Στο πλαίσιο της κα εμβληματική κωμωδία του ελληνικού σινεμά Δεσποινίς διευθυντής (1964) του Ντίνου Δημόπουλου, με την υπέροχη μουσική του σπουδαίου μαέστρου και συνθέτη Μίμη Πλέσσα, ο οποίος έφυγε πρόσφατα από τη ζωή, προβλήθηκε το Σάββατο 9 Νοεμβρίου στην αίθουσα Παύλος Ζάννας. Η ειδική προβολή της ταινίας διοργανώθηκε από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με τη Φίνος Φιλμ.
Το κοινό καλωσόρισε η επικεφαλής του Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου, Ελένη Ανδρουτσοπούλου: «Απόψε έχουμε τη χαρά να δούμε ξανά παρέα στη μεγάλη οθόνη μια εμβληματική ταινία του ελληνικού κινηματογράφου, την ταινία Δεσποινίς Διευθυντής, σε σκηνοθεσία του Ντίνου Δημόπουλου. Όταν διαλέξαμε τη συγκεκριμένη ταινία με την ομάδα της Φίνος Φιλμ δεν ξέραμε ότι θα χάναμε πολύ σύντομα τον αγαπημένο μουσικοσυνθέτη Μίμη Πλέσσα. Οπότε, με έναν μικρό τρόπο, αφιερώνουμε αυτήν την προβολή στη μνήμη του. Ως Φεστιβάλ, θέλουμε να ευχαριστήσουμε τη Φίνος Φιλμ. Είναι συνεργάτες και χορηγοί μας τα τελευταία χρόνια. Μέσα από δύο βραβεία που συνοδεύονται από χρηματικό έπαθλο είναι κοντά μας στην προσπάθεια να βοηθήσουμε το νέο ελληνικό σινεμά. Θέλω να φωνάξω τον φίλο και συνεργάτη Στάθη Καμβασινό, εκπρόσωπο της Φίνος Φιλμ».
Αμέσως μετά, ο Στάθης Καμβασινός πήρε τον λόγο: «Καλησπέρα και από μένα, ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια. Είναι τιμή μας να συνεργαζόμαστε για το καλό του ελληνικού σινεμά. Δεν θα πω πολλά για την ταινία, καθώς τη γνωρίζετε όλοι. Είναι μία από τις πιο αγαπημένες και εμβληματικές κωμωδίες του ελληνικού κινηματογράφου. Έξι δεκαετίες τώρα έχει ενώσει έξι γενιές ανθρώπων. Δυστυχώς, χάσαμε πρόσφατα τον Μίμη Πλέσσα. Έχουμε κοντά μας, όμως, έναν σπουδαίο άνθρωπο του ελληνικού κινηματογράφου, τον διευθυντή φωτογραφίας της ταινίας, Νίκο Καβουκίδη, τον οποίο και καλωσορίζω».
Ο Νίκος Καβουκίδης, παίρνοντας τον λόγο, είπε: «Καταρχήν, σας ευχαριστώ για το θερμό χειροκρότημα. Αυτή η ταινία γυρίστηκε το 1963 και προβλήθηκε το 1964. Εγώ από 15 χρονών και για 13 ολόκληρα χρόνια ήμουνα στη Φίνος Φιλμ, με τον πνευματικό μου πατέρα, τον Φίνο. Ο Φίνος ήταν ο αυτοκράτορας και ο πατέρας όλων των ηθοποιών, των σκηνοθετών, των τεχνικών. Αν δεν υπήρχε ο Φίνος δεν θα υπήρχε ο ελληνικός κινηματογράφος, στον βαθμό που βρίσκεται τώρα. Για εμάς, εκείνα τα χρόνια ακαδημία κινηματογράφου ήταν η Φίνος Φιλμ. Είμαι 86 ετών και επισκέπτομαι το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης από τη δεκαετία του ’60. Θα ήθελα να ευχαριστήσω το Φεστιβάλ και τους διοργανωτές που προβάλλουν αυτές τις ελληνικές ταινίες, στις οποίες δουλέψαμε πολύ. Φαίνεται ότι τα συναισθήματα και οι ιστορίες που βιώσαμε τότε, το γέλιο, το κλάμα, το δράμα και η κωμωδία, εξακολουθούν να μας συγκινούν και να μας αγγίζουν βαθιά μέχρι και σήμερα. Σας ευχαριστώ πολύ που ήρθατε και που υποστηρίζετε τον ελληνικό κινηματογράφο», σημείωσε και εξέφρασε την ελπίδα πως το κτίριο στην οδό Χίου 53, όπου στεγάστηκαν τα εργαστήρια και τα γραφεία της Φίνος Φιλμ, θα μετατραπεί σε μουσείο κινηματογράφου.
«Είμαι και εγώ περήφανος που συνεργάστηκα με τον Νίκο Καβουκίδη τα τελευταία χρόνια και μάλιστα έχουμε κάνει μια παραγωγή, η οποία σύντομα θα ολοκληρωθεί, με συνεντεύξεις παλιών συντελεστών. Έπεται και συνέχεια, λοιπόν», πρόσθεσε ο Στάθης Καμβασινός. Αναφερόμενος στην ταινία Δεσποινίς Διευθυντής είπε: «Αν αναλογιστούμε την εποχή που βγήκε η ταινία, μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε πρωτοποριακή στο σενάριο, ακολουθώντας,πάντα τις νόρμες της εποχής. Μιλάμε για το 1964 και μια γυναίκα καριερίστρια, η οποία στεκόταν πάνω από τα στερεότυπα που επικρατούσαν για τις γυναίκες». Στη συνέχεια, κάλεσε τη σκηνοθέτιδα Βαρβάρα Δούκα, επικεφαλής του Pitching Lab στο Φεστιβάλ Μικρού Μήκους Ταινιών της Δράμας να πει 2-3 λόγια για την ταινία.
Παίρνοντας τον λόγο, η Βαρβάρα Δούκα είπε: «Είναι εντυπωσιακό να βλέπεις μία ταινία του 1964 με τα μάτια τού σήμερα, να βλέπεις δηλαδή τα στερεότυπα ακόμα κραταιά, όπως το αγχωτικό δίλημμα για κάθε γυναίκα που έπρεπε να διαλέξει ανάμεσα σε καριέρα ή σύζυγο και οικογένεια. Όπως και την προκατάληψη ότι μια γυναίκα για να επιβληθεί σε ένα ανδρικό επάγγελμα, αλλά και σε έναν κόσμο φτιαγμένο από άντρες, πρέπει να χάσει τη θηλυκότητά της. Καταλαβαίνουμε πόσο πρωτοποριακή υπήρξε αυτή η ταινία και σήμερα γιορτάζουμε τα αρυτίδιαστα 60 της χρόνια, γελώντας ακόμη και με τα αναχρονιστικά της μηνύματα, που συμβάδιζαν βέβαια εκείνη την εποχή. με το κοινό αίσθημα. Η πανέμορφη Τζένη Καρέζη τελικά υποκύπτει στο χαριτωμένο φόρεμα και στα ωραία μάτια του Αλέκου Αλεξανδράκη. Ωστόσο, η ιδέα και μόνο να παρουσιαστεί μια όμορφη, έξυπνη και μορφωμένη γυναίκα της εποχής σε διευθυντική θέση, ακόμη και αν ο μπαμπάς της τη συνοδεύει την πρώτη μέρα στη δουλειά, ήταν ένα τόλμημα. Ωσότου, λοιπόν, να κατακτηθεί η απόλυτη εργασιακή ισοτιμία σε μισθούς, ανέλιξη, ευκαιρίες, κινητικότητα και ανταμοιβή μεταξύ ανδρών και γυναικών, θα χρησιμοποιήσω την ατάκα που έλεγε ο ναυαρχούκος της ταινίας, ο αείμνηστος Δημήτρης Νικολαΐδης, “χορέψτε, λοιπόν, αγαπημένες μου βιοπαλαίστριες”», ανέφερε η Βαρβάρα Δούκα.
Μετά το τέλος της προβολής, ο Νίκος Καβουκίδης πήρε και πάλι τον λόγο: «Δυστυχώς, η Τζένη έφυγε σε ηλικία μόλις 60 ετών. Η πρώτη ταινία που έκανα μαζί της ήταν η Λόλα. Εκείνη την περίοδο είχα τσακωθεί με τον Φώσκολο και έφυγα από τη Φίνος Φιλμ. Τελευταία δουλειά στον Φίνο ήταν η Κοινωνία ώρα μηδέν. Όταν ήταν να γυριστεί το Κοντσέρτο για πολυβόλα, ενημέρωσαν την Τζένη ότι δεν θα είμαι στην παραγωγή και εκείνη είπε στον Φίνο ότι αν δεν γυρίσω, δεν θα έκανε την ταινία. Με πήραν τελικά τηλέφωνο, και επειδή τον αγαπούσα πολύ τον Φίνο, ήταν σαν πατέρας μου, κατέληξα να συμμετάσχω στο Κοντσέρτο για πολυβόλα». Αμέσως μετά, προσέθεσε για τη σημασία του αυτοσχεδιασμού: «Οι ηθοποιοί είναι πολύ σημαντικό να αυτοσχεδιάζουν. Στην ταινία που παρακολουθήσαμε η Τζένη Καρέζη αυτοσχεδίαζε πολλές φορές. Ένα ακόμη στοιχείο που μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν η διαφοροποίηση των πλάνων της, τα κοντινά της. Χαιρόσουν να την βλέπεις να αυτοσχεδιάζει». Επαινώντας τον επαγγελματισμό της Τζένης Καρέζη, τόνισε: «Όλους τους ανθρώπους του ελληνικού κινηματογράφου που δεν είναι πιο κοντά μας, και που μας χάρισαν τόσες όμορφες στιγμές και μας έκαναν να γελάσουμε, να κλάψουμε και να ονειρευτούμε, ας τους τιμήσουμε σήμερα εδώ με ένα ζεστό χειροκρότημα».