16ο ΦΝΘ: Κουβεντιάζοντας 17/3

16ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης –
Εικόνες του 21ου Αιώνα
14-23 Μαρτίου 2014
 
KOYBENTIAZONTAΣ 17/3

 
Η ενότητα «Κουβεντιάζοντας» του 16ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης συνεχίστηκε τη Δευτέρα 17 Μαρτίου 2014. Συμμετείχαν οι σκηνοθέτες Ανναμαρία Γκαλόνε (Αυτή είναι ο σύζυγός μου), Αναντά Ανρί-Μπιαμπό (Πετάει ο μάγος; Πετάει!), Τζέσι Ρόουσλερ (Πετώντας αστερίες στη θάλασσα), Γκάμπορ Φερέντσι (Όβερντοους-Τρέχοντας για ένα όνειρο), Δημήτρης Στατήρης (Relentless) και Κώστας Πλιάκος (Yusef’s Song).
 
Στη συζήτηση, την οποία συντόνισε ο Γιώργος Κρασσακόπουλος, αρχικά οι δημιουργοί «συστήθηκαν», μιλώντας για τα ντοκιμαντέρ τους, τα οποία προβάλλονται στη φετινή διοργάνωση. Στη συνέχεια, η κουβέντα επεκτάθηκε σε ευρύτερα ζητήματα, όπως η σχέση του ντοκιμαντερίστα με τους ήρωές του, το αν είναι εφικτό ο σκηνοθέτης να έχει αντικειμενική ματιά, αλλά και σε ποιες περιπτώσεις πρέπει να προστατεύει τον πρωταγωνιστή ακόμη και σε βάρος της ταινίας.
 
Παρουσιάζοντας εν συντομία την ταινία του Πετώντας αστερίες στη θάλασσα, ο Τζέσι Ρόουσλερ σημείωσε ότι αναφέρεται στην «ιστορία τριών συνηθισμένων ανθρώπων –ενός συνταξιούχου δασκάλου από τη Μινεσότα, ενός κορυφαίου σεφ από τη Ινδία κι ενός δωδεκάχρονου κοριτσιού από τη Νότια Καρολίνα-, που κάνουν ασυνήθιστα πράγματα, με στόχο να καταπολεμήσουν την πείνα των συνανθρώπων τους». Από την πλευρά του, ο Γκάμπορ Φερέντσι, το ντοκιμαντέρ του οποίου Όβερντοους-Τρέχοντας για ένα όνειρο εστιάζει σε ένα ξεχωριστό άλογο, υπογράμμισε: «Όβερντοους είναι το όνομα ενός θαυμάσιου αλόγου που το 2008 κέρδισε 12 αγώνες σερί και έγινε σύμβολο της τύχης στην Ουγγαρία, τόσο πολύ που όλοι νόμιζαν ότι θα μας σώσει από την οικονομική κρίση». Μιλώντας για το ντοκιμαντέρ της Αυτή είναι ο σύζυγός μου, το οποίο καταγράφει την απόφαση του 52χρονου Αλεσάντρο να γίνει γυναίκα και τη σχέση του με τη σύντροφό του Ρομπέρτα, η σκηνοθέτιδα Ανναμαρία Γκαλόνε είπε: «Δεν με ενδιέφερε να κάνω μια ταινία ‘’κλειδαρότρυπας’’, αλλά να παρουσιάσω μια ερωτική ιστορία». Το ντοκιμαντέρ Yusef’s Song του Κώστα Πλιάκου αποτυπώνει τη σημερινή κατάσταση στη Λιβύη μετά την αραβική άνοιξη, μέσα από την ιστορία του νεαρού Γιούσεφ, του διασημότερου ράπερ της χώρας. «Yπήρχαν πολλές αντιφάσεις στην ιστορία αυτή, όπως το πώς ένας νέος μουσουλμάνος που χρησιμοποιεί τη ‘’μουσική του σατανά’’ μπορεί να μιλά για την επανάσταση. Μέσω του Γιούσεφ παρακολουθώ τη γενιά του, που δεν είναι πολιτικοποιημένη, αλλά έχει όνειρα για το μέλλον», υπογράμμισε ο σκηνοθέτης. Από την άλλη, στην ταινία Πετάει ο μάγος; Πετάει, η Αναντά Ανρί-Μπιαμπό παρακολουθεί τη ζωή τριών γυναικών σε μια φαβέλα στο Καράκας, οι οποίες προσπαθούν να λύσουν τα προβλήματά τους καταφεύγοντας στη βοήθεια ενός μάγου. Όσο για το ντοκιμαντέρ Relentless του Δημήτρη Στατήρη, αυτό καταγράφει την ιστορία ενός ιταλού άνδρα που σώθηκε από τη βία και τα ναρκωτικά χάρη στην πυγμαχία. «Η αναζήτηση της πραγματικότητας του άλλου μέσω του ντοκιμαντέρ καταλήγει η δική σου περιπέτεια. Στο τέλος ανακαλύπτεις πολλά πράγματα για σένα», τόνισε σχετικά ο σκηνοθέτης.
 
«Μου αρέσει να ακούω ιστορίες ανθρώπων. Είναι δύσκολο να σου δείξει κάποιος την ψυχή του, αλλά όταν συμβαίνει είναι σαν να γίνεται ένα θαύμα», είπε η κ. Γκαλόνε, δηλώνοντας ότι αυτό που τη γοήτευσε στους ήρωες της ήταν «η αποφασιστικότητα και το πάθος τους». Από την άλλη, η βαθύτερη σχέση αγάπης και τρυφερότητας που βρίσκεται πίσω από την κίνηση του να δώσεις ένα σάντουιτς σε κάποιον που πεινάει, ήταν αυτό που συγκίνησε τον κ. Ρόουσλερ. «Ως ντοκιμαντερίστες θα πρέπει να καταλαβαίνουμε τους ανθρώπους. Η όλη διαδικασία είναι μια εξερεύνηση των άλλων και του εαυτού μας», επεσήμανε ο κ. Φερέντσι. Για τον κ. Πλιάκο, όπως είπε, η πρόκληση ήταν να προσπαθήσει να καταλάβει μια χώρα του Ισλάμ, με την οποία δεν είχε ποτέ άλλοτε επαφή, να καταλάβει τον ήρωά του και μέσα από αυτή τη διαδικασία να μάθει πράγματα και για τον εαυτό του.
 
Γυρίζοντας ένα ντοκιμαντέρ, οι σκηνοθέτες πρέπει να πείσουν τους ήρωες να τους βάλουν για λίγο στη ζωή τους. Η απάντηση όλων των δημιουργών στο πώς καταφέρνουν αυτό τον στόχο ήταν ότι περνούν χρόνο με τους ανθρώπους που κινηματογραφούν, ώστε να κερδίσουν την εμπιστοσύνη τους. «Πρέπει να προσεγγίζεις τους πρωταγωνιστές σου πριν αρχίσεις τις λήψεις» είπε η κ. Γκαλόνε, προσθέτοντας ότι από την εμπειρία της, οι άνθρωποι δεν χρειάζονται κάποιο κίνητρο για να ανοιχτούν γιατί  «σε όλους αρέσει να μιλούν για τον εαυτό τους». Για την κ. Ανρί-Μπιαμπό ήταν πιο εύκολο να πλησιάσει ανθρώπους που ζουν σε χώρες όπως η Βενεζουέλα, δηλαδή «μακριά από τις κάμερες», ενώ αντιθέτως στη Γαλλία, για παράδειγμα, υπήρχε μεγαλύτερη επιφύλαξη. «Σχεδόν όλοι κινηματογραφούμε φτωχούς. Οι πλούσιοι δεν θέλουν να μιλούν μπροστά στην κάμερα», διαπίστωσε ο κ. Φερέντσι, σημειώνοντας ότι ο δημιουργός έχει ευθύνη απέναντι στους ανθρώπους που θέλουν να δείξουν τη ζωή τους. Πολλές φορές οι δημιουργοί αντιμετωπίζουν ηθικά διλήμματα. Για παράδειγμα, η οικογένειά της ηρωίδας στην ταινία της κ. Ανρί-Μπιαμπό ντρεπόταν για ορισμένες λήψεις της και  ζήτησε να μην συμπεριληφθούν στην ταινία. «Ήταν δύσκολη επιλογή, αλλά όταν αυτοί οι άνθρωποι σου έχουν προσφέρει τόσα πολλά, δεν μπορείς να τους εκθέσεις», είπε η σκηνοθέτιδα. Αντίστοιχο παράδειγμα είχε να αφηγηθεί και ο κ. Ρόουσλερ. Ο ήρωας του από την Ινδία ονειρευόταν πάντα να αποκτήσει ένα δικό του εστιατόριο και λίγο πριν το ανοίξει οι αρχές το σφράγισαν. «Αν έδειχνα στην ταινία τη στάση των αρχών, ο ήρωάς μου ανησυχούσε ότι μετά θα του έκαναν τη ζωή δύσκολη. Και τότε προβληματίστηκα εάν αξίζει να ‘’σκοτώσεις’’ το καλό για κάτι καλύτερο». Στην περίπτωση του κ. Στατήρη, ο ήρωάς του ανοίχτηκε τόσο, ώστε ξεκίνησε να μιλά για τις περιπέτειες του ως έμπορος ναρκωτικών. «Αν έβαζα  αυτό το απόσπασμα, η ταινία θα ήταν σοκαριστική, αλλά εκείνος θα είχε νομικά προβλήματα κι έτσι αποφάσισα να μην το συμπεριλάβω», διευκρίνισε ο σκηνοθέτης. Παρόμοιο πρόβλημα είχε και η κ. Γκαλόνε, καθώς η ηρωίδα της μιλούσε πολύ για την προσωπική της ζωή και μετά της έλεγε «σε παρακαλώ, μην το βάλεις». «Θα είχα μια πιο δυνατή ταινία αν είχα συμπεριλάβει αυτά τα αποσπάσματα, ωστόσο τώρα μπορώ να την κοιτώ στα μάτια», επεσήμανε η δημιουργός. Για τον κ. Πλιάκο η πιο δύσκολη επιλογή ήταν να κρατήσει τις ισορροπίες μιλώντας με έναν άραβα για τις ΗΠΑ και το Ισραήλ. 
 
Ένα ακόμη ζήτημα που τέθηκε προς συζήτηση ήταν το πώς οι δημιουργοί εντοπίζουν τα θέματά τους. Οι περισσότεροι απάντησαν ότι τα θέματα τους «συναντούν», περιγράφοντας τη διαδικασία σαν «κεραυνοβόλο έρωτα και πάθος». Όπως παρατήρησε ο κ. Φερέντσι, συνήθως οι ήρωες θέλουν να δείξουν την εικόνα που έχουν αυτοί για τον εαυτό τους ή αυτή που θα ήθελαν να έχουν οι άλλοι για εκείνους, κι αυτή είναι μια μεγάλη δυσκολία που αντιμετωπίζει ο ντοκιμαντερίστας. Ανάλογη εμπειρία είχε και ο κ. Πλιάκος, όταν ο πρωταγωνιστής του σταματούσε στη διάρκεια μιας λήψης και του έλεγε ‘’μη με κάνεις να φαίνομαι κακός’’.
 
Η διαδικασία δημιουργίας ενός ντοκιμαντέρ που δεν έχει προκαθορισμένο σενάριο όπως οι ταινίες μυθοπλασίας, συχνά κρύβει εκπλήξεις. Όπως όταν ο 80χρονος προπονητής του πυγμάχου στην ταινία του Δημήτρη Στατήρη παραλίγο να κλάψει ενθυμούμενος την πρώτη νίκη του νεαρού αθλητή, όπως αφηγήθηκε ο σκηνοθέτης στη συζήτηση. «Επί για τρία χρόνια, κάθε μέρα έκρυβε μια έκπληξη για μένα», τόνισε χαρακτηριστικά η κ. Γκαλόνε για το δικό της ντοκιμαντέρ, ενώ για την κ. Ανρί-Μπιαμπό η μεγαλύτερη έκπληξη ήταν ότι ολοκλήρωσε την ταινία της και συμμετείχε στο 16ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Από την πλευρά του, ο κ. Φερέντσι έζησε τη μεγαλύτερη έκπληξη όταν ανακάλυψε κατά τη διάρκεια του μοντάζ ότι δεν ήξερε ποιο θα ήταν το τέλος της ιστορίας του, ενώ για τον κ. Πλιάκο «μια χώρα σαν τη Λιβύη είναι γεμάτη εκπλήξεις, αν έχεις τα μάτια σου ανοιχτά», όπως επεσήμανε ο ίδιος. 
 
Στη συνέχεια, οι σκηνοθέτες αναφέρθηκαν στο εάν μπορεί ο δημιουργός να είναι αντικειμενικός παρατηρητής. «Ποτέ δεν είσαι αντικειμενικός. Αφηγείσαι μια μεγάλη ιστορία μέσα σε λιγοστό χρόνο και βρίσκεσαι πολύ κοντά στην πραγματικότητα για να βλέπεις με αντικειμενική ματιά», παρατήρησε η κ. Γκαλόνε. Και πρόσθεσε: «Υπάρχουν διαφόρων ειδών αλήθειες και η συναισθηματική είναι μία από αυτές. Τα πιο σπουδαία φιλμ δεν είναι αντικειμενικά». Για την κ. Ανρί-Μπιαμπό «το πιο συναρπαστικό είναι η σχέση της δικής μου ματιάς με την πραγματικότητα. Μέσα από την ταινία θέλω να ζωντανέψω τη δική μου πραγματικότητα». Ως προς αυτό, ο κ. Στατήρης πρόσθεσε: «Όταν πιάνεις την κάμερα τίποτα δεν είναι αληθινό. Ακόμα και η θέση της κάμερας αλλάζει την πραγματικότητα». Από την πλευρά του ο κ. Φερέντσι συμπλήρωσε χαρακτηριστικά: «Δεν υπάρχει πραγματικότητα χωρίς κάποιον να την παρακολουθεί και η πραγματικότητα στον κινηματογράφο εξαρτάται από την οπτική γωνία παρακολούθησης και το μοντάζ».