Ανοιχτή συζήτηση με θέμα «Ντοκιμαντέρ και ηθικά διλήμματα» πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 9 Μαρτίου, στην αίθουσα Παύλος Ζάννας, στο Ολύμπιον, στο πλαίσιο του 25ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Πέντε έλληνες σκηνοθέτες ντοκιμαντέρ μοιράστηκαν εμπειρίες και σκέψεις για τα ηθικά διλήμματα που έχουν αντιμετωπίσει στη δημιουργία των ταινιών τους, παρουσιάζοντας και συγκεκριμένα, ενδεικτικά αποσπάσματα από δικά τους φιλμ. Πιο συγκεκριμένα, στην εκδήλωση μίλησαν οι σκηνοθέτες Μάρκος Γκαστίν, Μαριάννα Οικονόμου, Κατερίνα Πατρώνη, Σταύρος Ψυλλάκης και Κίμων Τσακίρης, ενώ τη συζήτηση συντόνισε ο Απόστολος Καρακάσης, σκηνοθέτης και καθηγητής στη Τμήμα Κινηματογράφου της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ.
Τον λόγο πήρε αρχικά ο Απόστολος Καρακάσης: «Έχουμε στη σκηνή ορισμένους από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες ντοκιμαντέρ στην Ελλάδα. Το έργο τους είναι πολύ μεγάλο και ο χρόνος μας πολύ μικρός για να κάνουμε ξεχωριστή εισήγηση για τον καθένα και την καθεμία. Το θέμα που θα συζητήσουμε απασχολεί κάθε δημιουργό ντοκιμαντέρ. Τα ηθικά διλήμματα που τίθενται έχουν μια πρακτική διάσταση. Τι κινηματογραφώ και τι κρατάω στο μοντάζ είναι μερικά από τα ερωτήματα που μας απασχολούν. Συνεπώς, δεν είναι μια θεωρητική συζήτηση, αλλά έχει και πρακτικά αντικρίσματα. Πριν ξεκινήσουμε θα ήθελα να αναφέρω πως το Φεστιβάλ άρχισε φέτος με μια πένθιμη σκιά από το τρομακτικό δυστύχημα στα Τέμπη, ενώ χθες το πένθος αυτό επεκτάθηκε με την απώλεια του αγαπημένου μας δασκάλου, Λάκη Παπαστάθη. Ήταν ένας πρωτοπόρος του ελληνικού ντοκιμαντέρ και διηύθυνε την ιστορική εκπομπή Παρασκήνιο με τον Τάκη Χατζόπουλο, από την οποία πέρασαν πάνω από διακόσιοι δημιουργοί. Ο Λάκης είχε μεγάλο πάθος και γνώση για την ελληνική τέχνη. Πατούσε στη γη, αλλά συγχρόνως ζούσε σε έναν γαλαξία όπου υπήρχαν όλοι οι αστέρες της νεότερης ελληνικής τέχνης, τους οποίους πήγε να συναντήσει. Αφιερώνουμε τη σημερινή συζήτηση σε εκείνον».
Η συζήτηση ξεκίνησε μετά την προβολή ενός κλιπ από την ταινία Ο τέταρτος χαρακτήρας της Κατερίνας Πατρώνη. Η σκηνοθέτιδα μίλησε αρχικά και εκείνη για τον εκλιπόντα Λάκη Παπαστάθη. «Το βλέμμα του τόσο στον κόσμο όσο και στις ταινίες θα μας λείψει πολύ, όπως και τα λόγια του. Όσον αφορά το κλιπ που είδαμε, ο πρωταγωνιστής είναι ο Παύλος, ο ένας από τους τρεις χαρακτήρες της ταινίας. Είναι ένας άνθρωπος που ποθούσε να έρθει σε επαφή με τον Θεό. Τον διάλεξα επειδή έχει αυτόν τον βαθύ πόθο μέσα του και αναρωτιόμουν πώς θα τον προστάτευα μέσα στην ταινία ώστε να μην τον απεικονίσω ως κάποιον άξιο χλευασμού. Απευθύνομαι, βέβαια, σε ανθρώπους που δεν απορρίπτουν το θέμα της θρησκείας και του Θεού. Δεν με ενδιαφέρει το ντοκιμαντέρ να τεκμηριώνει. Ως δημιουργός μού αρέσει να ψάχνω τη σημασία των πραγμάτων. Για μένα δεν υπάρχει ανίερος τόπος και θεωρώ ότι δεν παραπλανώ τους θεατές της ταινίας. Σημασία για μένα έχει να αναδύεται κάποια αλήθεια ανεξάρτητα με το αν μπορεί να τεκμηριωθεί».
Σύμφωνα με τη Μαριάννα Οικονόμου: «Όταν μπαίνεις στο κόσμο του ντοκιμαντέρ χρειάζεται να λύσεις ηθικά θέματα τόσο σε σχέση με τους χαρακτήρες σου όσο και σε σχέση με σένα τον ίδιο. Το ηθικό δίλημμα έχει να κάνει πρώτα με τον άνθρωπο που έχεις μπροστά σου και έπειτα απέναντι στους θεατές σου». Όπως εξήγησε ο Κίμων Τσακίρης: «Πέρα από τη δική μας εσωτερική ηθική ερχόμαστε σε επαφή και με την εξωτερική ηθική του περίγυρού μας. Για παράδειγμα, βρισκόμαστε σε ένα pitch και θέλουμε να παρουσιάσουμε ένα ντοκιμαντέρ για ένα παιδάκι που έχασε όλη του την οικογένεια και υποσχόμαστε, προκειμένου να πάρουμε τη χρηματοδότηση, πως στο τέλος θα το κάνουμε να κλάψει. Για μένα κάτι τέτοιο είναι αποκρουστικό. Αυτός ο χώρος έχει πολλές παγίδες και πρέπει να είμαστε αρκετά προσεκτικοί ώστε να μην χειραγωγήσουμε το συναίσθημα. Η ηθική μας δεν ορίζεται από το πρώτο μας ντοκιμαντέρ. Αλλάζουμε και εμείς όσο μεγαλώνουμε. Όπως ανέφερα, πέρα από την εσωτερική μας ηθική, υπάρχει και η εξωτερική ηθική, την οποία δεν μπορούμε να αποφύγουμε».
Στη συνέχεια, προβλήθηκε απόσπασμα από την ταινία του κ. Τσακίρη, Το αόρατο τείχος. «Η ιστορία εξελίσσεται στο Αγαθονήσι το 2009 πριν αρχίσει το μεταναστευτικό. Δεν ήθελα να κάνω ένα ντοκιμαντέρ για πρόσφυγες που να στηρίζεται στο συναίσθημα. Μέσα στο μικρό λιμανάκι ο καθένας ζει στον δικό του κόσμο. Δεν είναι μία η πραγματικότητα. Πρέπει να την ψάξεις αναζητώντας τις αλήθειες. Η αναζήτηση της αλήθειας είναι για μένα η βάση για οποιαδήποτε ηθική». Στην ερώτηση για το αν θα κινηματογραφούσε ποτέ κάποιον για τον οποίο δεν έχει καμία ενσυναίσθηση, ο Μάρκος Γκαστίν ανέφερε: «Έχω τραβήξει πολλούς. Όπως τη Χρυσή Αυγή για παράδειγμα. Το θέμα της ηθικής είναι προσωπικό. Υπάρχουν κόκκινες γραμμές που δεν θα ξεπεράσω. Σκέφτεσαι να μην παραβιάσεις τον χαρακτήρα σου, να μην του κάνεις κακό και να μην εκμεταλλευτείς την αθωότητά του. Πάντα ζητώ τη συγκατάθεση του πρωταγωνιστή μου. Κάνουμε ντοκιμαντέρ για να πούμε ιστορίες που βλέπουμε στην πραγματικότητα».
Προβλήθηκε στη συνέχεια απόσπασμα από την ταινία Δημοκρατία, ο δρόμος του σταυρού του κ. Γκαστίν. Σύμφωνα με τον ίδιο: «Είναι μια συλλογική ταινία με πέντε σκηνοθέτες που κινηματογραφήσαμε πέντε υποψήφιους βουλευτές για τις εκλογές του 2012. Δεν είχα πρόσβαση στη Χρυσή Αυγή. Με βοήθησε η δημοσιογράφος Νικολία Αποστόλου. Στο ντοκιμαντέρ παρατήρησης που κάναμε, δεν είχαμε κανένα σχολιασμό. Οι ιδέες του Ηλία Παναγιώταρου ήταν άλλωστε τόσο διαβολικές που δεν χρειαζόταν να κάνουμε προπαγάνδα».
Αμέσως μετά, προβλήθηκε ένα κλιπ από την ταινία The Longest Run της Μαριάννας Οικονόμου. «Ξεκίνησα τη συγκεκριμένη ταινία το 2015. Τότε άκουσα μια ιστορία για ανήλικα παιδιά που προσπαθούσαν να περάσουν τα σύνορα της χώρας. Τα πιάνουν εκεί, τα βάζουν σε μια φυλακή ανηλίκων και μετά τα ξεχνάνε, αφήνοντάς τα στο έλεος της δικαιοσύνης. Η πρόσβαση στη φυλακή ήταν πολύ περιορισμένη, είχα μόνο δέκα ημέρες. Δεν ήξερα αυτούς τους χαρακτήρες και όταν τους επέλεξα, άρχισα να τους παρακολουθώ. Ήταν δύο απολύτως ευάλωτα πλάσματα. Δεν ήξερα πώς να τα αντιμετωπίσω και υπήρχαν πολλά θέματα που έπρεπε να λύσω. Δημιουργήθηκε μια σχέση πάρε-δώσε μεταξύ μας. Με χρησιμοποιούσαν και αυτοί με την προϋπόθεση ότι ίσως είχαν μια πιο ευνοϊκή αντιμετώπιση από την δικαιοσύνη. Ήξερα ότι το φίλτρο της ηθικής ήταν το μοντάζ. Ο λόγος που έκανα αυτό το ντοκιμαντέρ ήταν επειδή ένιωσα αδικία. Ήμουν με το μέρος των παιδιών και η ιστορία τους αφορούσε την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Στη συνέχεια, προβλήθηκε απόσπασμα από το ντοκιμαντέρ Άλλος δρόμος δεν υπήρχε του Σταύρου Ψυλλάκη. Όπως εξήγησε ο δημιουργός: «Το ντοκιμαντέρ είναι για μένα μια ταινία μυθοπλασίας, απλώς γίνεται με διαφορετικούς όρους. Θα πω τρεις φράσεις/αποφθέγματα που το επιβεβαιώνουν. “Ό,τι περιγράφω με περιγράφει”, “κάθε φορά λέμε την αλήθεια που μπορούμε να πούμε” και “δεν υπάρχουν γεγονότα, αλλά ερμηνείες στα γεγονότα”. Κάθε άνθρωπος φωτίζει διαφορετικά το ίδιο γεγονός. Όλα τα διλήμματα που ανέφεραν οι συνάδελφοι πριν, τα έχω αντιμετωπίσει. Ποτέ δεν κάνω ταινία για κάτι που δεν με ενδιαφέρει. Δεν κάνω ντοκιμαντέρ για να καταγγείλω ή να διορθώσω κάτι. Δεν έχω τέτοιες προθέσεις. Όσον αφορά την ταινία, όλα ξεκίνησαν από μια ιδέα/πρόταση του φίλου Ματθαίου Φραντζεσκάκη, το 2005. Μου σύστησε να διαβάσω το βιβλίο Άλλος δρόμος δεν υπήρχε των Ν. & Α. Κοκοβλή. Κάτι είχα ακούσει για την ύπαρξη αυτών των ανθρώπων, αλλά αφότου διάβασα το βιβλίο διαπίστωσα το μέγεθος της ιστορίας».
«Ντοκιμαντέρ είναι για μένα να φανερώνω την πραγματικότητα. Βλέπω πολλά ντοκιμαντέρ που λένε ψέματα. Οπότε η δουλειά μας είναι να αποκαλύψουμε την αλήθεια. Είναι επικίνδυνο να λέμε ότι το ντοκιμαντέρ είναι μυθοπλασία. Είμαι συνειδητός άνθρωπος, αλλά όταν κάνω ντοκιμαντέρ δεν ξέρω τίποτα, βγάζω τα γυαλιά μου. Επίσης, πρέπει να προστατεύεις τους συνεργάτες σου», σχολίασε ο κ. Γκαστίν. Όσο για το αν οι δημιουργοί κλείνουν την κάμερα όταν πρέπει, ο Απόστολος Καρακάσης απάντησε ως εξής: «Έχω κινηματογραφήσει ανθρώπους χωρίς να το ξέρουν, έχω βάλει κρυφή κάμερα, γενικά έχω προκαλέσει καταστάσεις». «Εγώ έχω μετανιώσει που δεν άφησα την κάμερα να γράφει σε πολλές περιπτώσεις», ανέφερε ο κ. Γκαστίν. «Έκλεινα την κάμερα όταν υπήρχε συγκίνηση για να μην αισθανθούν άσχημα οι πρωταγωνιστές μου. Πλέον δεν το κάνω», τόνισε η κ. Οικονόμου και μαζί της συμφώνησε και η κ. Πατρώνη, η οποία πρόσθεσε: «Έχω μετανιώσει για μια σκηνή στην ταινία Με τα μάτια στραμμένα στη στεριά και τον ναύτη πρωταγωνιστή μου, τον Νίκο. Τον πέτυχα σε μια φάση που ήταν μεθυσμένος, καταλάβαινε βέβαια τι έκανε και με το που ανέβηκαν “τα κορίτσια” στο καράβι, εκείνος συμπεριφερόταν περίεργα. Δεν ήθελα να τον εκθέσω παρότι ο ίδιος δεν μου ζήτησε να σταματήσω να κινηματογραφώ. Σήμερα ίσως να μην το έκανα, να μην είχα σταματήσει την κάμερα. Είναι μια σκηνή που σκέφτομαι συνεχώς».
Σε ερώτηση του κοινού για το αν το animation θα μπορούσε να αποτελεί μέρος των ντοκιμαντέρ ο κ. Γκαστίν ανέφερε: «Το έχω χρησιμοποιήσει σε ταινία που έκανα για ένα τετραπληγικό παιδί. Υπήρχε υλικό από την ημέρα του ατυχήματος όπου μια βουτιά στη θάλασσα με φίλους είχε ως αποτέλεσμα να σπάσει τον λαιμό του. Επειδή οι γονείς του δεν το είχαν δει και θα ήταν χυδαίο να το παρουσιάσουμε με αυτόν τον τρόπο, το animation ήταν η κατάλληλη λύση». Ο ίδιος θυμήθηκε και μια συζήτηση που είχε με τον γιο του όταν εκείνος ήταν εννιά ετών. «Μου ανέφερε ότι δεν του αρέσουν τα ντοκιμαντέρ. Όπως μου είπε, σε μια ταινία υπάρχει ένα πρόβλημα και μέχρι το τέλος ο πρωταγωνιστής βρίσκει τη λύση. Στα ντοκιμαντέρ υπάρχει ο πρωταγωνιστής, υπάρχει και το πρόβλημα που συνεχίζει να παραμένει άλυτο μέχρι και το τέλος».