτηση. Για το λόγο αυτό είναι υπέροχο να βλέπεις σε μία διοργάνωση ταινίες από τη Ρωσία, την Αφρική και να διαπιστώνεις ότι το να είσαι άνθρωπος έχει κοινά στοιχεία σε όλο τον κόσμο».
Στην ερώτηση για το πώς νιώθει ένας άνθρωπος του κινηματογράφου όταν βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά, αυτή του κριτή και όχι του κρινόμενου, ο Θανάσης Καραθάνος επεσήμανε: «Επειδή λόγω επαγγέλματος δεν έχω την ευκαιρία να βλέπω συχνά ταινίες, τώρα είναι η καλύτερή μου. Στο φεστιβάλ βλέπω ταινίες χωρίς καν να διαβάζω κριτικές από πριν, αφήνομαι να με εκπλήξουν. Συζητάμε καμιά φορά σαν τα παιδιά γι΄ αυτές. Αυτό δεν είναι η μαγεία του σινεμά;»
Για το ίδιο ζήτημα ο κ. Σπίλμαν παρατήρησε: «Δεν έχω αισθανθεί ποτέ ότι με κρίνουν και συνήθως δεν με ενδιαφέρουν οι γνώμες των άλλων. Ούτε όμως κι εγώ αισθάνομαι κριτής, ειδήμων. Δεν αισθάνομαι ότι βρίσκομαι στην αντίθετη πλευρά ως πρόεδρος της κριτικής επιτροπής, στην ίδια είμαι, αφού συνεχίζω να είμαι καλλιτέχνης».