Το masterclass «Λοράν Γκρεγκουάρ-Call My Agent on Stage» πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 10 Νοεμβρίου, στην αίθουσα Παύλος Ζάννας, στο πλαίσιο του μεγάλου αφιερώματος του Φεστιβάλ στην υποκριτική, με τίτλο «Ποιος παίζει; / Time to Act». Ο εμβληματικός γάλλος ατζέντης Λοράν Γκρεγκουάρ, συνιδρυτής του πρακτορείου καλλιτεχνών Adéquat και πηγή έμπνευσης για την επιτυχημένη σειρά Call My Agent που απολαύσαμε στο Netflix, αποκάλυψε στο κοινό τα μυστικά και τις αθέατες πτυχές της δουλειάς του.
Αρχικά, ο Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος, σκηνοθέτης και Καθηγητής στο Τμήμα Κινηματογράφου του ΑΠΘ, ευχαρίστησε το κοινό και το Φεστιβάλ γι’ αυτή τη σειρά από ενδιαφέροντα masterclasses και προλόγισε τον Λοράν Γκρεγκουάρ: «Ο πράκτορας καλλιτεχνών είναι μια φιγούρα σημαντική στην παραγωγή ταινιών, ειδικά στο εξωτερικό. Για πολλούς καλλιτέχνες, η σταδιοδρομία τους και η επιβίωσή τους εξαρτάται από τους καλλιτεχνικούς πράκτορες, Είμαστε τυχεροί που για το θέμα αυτό θα μιλήσει ο Λοράν Γκρεγκουάρ, συνιδιοκτήτης του Adéquat και ο άνθρωπος που ενέπνευσε τη σειρά Call My Agent».
«Είμαι χαρούμενος που βρίσκομαι στο Φεστιβάλ, για το οποίο έχω ακούσει τόσα πολλά. Γνωρίζω την Ελίζ Ζαλαντό, τη Γενική Διευθύντρια του Φεστιβάλ, ενός θεσμού που αφορά πολλούς ανθρώπους που δουλεύουν για το σινεμά», ανέφερε σχετικά. «Το επάγγελμα αυτό το μαθαίνεις στην πράξη», πρόσθεσε. «Ξεκίνησα τυχαία στον κλάδο και βρίσκομαι στον χώρο 35 χρόνια. Πιστεύω πως σ’ αυτή τη βιομηχανία, όλα μπορούν να συμβούν. Πρέπει να κρατάτε την ελπίδα μέσα σας, ώστε να μπορέσουν οι νέοι του σινεμά να πετύχουν τους στόχους τους», ανέφερε σχετικά.
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στο Adéquat, το πρακτορείο του στο Παρίσι: «Εκπροσωπούμε μεγάλα ονόματα, όπως η Μαριόν Κοτιγιάρ και ο Ομάρ Σι. Πιστεύω πως δεν υπάρχουν τέτοια πρακτορεία στην Ελλάδα, κι αυτό εξηγείται από το ότι η βιομηχανία του σινεμά εδώ δεν είναι τόσο ανεπτυγμένη όσο στη Γαλλία. Όταν παράγονται λίγες ταινίες, είναι δύσκολο να παρουσιαστεί η ανάγκη για πράκτορες καλλιτεχνών. Θεωρείται ένα είδος παρασιτικού επαγγέλματος που εξετάζει την αντιστοίχιση μεταξύ ενδιαφερομένων και προσφερόμενης εργασίας. Είναι το αόρατο χέρι που ρυθμίζει αυτές τις σχέσεις, μεταξύ ευκαιριών και ανθρώπων που βρίσκονται εκεί να τις αρπάξουν».
Η δουλειά του πράκτορα καλλιτεχνών, κατά τον κ. Γκρεγκουάρ, επικεντρώνεται:
«Οι ατζέντηδες υπάρχουν σε μεγάλες χώρες με μεγάλη κινηματογραφική παραγωγή. Εκεί, υπάρχει αρκετή δουλειά, ώστε να μπορεί να σταθεί ο κλάδος», συνέχισε ο κ. Γκρεγκουάρ. «Όταν η χώρα δεν έχει μεγάλη παραγωγή (για παράδειγμα η Κύπρος, που έχει 10 ταινίες τον χρόνο) δεν υπάρχει λόγος ύπαρξης του κλάδου μας. Στο Βέλγιο, επίσης, η δουλειά του πράκτορα καλλιτεχνών απαγορεύεται. Θεωρούν πως δουλεύουμε σε βάρος των ηθοποιών. Στην περίπτωση της Ελλάδος (με 30 ταινίες τη χρονιά) σύντομα θα επιτραπούν οι ατζέντηδες. Η χώρα έχει φτάσει σε κατάσταση ωριμότητας ως προς την κινηματογραφική παραγωγή».
Στη συνεχεία, ανέλυσε το θέμα της αμοιβής του πράκτορα καλλιτεχνών: «Παίρνουμε το 10% της αμοιβής του ηθοποιού, ούτε περισσότερο, ούτε λιγότερο. Καμία αμοιβή δεν περνάει απευθείας σε εμάς. Πάντα παρεμβάλλεται ο παραγωγός. Υπάρχει ένα έγγραφο που συνδέει τον καλλιτέχνη με τον ατζέντη: το mandat d’ artist, το οποίο δίνει τη δυνατότητα στους καλλιτέχνες να αποσυρθούν ανά πάσα στιγμή. Φυσικά, προστατεύει και εμάς με οικονομικές αποζημιώσεις. Κάθε καλλιτέχνης υποχρεώνεται νομικά να έχει έναν ατζέντη, αλλά και διεθνείς συνεργασίες. Μετά το πρώτο έτος, η ισχύς αυτού του συμβολαίου ανανεώνεται σιωπηλά για 3 χρόνια κάθε φορά. Το έγγραφο αυτό ορίζει βεβαίως όλη τη δραστηριότητα του ηθοποιού. Υπάρχουν νομικές και οικονομικές πτυχές στον κλάδο, για να προστατευτεί η εκατέρωθεν επαγγελματική δραστηριότητα».
Σχολιάζοντας τις σχέσεις μεταξύ ατζέντη και ηθοποιού, ο κ. Γκρεγκουάρ ανέφερε: «Είμαστε δίπλα στους καλλιτέχνες, αναπτύσσουμε στενές σχέσεις. Όταν ένας καλλιτέχνης αφήνει τον πράκτορα καλλιτεχνών με τον οποίο συνεργάζεται υπάρχει αρκετή στεναχώρια. Με τη Μαριόν Κοτιγιάρ, για παράδειγμα, είμαστε 30 χρόνια μαζί. Είμαστε σαν ζευγάρι, χωρίς το σεξ. Ερχόμαστε πολύ κοντά και ορισμένοι κουράζονται από μία τόσο κοντινή σχέση μετά από χρόνια. Πρόκειται για μια φιλική σχέση με οικονομικές πτυχές. Εγώ, προσωπικά, δεν μπορώ να δουλέψω με ηθοποιούς που δεν μου αρέσουν προσωπικά, όσο αναγνωρισμένοι και ταλαντούχοι κι αν είναι. Επίσης, αρνούμαι να συνεργαστώ με ηθοποιούς τους οποίους δεν έχω δει να παίζουν».
Μιλώντας για τους καλλιτέχνες με τους οποίους συνεργάζεται ως προσωπικότητες, ο κ. Γκρεγκουάρ ανέφερε: «Κάτι που έμαθα από τη δουλειά είναι ότι αν πλησιάσει κανείς κοντά σ’ ένα θηρίο, θα τον καταβροχθίσει. Ένας μεγάλος καλλιτέχνης είναι ένα τέτοιο θηρίο, αν τον πλησιάσεις πολύ πρέπει να κρατάς τόσο το καρότο όσο και το μαστίγιο. Πρόκειται για περίπλοκες και δύσκολες σχέσεις, διότι οι καλλιτέχνες είναι εύθραυστα και ευαίσθητα άτομα. Ειδικά μια νέα ηθοποιός, που μπορεί να γίνεται αντικείμενο πόθου για το κοινό. Με το πέρασμα του χρόνου, αλλάζουν οι τρόποι που κάποιος κινείται. Όταν φύγει κάποιος από εμένα, σκέφτομαι πως ο τρόπος που δουλεύαμε δεν αποδίδει πλέον: αυτή η σχέση φτάνει σε ένα τέλος. Με στεναχωρεί αυτό, αλλά η ζωή συνεχίζεται».
Στη συνέχεια, σχολίασε τη διαχείριση της απόρριψης από τους ηθοποιούς ως απαραίτητη δεξιότητα: «Είναι δύσκολο να βλέπει κάποιος ότι δεν επιλέγεται από σκηνοθέτες. Είναι κάτι που δεν έχει να κάνει αποκλειστικά με το ταλέντο, αλλά και το παρουσιαστικό. Μιλάμε για ένα περίπλοκο παιχνίδι. Πολλές φορές δεν σε επιλέγουν, αλλά αυτό δεν έχει να κάνει με αυτό που είσαι και πρεσβεύεις ως καλλιτέχνης. Εκεί ξεκινάει η δουλειά του ατζέντη, προκειμένου να καθοδηγεί τον καλλιτέχνη στις επιλογές του».
Έπειτα, μίλησε για τη μετατόπιση του ενδιαφέροντος στις πλατφόρμες: «Εκπροσωπούμε γύρω στους 800 καλλιτέχνες, όχι μόνο ηθοποιούς του σινεμά, αλλά και της τηλεόρασης και από τις πλατφόρμες streaming, σεναριογράφους, σκηνοθέτες και άλλους. Πλέον, οι πλατφόρμες streaming αναντίρρητα κυριαρχούν σε παγκόσμια κλίμακα». Σχολίασε επίσης την σειρά Call My Agent, της οποίας υπήρξε έμπνευση, από το πώς ξεκίνησε στο France 2 και πώς έφτασε έως το Netflix λόγω μεγάλης επιτυχίας. Αυτό αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τους πράκτορες καλλιτεχνών παγκοσμίως, γιατί ήταν η πρώτη σειρά τέτοιας εμβέλειας που αναφερόταν στο υποφωτισμένο αυτό επάγγελμα.
Αμέσως μετά, αναφέρθηκε στο πώς η Οντρέ Τοτού απέρριψε τον ρόλο της Εντίθ Πιάφ στην ταινία Ζωή σαν Τριαντάφυλλο και ο ίδιος μεσολάβησε ώστε να πάρει τον ρόλο η Μαριόν Κοτιγιάρ, σε μια ερμηνεία που της χάρισε το Όσκαρ A' Γυναικείου ρόλου, χαρακτηρίζοντας τον ρόλο του ατζέντη ως «στρατηγικό» σε τέτοιες περιπτώσεις. Αναφέρθηκε, επίσης στον «θάνατο» του εθνικού στοιχείου στο σινεμά. «Πλέον, χάρη στην παγκοσμιοποίηση και τις ψηφιακές τεχνολογίες τα πράγματα έχουν αλλάξει. Μπορεί κανείς να δουλέψει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες -αρκεί φυσικά να γνωρίζει αγγλικά», ανέφερε σχετικά. Κλείνοντας, αναφέρθηκε στο πόσο δύσκολο και ασταθές είναι το επάγγελμα του ηθοποιού: «Στην υποκριτική, όλα μπορούν να συμβούν, μπορεί κανείς μονάχα να υπομένει και να πιστεύει στον εαυτό του. Πρόκειται για ένα πραγματικά δύσκολο επάγγελμα. Ο ατζέντης είναι, τελικά, ένας καλός σύμμαχος σε μια δύσκολη διαδρομή».