Το πρώτο κεφάλαιο του διάρκειας 848 λεπτών ντοκιμαντέρ Exergue – On documenta 14 του Δημήτρη Αθυρίδη προβλήθηκε την Παρασκευή 8 Μαρτίου στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης. Το ντοκιμαντέρ πραγματοποίησε πρόσφατα την πρεμιέρα του στο Φεστιβάλ Βερολίνου και ακολουθεί τον καλλιτεχνικό διευθυντή Adam Szymczyk και την επιμελητική του ομάδα επί δύο χρόνια καθώς οργανώνουν την documenta 14.
Την ταινία προλόγισε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ, Ορέστης Ανδρεαδάκης, ο οποίος αφού καλωσόρισε το κοινό, είπε: «Οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, ίσως γνωρίζετε την ιστορία της 14ης documenta που έγινε πριν επτά χρόνια στην Αθήνα και στο Κάσελ. Το Exergue – On documenta 14 που καταγράφει την προετοιμασία για τη διοργάνωσή της, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη σε διάρκεια ταινία στην ιστορία του κινηματογράφου. Είμαστε πολύ χαρούμενοι που την παρουσιάζουμε» σημείωσε και κάλεσε στη σκηνή τον σκηνοθέτη Δημήτρη Αθυρίδη.
Ο κ. Αθυρίδης, αφού ευχαρίστησε το φεστιβάλ και το κοινό, είπε χιουμοριστικά: «Αν το ήξερα ότι θα ήμουν δεύτερος θα προσπαθούσα να κάνω την ταινία λίγο μεγαλύτερη». Επισήμανε ότι η ταινία αφηγείται «μια ιστορία που αποτυπώνεται σε 14 κεφάλαια. Μπορεί κάποιος να το δει σαν μια σειρά». Ο ο κ. Ανδρεαδάκης, από την πλευρά του, σημείωσε ότι «είναι μια ταινία που γεννά υπέροχες συζητήσεις».
Στο Q&A που ακολούθησε μετά την προβολή, σε ερώτηση για το πώς έγινε η ταινία και ποια ήταν η διαδικασία της κινηματογράφησης ο Δημήτρης Αθυρίδης είπε: «Ήμουν πάντα μαζί με τον Άνταμ Σίμτσικ. Δεν υπήρχε στούντιο, ήμουν μόνος μου. Εγώ με την κάμερα και τον ήχο μου. Επειδή συνήθως κινηματογραφώ σε μικρούς χώρους δεν είχαμε γύρισμα, απλώς παρατήρηση. Ως διαδικασία έπρεπε να είναι λίγο πιο διακριτική. Ακολουθούσα μόνος μου την ομάδα του Άνταμ και ενσωματώθηκα σταδιακά σε αυτή, με δέχτηκαν ως μέλος τους. Στο τέλος δεν μου έδιναν και πολλή σημασία. Απλώς ήμουν εκεί. Τους ακολούθησα, όπως ας πούμε ένας ανθρωπολόγος ακολουθεί μια φυλή στον Αμαζόνιο».
Σε ερώτηση για το πώς προέκυψε η ιδέα της ταινίας, ο κ. Αθυρίδης είπε: «Συνήθως δουλεύω με ιστορίες που έχουν στον πυρήνα τους έναν χαρακτήρα, ο οποίος έχει την επιθυμία να κάνει κάτι. Αυτό με οδήγησε να ακολουθήσω τον Άνταμ στο δικό του ταξίδι, που έγινε και δικό μου ταξίδι. Η πρόθεσή μου δεν ήταν να κάνω μια ταινία για την documenta 14, απλώς έτυχε. Από σύμπτωση γνώρισα τον Άνταμ εδώ στην Θεσσαλονίκη, σε ένα ουζερί στην Αριστοτέλους. Μετά έμαθα ότι ήθελε να διοργανώσει αυτή τη μεγάλη έκθεση. Μου φάνηκε ενδιαφέρων χαρακτήρας και εξίσου ενδιαφέρουσα ήταν η αποστολή του. Του ζήτησα να τον ακολουθήσω και μου απάντησε θετικά. Έτσι ξεκινήσαμε».
Απαντώντας σε ερώτηση για το εάν είναι ανακατασκευή αυτό που βλέπουμε στην ταινία, ο κ. Αθυρίδης εξήγησε πως «η documenta είναι κάτι σαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες της τέχνης. Με πολλές συμμετοχές από όλο τον κόσμο. Αυτό που βλέπετε στον φακό είναι η υποκειμενική ματιά μου. Αφηγούμαι αυτή την ιστορία και απλώς αφήνω τους πρωταγωνιστές μου να μιλάνε. Φυσικά και είναι ανακατασκευή. Και όπως είπε ο Φρανκ Γουάισμαν: “Είναι κατασκευή, απλώς εύχεστε να είναι αλήθεια”».
Για τη μεγάλη διάρκεια του ντοκιμαντέρ ο σκηνοθέτης είπε: «Το αρχικό πλάνο ήταν να κάνουμε μια δίωρη ταινία. Δεν θα μπορούσα να πάω σε κάποιον χρηματοδότη ή παραγωγό και να του πω έχω μια ιδέα να κάνω μια 14ωρη ταινία. Το μοντέλο της παραγωγής αποκλείει κάτι τέτοιο. Το ντοκιμαντέρ παρατήρησης είναι ένα ρίσκο. Προχωράς και δεν ξέρεις τι θα γίνει. Μπορεί να ξεκινούσα την κινηματογράφηση και σε έναν μήνα να μου έλεγαν “δεν γίνεται να είσαι εδώ”. Ούτε εγώ πίστευα πως θα προκύψει τόσο πολύ υλικό. Ο Άνταμ δεν σταματούσε λεπτό. Ταξίδευε συνέχεια. Επίσης, σταδιακά η ομάδα του άρχισε να μεγαλώνει. Να έρχονται και οι καλλιτέχνες. Όταν αρχίσαμε να μοντάρουμε, είχαμε τη χαρά και τον τρόμο να παράγουμε κάθε μέρα είκοσι λεπτά ταινίας. Και δεν ξέραμε τι να κάνουμε. Μίλησα με τους παραγωγούς μου, είδαν το υλικό –επτά ώρες ήταν τότε– και το πίστεψαν. Σκέφτηκαν ότι αξίζει να ειπωθεί η ιστορία σε αυτή τη διάρκεια».
Σε ερώτηση για το πώς αισθανόταν για τον κεντρικό χαρακτήρα του ντοκιμαντέρ του, ο κ. Αθυρίδης είπε: «Για να μπορέσουμε να συνεργαστούμε και να ανεχόμαστε ο ένας τον άλλον, έπρεπε να χτιστεί μια σχέση. Όχι αναγκαστικά πολύ φιλική. Μια σχέση εμπιστοσύνης και σεβασμού. Δεν τον πήρα ποτέ τηλέφωνο. Είχε τόσα πολλά στο κεφάλι του. Ενημερωνόμουν για το πρόγραμμά του από τη γραμματεία και κρατούσα την απόστασή μου. Αυτή η απόσταση είναι ελλειπτική. Κάποιες στιγμές είσαι πιο κοντά, άλλες πιο μακριά. Ωστόσο προσπάθησα να κρατήσω τη δική μου ματιά και να μην παρασυρθώ από τη δική του αφήγηση».
Έπειτα, πρόσθεσε: «Ο Άνταμ είδε την ταινία δύο φορές. Η πρώτη πριν δύο χρόνια. Το κάνω πάντα αυτό με τους πρωταγωνιστές μου όταν είναι έτοιμη η ταινία, ώστε να γνωρίζω ότι είναι ικανοποιημένοι με το αποτέλεσμα. Την είδε, επίσης, πριν δύο εβδομάδες στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, στην επίσημη πρεμιέρα της. Οι κριτικές ήταν θετικές. Παρόλο που το πρόγραμμα ήταν εξοντωτικό στο Βερολίνο, καθώς η ταινία προβλήθηκε σε δύο μέρη, δηλαδή σε δύο επτάωρα – κανονικό μεροκάματο για όσους την παρακολούθησαν» είπε αστειευόμενος ο Δημήτρης Αθυρίδης.
Σε ερώτηση του κοινού για το αν πρόκειται για μια πολιτική ταινία, απάντησε: «Όλα είναι πολιτικά. Ωστόσο, πολιτικές αντιδράσεις δεν θα έχει γιατί είμαστε στον χώρο του αόρατου για τους πολιτικούς, οπότε δεν υπάρχει κάτι να σχολιάσουν» είπε χαρακτηριστικά.
Η ταινία εξερευνά την ιστορική έκδοση της πιο σημαντικής έκθεσης τέχνης στον κόσμο, που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά το 2017 στο Κάσελ της Γερμανίας και στην Αθήνα, που βρισκόταν στο επίκεντρο της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη εκείνη την εποχή. Μέσα από το πάθος των πρωταγωνιστών του, την ομορφιά και τη δύναμη της τέχνης, αλλά και τη χωρίς προηγούμενο πρόσβαση καταγραφής, η κινηματογραφική αφήγηση, χωρισμένη σε δεκατέσσερα κεφάλαια, παρατηρεί τη δραματική πορεία της documenta 14 και αποτυπώνει έναν προβληματισμό για τις λειτουργίες της σύγχρονης τέχνης και τους θεσμούς της σε ένα μεταβαλλόμενο παγκόσμιο τοπίο. Το ντοκιμαντέρ θα προβάλλεται στο 26ο ΦΝΘ σε κεφάλαια έως τις 14 Μαρτίου.