Το ΦΚΘ στην 11η ΔΕΒΘ

Το ΦΚΘ στην 11η ΔΕΒΘ
Παύλος Ζάννας, 9 – 11 Μαΐου 2014
 
Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο της ετήσιας δραστηριότητάς του συμμετέχει και φέτος στην 11η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης, με ένα κινηματογραφικό αφιέρωμα που πραγματοποιείται στο πλαίσιο του θεματικού αφιερώματος «Ευρώπη: ταυτότητα και ετερότητα» της Έκθεσης και περιλαμβάνει τρεις ταινίες που αναπτύσσουν με διαφορετικό τρόπο τη σχέση των Ελλήνων με την Ευρώπη.
Πρόκειται για τις ταινίες Μασσαλία, μακρινή κόρη του Μάρκου Γκαστίν, Soul kitchen του Φατίχ Ακίν και Ελληνική κοινότητα Χαϊδελβέργης του Λευτέρη Ξανθόπουλου.  Το αφιέρωμα θα πραγματοποιηθεί από τις 9 έως τις 11 Μαΐου 2014 στην αίθουσα Παύλος Ζάννας του Ολύμπιον (πλ. Αριστοτέλους 10, τηλ. 2310-378.431).

Εκτός από το κινηματογραφικό αφιέρωμα, οι φίλοι του βιβλίου που θα επισκεφθούν την 11η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης, θα έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν την εκδοτική δραστηριότητα του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης στο περίπτερο 13 (stand 80), μέσα από μονογραφίες καταξιωμένων ελλήνων και ξένων σκηνοθετών, εκδόσεις που αφορούν σε θεματικά αφιερώματα, αλλά και εθνικές κινηματογραφίες, όπως του Μεξικού, της Βραζιλίας και της Κίνας. 

Διαθέσιμα στο stand του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης θα είναι και άλλα αντικείμενα, όπως t-shirts, κονκάρδες, σελιδοδείκτες και τσάντες προηγούμενων διοργανώσεων αλλά και του Μουσείου Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ενώ θα γίνουν μεγάλες προσφορές σε επιλεγμένες τσάντες, μπλουζάκια κ.ά. 
 
Πρόγραμμα προβολών
Παρασκευή 9/5
18:00 Μασσαλία, μακρινή κόρη
Σάββατο 10/5
18:00 Soul kitchen
Κυριακή11/5
18:00 Ελληνική κοινότητα Χαϊδελβέργης
 
Οι ταινίες
 
Μασσαλία, μακρινή κόρη
(Ελλάδα – Γαλλία, 2003)
Σκηνοθεσία-Σενάριο: Μάρκος Γκαστίν. Έγχρωμη, 87’.
 
Γετού/Henriette, Σταύρος / Gustave, Αμφιλόχιος / Frederic… Δύο ονόματα, δύο ταυτότητες. Γάλλοι με ελληνική καταγωγή που ζουν στη Μασσαλία. Άνθρωποι με διττή ταυτότητα που γεννά μέσα τους ερωτηματικά. Καθένας δίνει τη δική του απάντηση. Κάποιοι τολμούν να πάρουν ακόμα και το δρόμο της «επιστροφής»... Όλοι όμως έχουν μιαν ακλόνητη βεβαιότητα: τη δική τους ιστορία, αυτό το οικογενειακό έπος που τους συμφιλιώνει με τον εαυτό τους, με τις ρίζες τους. Η Γετού, η ηρωίδα μας, μας βοηθάει να συγκεντρώσουμε αυτές τις ιστορίες, οδηγώντας μας από το ένα πρόσωπο στο άλλο. Η δική της ιστορία σηματοδοτεί όλες τις άλλες. Γιατί είναι η ίδια, όπως η Μασσαλία για την Ελλάδα, μια κόρη μακρινή…
 
Ο συγγραφέας Νίκος Δήμου γράφει σ' ένα κείμενο του για την ταινία: «Πολλές μικρές Οδύσσειες με περιπλάνηση, ξενιτεμό και μόνιμο νόστο περιγράφει αυτό το βαθύτατα ανθρώπινο ντοκιμαντέρ με ξεναγό την απροσδόκητα συγκινητική Γετού, μια γυναίκα με πανέμορφα μάτια. Είναι η ίδια η "μακρινή κόρη" (όπως και η Μασσαλία, μακρινή κόρη της Ελλάδας που τη θεμελίωσε) κόρη με δύο πατρίδες, αλλά και δύο χωριστές οικογένειες -τεκμήριο του διχασμού και της αποξένωσης. Γύρω της πλέκονται άλλες ιστορίες, όλες διαφορετικές, αλλά όμοιες στα βασικά τους συστατικά. Μνήμη, παρόν και νοσταλγία. Το μεγάλο πλεονέκτημα αυτής της ταινίας είναι ότι ποτέ δεν ξεπέφτει στο φτηνό μελό ή στην πατριδολαγνεία. Είναι λιτή, άμεση, διακριτική, ακόμα και όταν αποκαλύπτει κρυφά μυστικά των ηρώων της. Κι ίσως γι' αυτό, η συγκίνηση που χαρίζει, είναι αυθεντική και μόνιμη».
 
Soul kitchen
(Γερμανία, 2009)
Σκηνοθεσία: Φατίχ Ακίν. Με τους: Αδάμ Μπουσδούκος, Μόριτς Μπλάιμπτροϊ, Φελίν Ρόγκαν, Άννα Μπέντερκε, Μπιρόλ Ουνέλ. Έγχρωμη, 99’.
 
Για τον ελληνογερμανό Ζήνο Καζαντζάκη, όλα πάνε στραβά: το εστιατόριο που διατηρεί σε υποβαθμισμένη συνοικία στο Αμβούργο πάει από το κακό στο το χειρότερο, παραμελημένο και με κίνδυνο οριστικού λουκέτου από τις υγειονομικές υπηρεσίες, οι παλιοί του πελάτες τον εγκαταλείπουν, υποφέρει από δισκοπάθεια και δεν μπορεί να κουνηθεί, ενώ η κοπέλα του Ναντίν, τον παρατάει για να πάει στη Σαγκάη όπου βρήκε δουλειά. Στην απελπισία του, αλλάζει το ύφος του μαγαζιού, φέρνοντας νέο κόσμο και αποφασίζει να πάει στην Κίνα να βρει τη Ναντίν. Μόνο που για να φύγει, θα πρέπει να αφήσει τη δουλειά στα χέρια του μικρότερου αδελφού του, μια επιλογή όχι και τόσο σοφή, αφού ο εν λόγω αδελφός Ηλίας, έχει μόλις αποφυλακιστεί με περιοριστικούς όρους, ενώ η κατάσταση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο, γιατί ο νέος σεφ είναι  παράξενος και ιδιόρρυθμος...
 
Μια έξοχη «πολυεθνική» κωμωδία με αστείρευτη ενέργεια, ξέφρενο ρυθμό και θέμα, το φαγητό, την αντρική φιλία, τα οικονομικά προβλήματα, το real estate, τον έρωτα και την ανεκτικότητα απέναντι στο διαφορετικό, που αντανακλά το κλίμα και την ατμόσφαιρα του πολυφυλετικού και πολυπολιτισμικού Αμβούργου. Ο πολυβραβευμένος τουρκογερμανός Φατίχ Ακίν, πάντα ευαίσθητος απέναντι στα προβλήματα των εθνικών μειονοτήτων, και ο παιδικός του φίλος, συν-σεναριογράφος και πρωταγωνιστής στο ρόλο του Ζήνου, ελληνογερμανός Αδάμ Μπουσδούκος, δημιουργούν ένα έργο για την πόλη τους, για την γειτονιά τους, για τους φίλους τους, γι’ αυτούς τους ίδιους. Δεν έχει μονάχα η κουζίνα τους ψυχή, αλλά και η ταινία τους. Κορυφαία η σκηνή του οργίου, αίσθηση ευφορίας και θαυμάσιο το σάουντρακ.
 
Ελληνική κοινότητα Χαϊδελβέργης
(Ελλάδα, 1976)
Σκηνοθεσία-Σενάριο: Λευτέρης Ξανθόπουλος. Έγχρωμη, 30’.
 
Η ταινία, που αποτελεί το πρώτο μέρος της «Τριλογίας της Ρωμιοσύνης» (τριλογία του ξεριζωμού και της προσφυγιάς - Το δεύτερο μέρος, «Ο Γιώργος από τα Σωτηριάνικα» γυρίστηκε το 1978 και η τριλογία κλείνει το 1982 με την ταινία «Στα Τουρκοβούνια»), ερευνά και ανατέμνει το μεταναστευτικό ζήτημα από τη θέση ενός συλλογικού οργάνου, της Κοινότητας των ελλήνων εργατών της Xαϊδελβέργης και αναφέρεται στα κοινωνικά προβλήματα της κοινότητας, τις σκληρές συνθήκες δουλειάς και τις επιπτώσεις που έχουν στην υγεία των μεταναστών οι δυσκολίες διαβίωσης.
 
Την άνοιξη του 1976 η Γενική Συνέλευση της Ελληνικής Κοινότητας της Χαϊδελβέργης αποφασίζει τη δημιουργία μιας ταινίας, με στόχο τη μεγαλύτερη δημοσιότητα των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι ξένοι εργάτες στη Γερμανία. Έτσι «γεννήθηκε» το ντοκιμαντέρ «Η Ελληνική Κοινότητα της Χαϊδελβέργης», του σκηνοθέτη Λευτέρη Ξανθόπουλου, η παραγωγή του οποίου χρηματοδοτήθηκε από τους Έλληνες της περιοχής, ενώ το συνεργείο εργάστηκε χωρίς αμοιβή.