Στο πλαίσιο του αφιερώματος του 64ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης στον σπουδαίο δημιουργό Τάκη Κανελλόπουλο πραγματοποιήθηκε η προβολή της ταινίας Ουρανός (1962), μίας από τις σπουδαιότερες αντιπολεμικές ταινίες στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, το Σάββατο 4 Νοεμβρίου, στο Ολύμπιον. Η ταινία προβλήθηκε με όρους καθολικής προσβασιμότητας για το κοινό με χορηγό προσβασιμότητας την Alpha Bank. Μετά την προβολή ακολούθησε συζήτηση για την κινηματογραφική κληρονομιά του Ουρανού με τον διακεκριμένο ιστορικό, καθηγητή του Πανεπιστημίου Κολούμπια και διευθυντή της Πρωτοβουλίας για τις Δημόσιες Ανθρωπιστικές Επιστήμες Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (SNFPHI) του Πανεπιστημίου Κολούμπια, Μαρκ Μαζάουερ και τον επιμελητή του αφιερώματος στον Τάκη Κανελλόπουλο και κριτικό κινηματογράφου (flix.gr), Μανώλη Κρανάκη. H συζήτηση, την οποία συντόνισε ο συνεργάτης του διεθνούς προγράμματος του Φεστιβάλ και συγγραφέας, Γιάννης Παλαβός, μεταδόθηκε σε live streaming από το κανάλι του Φεστιβάλ στο YouTube. H εκδήλωση πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την Πρωτοβουλία για τις Δημόσιες Ανθρωπιστικές Επιστήμες Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (SNFPHI) του Πανεπιστημίου Κολούμπια.
Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Ορέστης Ανδρεαδάκης καλωσόρισε το κοινό. «Είμαστε πολύ χαρούμενοι που παρουσιάζουμε αυτό το αφιέρωμα στον Τάκη Κανελλόπουλο, τον μοναδικό σκηνοθέτη στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, ο οποίος έζησε όλη του τη ζωή και γύρισε όλες τις ταινίες του στη Θεσσαλονίκη και στη γύρω περιοχή. Θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους όσοι μας βοήθησαν σε αυτό το αφιέρωμα και ιδιαίτερα την οικογένεια του Τάκη Κανελλόπουλου. Είμαστε ακόμη πιο χαρούμενοι που έχουμε μαζί μας έναν από τους σημαντικότερους ιστορικούς της εποχής μας, τον Μαρκ Μαζάουερ».
Μετά το τέλος της προβολής ο Μαρκ Μαζάουερ ανέλυσε το ιστορικό πλαίσιο της ταινίας, σχολιάζοντας ότι ο Ουρανός προσφέρει μια εκπληκτική και βαθιά ματιά για τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ελλάδα. «Αυτό που έκανε (ο Κανελλόπουλος) και προτού καν το σκεφτεί κάποιος ιστορικός, ήταν ότι εστίασε την προσοχή του σε μια συγκεκριμένη κομβική ιστορική περίοδο, από τον Οκτώβρη του ’40 μέχρι τον Απρίλιο του ’41, η οποία έμελλε να καθορίσει τα επόμενα 30-40 χρόνια της χώρας. Είναι με αυτόν τον τρόπο, νομίζω, ένα έργο με προφητικές ιδιότητες. Επιπλέον, δεν ρίχνει το βλέμμα του στις μεγάλες πολιτικές, αλλά στους κοινούς στρατιώτες και στους καθημερινούς ανθρώπους, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς εκείνη την εποχή δεν είναι τα μεγάλα πολιτικά πρόσωπα στο προσκήνιο, αλλά ο κοινός στρατιώτης και η εμπειρία του, στοιχείο που προμηνύει τι θα συμβεί στην ελληνική κοινωνία μετέπειτα. Υπό αυτή την έννοια, η ταινία είναι ένα αληθινό αριστούργημα». Ο κ. Μαζάουερ τόνισε μεταξύ άλλων πως αν και η ταινία δεν συνιστά άμεση ιστορική πηγή «μπορεί να αποτελέσει μια πηγή κατανόησης για την περίοδο. Νομίζω πως χρειαζόμαστε έναν μεσολαβητή σαν τον Κανελλόπουλο για να δώσει ζωή σε αυτό το παρελθόν. Όχι για να πει την τελευταία λέξη, αλλά για να μας δώσει μια ιδέα, για να αναλογιστούμε από μια διαφορετική σκοπιά την ιστορία» ανέφερε ο κ. Μαζάουερ.
Ο κ. Κρανάκης, ο οποίος στο πλαίσιο του αφιερώματος επιμελήθηκε και την πρωτότυπη εικαστική εγκατάσταση με τίτλο «Τάκης Κανελλόπουλος: Ονειρεύομαι μια εκδρομή», αναφέρθηκε στη θέση που κατέχει η ταινία μέσα στη συνολική δουλειά του Τάκη Κανελλόπουλου, ενώ παράλληλα σχολίασε τις διάφορες ερμηνείες του αντιπολεμικού της χαρακτήρα. «Έπειτα από χρόνια μελέτης του ελληνικού σινεμά είμαι σίγουρος πως ο Ουρανός αποτελεί αδιαμφισβήτητο αριστούργημα σε διεθνές επίπεδο. Θα έλεγα πως η ταινία αποτελεί ένα είδος επαναστατικής πράξης. Το πρόβλημα με τον Τάκη Κανελλόπουλο είναι ο εξοστρακισμός του από την ελληνική ιστορία και τον Νέο Ελληνικό Κινηματογράφο της δεκαετίας του ’70. Αποκλείστηκε γιατί χαρακτηρίστηκε “μη πολιτικοποιημένος” σκηνοθέτης. Μπορούμε πλέον να πούμε πως πρόκειται για μια καθαρά πολιτική ταινία, γιατί είναι πολιτικό να αντλείς για το σενάριό σου από αληθινές ιστορίες και να επαναπροσδιορίζεις την έννοια του πατριωτισμού. Εύκολα τη χαρακτηρίζουμε ως μια αντιπολεμική ταινία, αλλά νομίζω πως ο Ουρανός θέλει να μοιραστεί το πολύ απλό γεγονός, πως στον πόλεμο δεν υπάρχουν νικητές παρά μόνο άνθρωποι που χάνουν την ανθρωπιά τους» ανέφερε μεταξύ άλλων. «Για μένα η αντιπολεμική σημασία της ταινίας έγκειται στο γεγονός πως δεν υπάρχει εχθρός, δεν βλέπουμε τον εχθρό και αυτό ήταν μια συνειδητή επιλογή του Κανελλόπουλου. Ο εχθρός είναι ο ίδιος ο πόλεμος. Ήθελε να δώσει μια εξήγηση στο ακατανόητο του πολέμου, το ότι μας καταστρέφει, αυτή είναι η βασική αντιπολεμική χροιά της ταινίας».
Στο σημείο αυτό, σε ερώτηση του Γιάννη Παλαβού σχετικά με τη σύγχρονη «μετάφραση» της ταινίας, δεδομένων των δύο ενεργών πολεμικών μετώπων στη Γάζα και την Ουκρανία, ο Μαρκ Μαζάουερ τόνισε: «Ο πόλεμος δεν είναι πάντα και παντού το ίδιο. Υπάρχουν διάφορα είδη πολέμου. Ο πόλεμος που εκτυλίσσεται τώρα στην Γάζα είναι διαφορετικός από τον πόλεμο που εκτυλίσσεται στην Ουκρανία, και ο πόλεμος που απεικονίζει (ο Κανελλόπουλος) είναι ένα συγκεκριμένο είδος πολέμου, με τον οποίο δεν υπάρχουν άμεσες αναλογίες. Αυτό που μου προκαλεί εντύπωση είναι πως τον Οκτώβρη του ’40, όταν η Ελλάδα μπήκε στον πόλεμο, ήταν μια σχετικά σταθερή κοινωνία με ένα σχετικά, για την εποχή, λειτουργικό κράτος, το οποίο μπορούσε να κινητοποιήσει (τον στρατό) σε ικανοποιητικό επίπεδο. Μέχρι τον Απρίλιο του ’41 το κράτος είχε καταρρεύσει. Όταν μπαίνεις σε έναν πόλεμο δεν γνωρίζεις ποτέ τι θα συμβεί και τι συνέπειες θα ακολουθήσουν και νομίζω πως αυτό ισχύει και για τη Γάζα τη δεδομένη στιγμή. Φαίνεται πως δεν υπάρχει ιδιαίτερη σκέψη για το τι θα ακολουθήσει, αλλά είναι σχεδόν σίγουρο πως θα ισχύσει ο νόμος της ακούσιας συνέπειας. Αυτό νομίζω πως είναι και ένα πιθανό μήνυμα της ταινίας».
Λίγο πριν η συζήτηση ανοίξει προς το κοινό, οι ομιλητές σχολίασαν το κατά πόσο η σύγχρονη ελληνική κοινωνία είναι πιο δεκτική στο να αναλογιστεί το παρελθόν της «ακόμη και αν αυτό σημαίνει να αναγνωρίσει άβολες αλήθειες», όπως ανέφερε ο κ. Παλαβός, ενώ ο κ. Κρανάκης έθεσε τον προβληματισμό πως «η Ελλάδα έχει πρόβλημα με το να αντιμετωπίζει το παρελθόν της. Δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος, έχουμε μια προβληματική σχέση με την ιστορία μας και τείνουμε να ζούμε στην ασφάλεια των όσων μάθαμε στο σχολείο ή των ψευδών ειδήσεων που ακούμε, οπότε νομίζω πως μια ταινία όπως ο Ουρανός θα μπορούσε μεν σήμερα να προβληθεί πολύ πιο ελεύθερα, αλλά δεν νομίζω πως θα σημείωνε επιτυχία».
Ακολούθησαν ερωτήσεις και σχόλια από το κοινό για το έργο του δημιουργού και την ιστορική περίοδο στην οποία εκτυλίσσεται. Στη διάρκεια της συζήτησης, τον λόγο πήρε μεταξύ άλλων ο ηθοποιός της ταινίας -και πρωταγωνιστής σε μία από τις εμβληματικές της σκηνές- Γιώργος Φουρνιάδης, ο οποίος μοιράστηκε συγκινητικές ιστορίες από τη συνεργασία του με τον Τάκη Κανελλόπουλο, αλλά και από τα γυρίσματα της ταινίας.
Στις τελευταίες του τοποθετήσεις, ο κ. Μαζάουερ στάθηκε στον τρόπο με τον οποίο η ταινία «παρουσιάζει την πορεία της συλλογικής εμπειρίας του πολέμου, το χτίσιμο μιας “νέας κοινωνικής αλληλεγγύης” που συνδέει τους καθημερινούς ανθρώπους, όταν απουσιάζουν οι επίσημες δομές και οι θεσμοί». Παράλληλα, αναφέρθηκε και στη σπουδαία καλλιτεχνική αξία της ταινίας: «Θα ήθελα να προσθέσω πως ενώ η συζήτησή μας εστίασε στην ιστορία και στην πολιτική της εποχής, παρακολουθώντας την ξανά απόψε, τα σημεία που μου έκαναν την μεγαλύτερη εντύπωση εντοπίζονται σε ένα τελείως διαφορετικό πεδίο, όπως στην αφηγηματική χρήση του νερού στην ταινία. Υπάρχει μια συγκλονιστική χρήση του φυσικού τοπίου ως αφηγηματικού οχήματος και σίγουρα δεν σκέφτηκα μόνο εγώ τον Αγγελόπουλο στο εναρκτήριο πλάνο της ταινίας με τα σύννεφα. Όλα τα παραπάνω συνδέονται μεταξύ τους και αυτό το στοιχείο την καθιστά μια εξαιρετική ταινία και όχι απλώς ένα πολύτιμο ιστορικό κειμήλιο».