62ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ||
4-14/11/2021
Βιβλιοπαρουσίαση της έκδοσης «Χώρα, σε Βλέπω» από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου
Η βιβλιοπαρουσίαση της έκδοσης «Χώρα, σε Βλέπω» της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου πραγματοποιήθηκε την Κυριακή, στις 12 το πρωί στην Αποθήκη Γ’. Το βιβλίο, που θα κυκλοφορήσει σύντομα στα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις Νεφέλη, παρουσιάστηκε από τον Δημήτρη Παπανικολάου, αναπληρωτή καθηγητή Νομικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, την Αφροδίτη Νικολαΐδου, επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, την Γκέλυ Μαδεμλή, συντονίστρια των εκδόσεων του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ, ενώ τον συντονισμό της συζήτησης ανέλαβε η Φαίδρα Βόκαλη, γενική διευθύντρια της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου.
«Η δράση μας προσπαθεί να φέρει όλο αυτό τον δημιουργικό θόρυβο για το ελληνικό σινεμά στον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε την ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Είμαστε εδώ για να μιλήσουμε για το «Χώρα, σε Βλέπω» μια δράση που ξεκίνησε η Ακαδημία Κινηματογράφου, η οποία μεταξύ άλλων έχει παρουσιάσει σειρές ταινιών σε διάφορα Φεστιβάλ, ενώ και μια μικρή επιλογή θα παρουσιαστεί στο φετινό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Μια άλλη επιλογή ταινιών είχε παρουσιαστεί στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα νωρίτερα, ενώ θα ταξιδέψει σε άλλες χώρες της Ελλάδας και διεθνώς», εξήγησε ο Δημήτρης Παπανικολάου, ανοίγοντας τον κύκλο της βιβλιοπαρουσίασης.
«Ένα άλλο σκέλος αυτής της δράσης αφορά τη δημιουργία υλικού που θα ταξιδέψει σε πανεπιστήμια του εξωτερικού και της Ελλάδας και μια έκδοση δίγλωσση, στα ελληνικά και τα αγγλικά, ενός βιβλίου το οποίο επιστρέφει στον 20ό αιώνα του ελληνικού κινηματογράφου με έναν τρόπο διαφορετικό. Το «Χώρα, Σε Βλέπω» ήταν μια προσπάθεια του Σύλλα Τζουμέρκα, της Ελίνας Ψύκου, δικιά μας και πολλών άλλων ανθρώπων, όπου προσπαθήσαμε να συζητήσουμε τι αλλάζει στον ελληνικό κινηματογράφο, όχι μόνο στο σήμερα, αλλά το πώς ξανασκεφτόμαστε το παρελθόν του κινηματογράφου. Η προσωπική μου αίσθηση είναι ότι βλέπουμε μια καινούργια δυναμική ειδικά στον ελληνικό κινηματογράφο και την οποία ζούμε και εδώ, στην Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου (ΕΑΚ), με το Φεστιβάλ, με έναν ανοικτό βηματισμό και από τους υπόλοιπους φορείς του ελληνικού κινηματογράφου. Αυτή η καινούργια δυναμική μάς έχει κάνει να δούμε καλύτερα τι συμβαίνει στη σχέση μας με το αρχείο του ελληνικού κινηματογράφου. Πάντα γυρίζαμε πίσω, κάθε Φεστιβάλ έκανε αφιερώματα σε παλιές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, όμως υπάρχει τα τελευταία χρόνια μια διαφορά στη θέαση, μια διαφορά στον τρόπο που οι θεατές γυρίζουμε πίσω σε αυτό το υλικό πιο δημιουργικά.
Προσωπικά, επειδή ασχολήθηκα με το Weird Wave, άρχισα να ξαναγυρίζω, να ξαναβλέπω παλιές ταινίες, να ξανασκέφτομαι γενεαλογίες, να ξανασκέφτομαι τρόπους με τους οποίους οι ταινίες συνδέονται, να ξαναπηγαίνω να βλέπω παλιότερες ταινίες στον κινηματογράφο, να βλέπω πώς τις συζητάει το κοινό, αλλά και πώς οι σκηνοθέτες βλέπουν το έργο τους, πώς ο Αλέξανδρος Βούλγαρης συνομιλεί με το παρελθόν, πώς η Κωνσταντίνα Κοτζαμάνη ξαναγυρίζει σε μια ολόκληρη γενεαλογία avant garde ελληνικού κινηματογράφου. Πάρα πολλοί άνθρωποι που βρισκόμαστε εδώ έχουμε συμμετάσχει σε δουλειές που διαπνέονται από το ίδιο πνεύμα, όπως για παράδειγμα τη «Χαμένη Λεωφόρο», μια ομάδα σκηνοθετών, κριτικών και άλλων ανθρώπων του κινηματογράφου που θεώρησαν ότι όχι μόνο θα μπορούσαν να βάλουν ταινίες μαζί για να τις ξαναδούμε, αλλά να ξαναδούμε και τη δικιά τους δημιουργική επιστροφή σε αυτές τις ταινίες. Ακόμη και ο τρόπος που αυτά τα παιδιά ξαναέψαξαν τις αφίσες, ο τρόπος που το εικαστικό υλικό γινόταν μέρος αυτής του δημιουργικού διαλόγου με το παρελθόν, μας ενέπνευσε για την παρούσα δράση. Αν ήταν να μιλήσουμε για μια καινούργια περίοδο στην οποία ο θεατής θα ήταν πολύ πιο δημιουργικός, στην οποία θα μιλάμε για ένα διαρκές και ενεργητικό αρχείο του ελληνικού κινηματογράφου, στην οποία μια προβολή παλιάς ταινίας θα είναι η ίδια ένα γεγονός, στην οποία η διάσωση μιας κόπιας θα είναι μια πράξη την οποία θα συζητάμε, αν είναι όλο αυτό ένας καινούργιος τρόπος που θα δούμε την ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, μια αναταραχή του κινηματογραφικού αρχείου, τότε πρέπει να αποφασίσουμε ότι αυτό δεν είναι ποτέ μονοσήμαντο και ποτέ τελειωτικό», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Αμέσως μετά, πήρε τον λόγο η Αφροδίτη Νικολαΐδου, τονίζοντας άλλες πτυχές του εγχειρήματος. «Αυτή η δράση περιλαμβάνει την ψηφιοποίηση/διάδοση ταινιών, τη δημιουργία μιας εκπαιδευτικής συνθήκης όπου ταινίες μπορούν να δίνονται σε ένα νέο κοινό, ενώ ταυτόχρονα θα δημιουργηθεί ένα κοινό νέων αναγνωστών ιστοριών του ελληνικού κινηματογράφου, έτσι ήδη δημιουργείται ένα φεστιβάλ εν κινήσει, ένα κινούμενο φεστιβάλ ή πολλά φεστιβάλ εν κινήσει τα οποία διαμορφώνονται κάθε φορά από τους εκάστοτε φορείς και τη δεξαμενή αυτών των ταινιών. Κάθε φορά που δημιουργούνται, λοιπόν, τέτοια φεστιβάλ, κάθε φορά μας θυμίζουν ότι έχουμε περάσει από τον προγραμματισμό στο curating των ταινιών και αυτή είναι μια διαδικασία μοντάζ, δηλαδή σκεφτείτε τη διαδικασία κινηματογραφικής επιμέλειας ως μοντάζ, το οποίο κάθε φορά δημιουργεί καινούργιες σχέσεις, καινούργιες εγγύτητες, καινούργια νοήματα τα οποία οι θεατές αποκωδικοποιούν», τόνισε σχετικά.
«Επίσης, η φθορά των υλικών, της κόπιας είναι κομμάτι της ιστορίας του ελληνικού κινηματογράφου. Όλα αυτά μας οδήγησαν να σκεφτούμε ότι δεν μπορούμε να κάνουμε ένα βιβλίο που θα έχει ενιαία αφήγηση. Δεν μπορούμε να κάνουμε ένα βιβλίο που θα παίρνει μια ταινία και θα την αντιστοιχεί με ένα κείμενο, ούτε θα μπορούσαμε να πούμε στους συγγραφείς να έχουν μια ενιαία οπτική. Έτσι φτιάξαμε μια ιδιότυπη σειρά ημερομηνιών που δεν είναι η προφανής. Κάθε ημερομηνία ήταν μια αφορμή για να ξεκινήσει ένα κριτικό storytelling», εξήγησε ως προς την δομή του νέου βιβλίου.
Μάλιστα, ως προς τον πολύ ιδιαίτερο τρόπο που δόθηκαν οι ημερομηνίες στο νέο βιβλίο σε συνδυασμό με δοκίμια που εμβάθυναν στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου ο κ. Παπανικολάου ξαναπήρε το λόγο για να εξηγήσει με παραδείγματα την πολύ ενδιαφέρουσα ροή του βιβλίου. «Ζητήσαμε σε ανθρώπους να μας πουν ιστορίες, ένα κριτικό storytelling για τον ελληνικό κινηματογράφο και έτσι φτάσαμε σε μια σειρά ημερομηνιών που συνδέονται με ένα δοκίμιο που εξηγεί τι κρύβεται από πίσω. Για παράδειγμα, επιλέξαμε τη σκηνή που ο Παύλος Ζάννας αποφασίζει στη φυλακή να μεταφράζει Προυστ. Έτσι ανοίγουμε από κάτω έναν κύκλο δοκιμίου που αφορά στη στιγμή, στο 1968, όπου στις φυλακές της Αίγινας ο Παύλος Ζάννας αποφασίζει να μεταφράζει το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο. Με αφορμή αυτή τη στιγμή συζητάμε όλο τον κινηματογράφο στην περίοδο της δικτατορίας, τι συμβαίνει με τον Παύλο Ζάννα, τι συμβαίνει μετά τη δικτατορία στη Μεταπολίτευση, πώς αλλάζει εκείνη τη στιγμή κομβικά ο ελληνικός κινηματογράφος, αλλά και πως αλλάζουν οι απόψεις του Παύλου Ζάννα για το Φεστιβάλ, για παράδειγμα».
Τέλος, τον λόγο πήρε η Γκέλυ Μαδεμλή, η οποία συμμετέχει στο βιβλίο. «Σκέφτηκα ενστικτωδώς τους άξονες στους οποίους ήθελα και δεν ήθελα να κινηθώ για αυτά που ήθελα να πω για το ελληνικό σινεμά. Δεν ήθελα να μιλήσω για ζητήματα αναπαράστασης, γιατί το λεγόμενο representation έχει ένα κομμάτι κρίσης μέσα, ένα κομμάτι αυτόνομης εκπροσώπησης κάποιων κοινοτήτων, κάποιων κανόνων τους οποίους ίσως θα έπρεπε να σκεφτούμε διαφορετικά. Φυσικά, το κομμάτι της αναπαράστασης το κομμάτι που βλέπουμε τελικά στην οθόνη, είναι παράλληλα ένα παράγωγο μια αλυσίδας αλληλεπιδράσεων, που στο πλαίσιο αυτής της δράσης είμαστε εδώ για να αποκαλύψουμε», σημείωσε η κ. Μαδεμλή.
«Επίσης κοιτάμε την επίδραση ανάμεσα σε έναν φορέα ο οποίος μπορεί να μιλάει, να ορίζει το κείμενο, να χαράζει πολιτική ή και να σχεδιάζει δράση σχετική με αυτό και στον κοινωνό της πολιτιστικής κληρονομιάς, έναν χειραφετημένο θεατή, μια χειραφετημένη επισκέπτρια μια έκθεσης.
Σε όλο αυτό το πλαίσιο, σκέφτηκα ότι θα είχε νόημα να περιγράψω μια επίσκεψη μου στο Μουσείο Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Ένα μουσείο που βρίσκεται σε ένα κτίριο που διαστρωματώνει ως αρχιτεκτόνημα την ιστορία της πόλης. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν το πως κάθε φορά που πήγαινα να επισκεφτώ το μουσείο, υπήρχαν παιδάκια που έπαιζαν με την μεγάλη μηχανή κινηματογραφική προβολής που υπάρχει στην είσοδο του μουσείο και παίζουν μαζί της ως… πολεμική μηχανή. Αυτό που συζητάω στο κείμενο μου είναι πόσο διαφορετική είναι η αντιμετώπιση αυτής της τεχνολογίας που είναι ανώνυμη, κάπως σα μνημείο, με αυτό που λανσαρίστηκε ως η πρώτη αποκλειστική ελληνική μηχανή «Αθηνά», τη μηχανή που εισάγει τον επισκέπτη στο διάδρομο ενός φιλμ, που τον βάζει στο ελληνικό σινεμά. Είναι σημαντικό, ειδικά σε μια συνθήκη που συνήθως σκεφτόμαστε το παλιό και το νέο, το αναλογικό και το ψηφιακό ως ομογενοποιημένες ενότητες, να θυμόμαστε ότι υπάρχουν τόσες πολλές παραλλαγές και αποχρώσεις και τόσα διαφορετικά οικοσυστήματα τα οποία ξεκινούν από τεχνολογίες. Αυτό λοιπόν το άνοιγμα ειδικά σε ότι αφορά πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται από φορείς που συζητούν τι είναι κανόνας και τι δεν είναι και πως ξεφεύγουμε από αυτούς, είναι εξαιρετική πρωτοβουλία και χαίρομαι που συμμετέχω σε αυτή», ολοκλήρωσε σχετικά.
Αμέσως μετά, ακολούθησε συζήτηση για την αναγκαιότητα στην Ελλάδα μιας νέας πλατφόρμας προώθησης αποσπασμάτων και ταινιών για εκπαιδευτικούς λόγους, με μια παράλληλη κινητοποίηση όλων των ενδιαφερόμενων φορέων, καθώς και ερωτήσεις από το κοινό προς τους ομιλητές.
Λίγα λόγια για το «Χώρα, Σε Βλέπω»
H πρωτοβουλία «Χώρα, σε βλέπω: ο 20ός αιώνας του ελληνικού σινεμά» είναι μια δράση που διοργανώνει η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου, υπό την αιγίδα της επιτροπής «Ελλάδα 2021». Κύριος χορηγός της δράσης είναι το Εθνικό Κέντρο Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας – ΕΚΟΜΕ, ενώ χορηγοί δράσης είναι το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, με την υποστήριξη της Ταινιοθήκης της Ελλάδος και της Finos Film. Οι οκτώ ταινίες που θα προβληθούν με ελεύθερη είσοδο στο 62ο ΦΚΘ έρχονται να συμπληρώσουν τις προβολές που σηματοδότησαν την επανεκκίνηση του Ολύμπιον, στα τέλη του περασμένου Σεπτεμβρίου. Πιο συγκεκριμένα από τις 30 Σεπτεμβρίου έως τις 6 Οκτωβρίου, το Ολύμπιον φιλοξένησε επτά ταινίες της δράσης «Χώρα, σε βλέπω», δίνοντας μια πρώτη ευκαιρία στο κοινό να γνωρίσει τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία και να απολαύσει αριστουργήματα του ελληνικού σινεμά.
Το «Χώρα σε βλέπω: Ο 20ός αιώνας του ελληνικού σινεμά» είναι ένα πρόγραμμα διάσωσης, ψηφιοποίησης, προβολής και μελέτης ταινιών από την πλούσια κληρονομιά του ελληνικού κινηματογράφου του 20ού αιώνα, στο πλαίσιο της επετείου των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση. Οι ταινίες του αφιερώματος μάς προσκαλούν σε ένα συναρπαστικό ταξίδι στον χωροχρόνο, όχι απλώς μιας εθνικής κινηματογραφίας, αλλά μιας ολόκληρης χώρας. Ένας (και πολλοί) αλλιώτικοι τρόποι να απαντήσει κανείς στο ερώτημα «τι είναι η πατρίδα μας;» – καθρεφτίζοντάς την στα έργα των ελλήνων δημιουργών.
ΧΩΡΑ, ΣΕ ΒΛΕΠΩ
–
Ο ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΑΙΩΝΑΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΙΝΕΜΑ / επιμέλεια δράσης (ΕΑΚ):
Σύλλας Τζουμέρκας, Ελίνα Ψύκου / συνεπιμέλεια προγράμματος, επιμέλεια έκδοσης και εκπαιδευτικού υλικού: Αφροδίτη Νικολαΐδου, Δημήτρης Παπανικολάου / γενικός συντονισμός δράσης (ΕΑΚ): Φαίδρα Βόκαλη / επιμέλεια ψηφιοποίησης και αποκατάστασης: Γιάννης Βεσλεμές / εργαστήρια εικόνας: ANMAR FILM LAB, STEFILM, AUTHORWAVE/ εργαστήριο ήχου:
KVARYBOSOUND MFC/ συντονισμός παραγωγής: Ιωάννα Ραμπαούνη / βοηθός συντονισμού: Βάιος Γαλάνης / νομική σύμβουλος: Μαρίνα Μαρκέλλου / γραφιστικά: Νίκος Πάστρας, TALC/ υπεύθυνη επικοινωνίας: Νατάσσα Πανδή / social media manager: Δημήτρης Τσακαλέας / κείμενα ωρολογίου: Θοδωρής
Δημητρόπουλος / συντονισμός φεστιβάλ: Σταύρος Μαρκουλάκης / συντονισμός έκδοσης: Ασπασία - Μαρία Αλεξίου / μεταφράσεις έκδοσης: Δέσποινα Παυλάκη, Κώστας Σκορδύλης/ υποτιτλισμός & μεταφράσεις ταινιών: AUTHORWAVE/ έξτρα μεταφράσεις ταινιών: ΝΕΑΝΙΚΟΠΛΑΝΟ, STORYTELLER