1-10 Νοεμβρίου 2013
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ ΚΛΕΡ ΣΙΜΟΝ
Συνέντευξη Τύπου παραχώρησε την Παρασκευή 8 Νοεμβρίου, η γαλλίδα δημιουργός Κλερ Σιμόν, στο πλαίσιο του 54ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, παρουσία του διευθυντή του Φεστιβάλ κ. Δημήτρη Εϊπίδη, με αφορμή το αφιέρωμα που πραγματοποιεί η φετινή διοργάνωση στο έργο της.
Προλογίζοντας την καλεσμένη του 54ου ΦΚΘ, ο κ. Εϊπίδης σημείωσε: «Θέλω να καλωσορίσω την Κλερ Σιμόν και να πω και δημόσια ότι η συμμετοχή της στο φεστιβάλ φέτος αποτελεί για μένα μία μεγάλη επιτυχία. Γνωρίζω το έργο της εδώ και κάποια χρόνια, κυρίως τα σπουδαία ντοκιμαντέρ της και λιγότερο τις αφηγηματικές της ταινίες. Είδα την τελευταία της δουλειά, το φιλμ Gare du Nord πρόσφατα και με συνεπήρε. Παίζεται απόψε και το συνιστώ ανεπιφύλακτα. Η Κλερ Σιμόν ήταν μία έκπληξη για μένα και αναρωτιόμουν γιατί δεν είχαμε καταφέρει να την προσελκύσουμε μέχρι στιγμής στη Θεσσαλονίκη. Έτσι ξεκίνησα αυτή την προσπάθεια για το αφιέρωμα. Είναι πάρα πολλά τα φεστιβάλ ανά τον κόσμο και οι σκηνοθέτες συχνά κουράζονται να μετακινούνται, ωστόσο ήλπιζα ότι κάπως θα είμαστε τυχεροί και θα καταφέρναμε να έχουμε την Κλερ Σιμόν μαζί μας, πράγμα που όντως συνέβη. Είμαι περήφανος για αυτό και ελπίζω να την έχουμε και στο μέλλον μαζί μας, με τις επόμενες ταινίες της. Περιμένω θαύματα εκ μέρους της και χαίρομαι πάρα πολύ που βρίσκεται εδώ».
Παίρνοντας το λόγο, η Κλερ Σιμόν αναφέρθηκε αρχικά στη νέα ταινία της Gare du Nord, μιλώντας για τις δυσκολίες των γυρισμάτων στον ομώνυμο σιδηροδρομικό σταθμό του Παρισιού. «Ο σταθμός αυτός είναι ένα τεράστιο μέρος και αυτό ακριβώς ήθελα να ‘’περάσει’’ στο κοινό, να βγει κάτι αληθινό. Με ενδιέφερε να φανεί ο σταθμός από ντοκιμαντερίστικη σκοπιά, και όχι μόνο μέσα από τις ιστορίες των χαρακτήρων. Έχοντας αφιερώσει πολύ χρόνο ψάχνοντας για ιστορίες μέσα στο σταθμό, γνώριζα πολύ καλά τα κατατόπια. Ο Gare du Nord είναι σαν τον ωκεανό: μπορεί να τον φοβάσαι στην αρχή αλλά μετά αν πηγαίνεις εκεί κάθε μέρα, βλέπεις ότι αλλάζει συνεχώς και έτσι νιώθεις ότι είσαι ισχυρός απέναντί του, ότι δεν υπάρχει κάτι να φοβηθείς, επειδή πολύ απλά αλλάζει αέναα». Η δημιουργός προσέθεσε σχετικά: «Ήξερα ότι δε μπορούσα να κάνω γυρίσματα στο συγκεκριμένο χώρο π.χ. για 50 μέρες. Πριν ξεκινήσω την ταινία είχα γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ εκεί και έτσι γνώριζα καλά πώς έπρεπε να σταθώ με την κάμερα. Το μέρος αυτό έχει τη δική του ζωή: όλοι κινούνται γρήγορα, παίρνουν το τρένο τους, πηγαίνουν στη δουλειά τους και έτσι δεν νοιάστηκαν και πολύ που βρισκόμουν εκεί και κινηματογραφούσα. Φυσικά, αυτό διαφέρει εάν επρόκειτο να κάνει γυρίσματα εκεί ένα αμερικανικό στούντιο με συνεργείο διακοσίων ατόμων, το οποίο, για παράδειγμα, θα ήθελε να γυρίσει μία σκηνή με τον Μπραντ Πιτ. Όταν ο συμπαραγωγός μας από τη γαλλική τηλεόραση είπε ότι θα έρθει να μας βρει στο σταθμό, του απάντησα ‘’εάν δε μας βρεις, σημαίνει ότι κάνουμε μια καλή ταινία’’ και όντως δε μας βρήκε, παρόλο που βρισκόμασταν εκεί 30 άνθρωποι».
Μιλώντας για τη συνεργασία της με επαγγελματίες και ερασιτέχνες ηθοποιούς, καθώς και για τη φυσικότητα των σκηνών, η κ. Σιμόν εξήγησε: «Είναι κομπλιμέντο το να θεωρείτε ότι τα πράγματα στην ταινία συνέβησαν απλά και γρήγορα. Δουλέψαμε πολύ για να το πετύχουμε αυτό. Αναζητούσα για καιρό ιστορίες και ανθρώπους, ενώ επίσης χρησιμοποίησα αληθινούς διάλογους και χαρακτήρες – όχι όμως αληθινούς ανθρώπους. Όλοι υποδύονται. Πρόκειται για ένα μείγμα μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ όσον αφορά στην αφήγηση και το σενάριο, ωστόσο η ταινία είναι εξ ολοκλήρου μυθοπλασία. Οι ερασιτέχνες ηθοποιοί κατέβαλλαν τεράστια προσπάθεια για να ενσαρκώσουν ένα χαρακτήρα που μοιάζει στον εαυτό τους. Γενικότερα, χρειάζεται πολύς χρόνος για να προκύψει ένας διάλογος που να φαίνεται πραγματικός».
Η δημιουργός αναφέρθηκε επίσης και στην πληθώρα των θεμάτων που θίγει η ταινία Gare du Nord: «Το πιο σημαντικό θέμα είναι η μάζα, το πλήθος και η σχέση μας με αυτό. Σε αυτόν το σταθμό υπάρχει πάντα ένα πλήθος. Σε πολύ λίγες στιγμές της ζωής σου βιώνεις ένα τέτοιο πλήθος. Πρόκειται ουσιαστικά για τη σχέση μας με τους άλλους, με ένα πλήθος που δεν είναι μάζα, αλλά πολλοί άνθρωποι μαζί. Επίσης θα έλεγα ότι πρόκειται και για το αίσθημα του θανάτου, με την έννοια του ότι δεν θα ξαναδείς ποτέ τους ανθρώπους με τους οποίους διασταυρώνεσαι εκεί. Ο θάνατος είναι μια πολύ δυνατή θεματική στο σταθμό αυτό. Συναντάς ανθρώπους, άλλοι φεύγουν, άλλοι εξαφανίζονται, ενώ επιπλέον υπάρχει και ο φόβος ότι το πλήθος θα σε καταπιεί. Όλα τα θέματα που προέκυψαν σε αυτή την ταινία έχουν να κάνουν με το γεγονός ότι ο σταθμός έχει αυτή τη διάσταση: είναι ένα σύνορο. Είναι μία μεταφορά της ζωής: φτάνεις, μένεις εκεί, κινείσαι γρήγορα, βλέπεις άλλους ανθρώπους, περιμένεις για πολλή ώρα και μετά φεύγεις και όλα τελειώνουν. Νομίζω ότι ο σταθμός Gare du Nord είναι ο μεγαλύτερος δημόσιος χώρος της Γαλλίας».
Στη συνέχεια, η Κλερ Σιμόν τοποθετήθηκε σχετικά με την ταινία της Θα καείς και ειδικότερα για την κινηματογράφηση μιας χαρακτηριστικής σκηνής όπου τα πάντα καίγονται: «Εγώ η ίδια κινηματογράφησα το συγκεκριμένο υλικό. Ένα καλοκαίρι που είχαν ξεσπάσει πυρκαγιές στη Γαλλία, πήγαινα κάθε φορά στα σημεία όπου είχε εκδηλωθεί η φωτιά για να καταγράψω πλάνα με την κάμερα. Ήθελα να είναι απολύτως αληθινά τα πλάνα της φωτιάς και, με κίνδυνο να φανώ αυθάδης, πιστεύω ότι τα κατάφερα. Είναι γεγονός ότι η φωτιά είναι πιο μεγάλη από την ιστορία, μεγαλύτερη και από την ίδια την ταινία. Για να την κάνεις αληθινή, πρέπει το κοινό να τη νιώσει. Έχω την ίδια αίσθηση σε κάθε ταινία, δηλαδή ότι η πραγματικότητα είναι πολύ μεγάλη για να χωρέσει σε ένα φιλμ, όπως συμβαίνει και με το σιδηροδρομικό σταθμό, γι’ αυτό και γύρισα και δύο ταινίες με θέμα αυτόν. Ο γάλλος κριτικός Αντρέ Μπαζέν είχε πει για το απαγορευμένο μοντάζ ότι για να φοβηθεί ο θεατής πρέπει στο ίδιο πλάνο να δει τον άνθρωπο και το λιοντάρι. Εγώ έκανα το αντίθετο. Θα μπορούσα να βάλω την πρωταγωνίστριά μου στο πλάνο της φωτιάς, αλλά δεν ήθελα. Θεωρώ ότι υπάρχει μία αίσθηση που δεν μπορείς να αποτυπώσεις μέσα από τη μυθοπλασία».
Η Κλερ Σιμόν υπηρετεί το σινεμά μέσα από πολλαπλούς ρόλους - ως σεναριογράφος, ηθοποιός, διευθύντρια φωτογραφίας, μοντέζ και σκηνοθέτιδα. Αναφερόμενη στην εμπειρία της από τη διαδικασία του μοντάζ, η δημιουργός παρατήρησε χαρακτηριστικά: «Το μοντάζ είναι πολύ σημαντικό, επειδή σου δείχνει τον τρόπο να φτιάξεις μια ιστορία. Ίσως κριτικάρω τον εαυτό μου που πάντα κάνω μεγάλα πλάνα σεκάνς τα οποία δεν μπορείς να μοντάρεις μετά, καθώς πρόκειται για μία αληθινή ολόκληρη στιγμή. Ίσως πρέπει να το αλλάξω αυτό».
Αναφερόμενη στο θέμα του απόλυτου ρεαλισμού και για το αν μία ταινία είναι προβολή ή αντανάκλαση, η σκηνοθέτιδα εξήγησε: «Πιστεύω ότι δεν υπάρχει προβολή, αλλά και ότι ταυτόχρονα υπάρχει. Μπορεί να είναι όμορφη, αλλά ενίοτε για μένα πολύ αλαζονική. Θέλω να βλέπω την κατασκευή εντός πραγματικότητας. Η μετριοπάθειά μου είναι να πάρω την πραγματικότητα και να προσπαθήσω να τη διερευνήσω, να ανακαλύψω τι βρίσκεται μέσα της. Ίσως κάνω προβολή όσον αφορά σε αυτό, ωστόσο δεν έχει σημασία αφού πάντα υπάρχουν προβολές».
Απαντώντας σε ερώτηση για το πέρασμά της μπροστά από την κάμερα ως ηθοποιός στα μέσα της καριέρας της, η Κλερ Σιμόν επεσήμανε: «Ήταν μία υπέροχη εμπειρία αυτή με τη σκηνοθέτιδα Marie-Claude Treilhou στο φιλμ Un petit cas de conscience. Έμαθα πολλά. Για παράδειγμα, ότι οι ηθοποιοί είναι αυτοί που πέφτουν στην πισίνα ενώ όλοι οι άλλοι είναι γύρω και κοιτούν. Αυτή η σπουδαία εμπειρία με έκανε πιο πλούσια και πιστεύω ότι κάθε σκηνοθέτης θα έπρεπε να παίξει για κάποιον άλλο σκηνοθέτη. Η μοναξιά του ηθοποιού είναι πολύ μεγάλη». Όσο για τη συνεργασία της με τη γαλλίδα ηθοποιό Νικόλ Γκαρσιά, που πρωταγωνιστεί στις ταινίες Τα γραφεία του Θεού και Gare du Nord, η κ. Σιμόν σχολίασε: «Μου άρεσε πάρα πολύ που δούλεψα με την Νικόλ Γκαρσιά, είναι τόσο αληθινή. Για μένα είναι σαν τη Τζίνα Ρόουλαντς της Γαλλίας. Συνεργαστήκαμε πολύ καλά και αναπτύξαμε μια σχέση που υπερβαίνει τη σχέση σκηνοθέτη–ηθοποιού, καθώς κι εκείνη είναι σκηνοθέτιδα. Στα γυρίσματα του Gare du Nord απέδειξε πόσο προσηλωμένη και πειστική είναι. Δεν την ήξερα πριν, αλλά πλέον έχουμε γίνει φίλες. Τη θαυμάζω πολύ».
Τα αφιερώματα σε δημιουργούς χρηματοδοτούνται, μεταξύ άλλων δράσεων του 54ου ΦΚΘ, από την Ευρωπαϊκή Ένωση - Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, στο πλαίσιο του ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας 2007-2013.