1-10 Νοεμβρίου 2013
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ MISS VIOLENCE
Η ταινία Miss Violence που απέσπασε δύο σημαντικές διακρίσεις στο πρόσφατο Φεστιβάλ Βενετίας -Αργυρό Λέοντα καλύτερης σκηνοθεσίας και Κύπελλο Βόλπι ανδρικής ερμηνείας για τον Θέμη Πάνου- βρέθηκε στο επίκεντρο της 54ης διοργάνωσης, τη Δευτέρα 4/11, μέσα από τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν ο σκηνοθέτης της Αλέξανδρος Αβρανάς και οι ηθοποιοί Ελένη Ρουσσινού και Σίσσυ Τουμάση.
Καλωσορίζοντας τους συντελεστές της ταινίας, ο διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, Δημήτρης Εϊπίδης, είπε χαρακτηριστικά: «Κάθε φορά που έρχεται στα χέρια μου μία καλή ταινία, το γιορτάζω. Είναι ένα εκπληκτικό γεγονός. Και όταν μάλιστα πρόκειται για μία ελληνική ταινία, όπως το Miss Violence, η γιορτή είναι μεγαλύτερη. Από την πρώτη στιγμή που είδα την ταινία, ένιωσα εμπιστοσύνη σ' αυτό που κάνει ο Αλέξανδρος Αβρανάς, στο ταλέντο του. Eίναι ένα άρτιο έργο, μία καλή ταινία από κάθε άποψη και αμέσως κατάλαβα ότι θα είχε δυνατότητες παντού». Ο κ. Εϊπίδης αναφέρθηκε και στην πορεία της ταινίας στο Φεστιβάλ Βενετίας. «Μόλις που πρόφτασαν να την καταθέσουν οι δημιουργοί της και αμέσως πήρε φωτιά εκεί, τη λάτρεψαν. Ήμουν στο Τορόντο, όταν μου τηλεφώνησαν στις 2 τα χαράματα για να μου πουν ότι πήραν το βραβείο στη Βενετία και σε δέκα λεπτά με ξαναπήραν για να μου πουν και για το δεύτερο. Χάρηκα όχι μόνο για την ίδια την ταινία, που άξιζε τα βραβεία, αλλά και γιατί παράλληλα επιβραβεύτηκε το ελληνικό σινεμά», τόνισε μεταξύ άλλων ο κ. Εϊπίδης.
Παίρνοντας το λόγο ο Αλέξανδρος Αβρανάς ευχαρίστησε τον κ. Εϊπίδη, καθώς όπως είπε, «ήταν ο πρώτος που είδε την ταινία και ήταν μία ανάσα η αντίδρασή του, μας έδωσε χαρά κι ελπίδα. Είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο στον κινηματογράφο ο Δημήτρης Εϊπίδης».
Σε ερώτηση σχετικά με τη μυστικότητα που κρατήθηκε γύρω από το πρότζεκτ πριν από την πρεμιέρα στη Βενετία, ο κ. Αβρανάς παραδέχτηκε ότι πράγματι υπήρξε μία τέτοια τακτική: «Δεν θέλαμε να βγει τίποτα προς τα έξω, δεν εμπιστευόμασταν κανέναν, διότι πολλές φορές όταν επικοινωνείς κάτι, χάνει και την ενέργειά του. Όταν νιώσαμε έτοιμοι δώσαμε τα πάντα στον Τύπο».
Στην ερώτηση που του απευθύνουν συχνά, για το αν πρόκειται για μία σκληρή ταινία, ο Αλέξανδρος Αβρανάς απάντησε: «Δεν θεωρώ ότι είναι σκληρή η ταινία, σκληρή είναι η αλήθεια της. Και πολλές φορές η κοινωνία δεν είναι έτοιμη να δεχτεί μία τέτοια ταινία». Όσο για το αν ανησυχεί για το πώς θα δεχτεί το κοινό την ταινία του, σημείωσε: «Δεν κάνω ταινίες για τα φεστιβάλ, αλλά για τον κόσμο. Αυτό που θέλω, είναι να πω μία ιστορία, μία αλήθεια και να φέρω ξανά τον κόσμο στις αίθουσες, αυτή πιστεύω ότι είναι η ευθύνη μου ως σκηνοθέτης».
Μιλώντας για τη συνεργασία τους, η Ελένη Ρουσσινού είπε ότι ένιωσε χαρά που συνεργάστηκε με τον Αλέξανδρο Αβρανά, τον οποίο θαύμαζε από πριν, αλλά και με τους ταλαντούχους καλλιτέχνες του καστ. «Όταν έμαθα το σενάριο δεν τρόμαξα. Είναι μία συγκλονιστική θεματική που μας δίνει την ευκαιρία να πλησιάσουμε το θέμα και να το μελετήσουμε», εξήγησε. Παραδέχτηκε ότι η εμπειρία της από τα γυρίσματα δεν ήταν ανώδυνη. «Όλες οι σκηνές για μένα ήταν πολύ δύσκολες, κυρίως οι μικρές σιωπές. Όλη η ταινία ήταν μία δύσκολη αναμέτρηση». Όσο για το αν ισχύει η φήμη ότι ο Αλέξανδρος Αβρανάς είναι ένας απαιτητικός σκηνοθέτης, η κ. Ρουσσινού είπε: «Δεν είναι έτσι. Ο Αλέξανδρος προσπαθεί με πολλούς τρόπους να εκμαιεύσει διάφορα πράγματα από τον ηθοποιό. Δεν ένιωσα να με βασανίζει, αφού όλα γίνονταν για το καλό της ταινίας. Ας έκλαιγα το βράδυ στο σπίτι μου, την άλλη μέρα μου περνούσε».
Για την Σίσσυ Τουμάση, το σημαντικό ήταν ότι διέκρινε πως ο Αλέξανδρος Αβρανάς «είχε κάτι συγκεκριμένο, πολύ ξεκάθαρο στο μυαλό του. Το σενάριο ήταν όντως δύσκολο αλλά είχαμε τόσο καλή καθοδήγηση από τον σκηνοθέτη που νιώθαμε όλοι ασφαλείς».
Σχετικά με τη συνεργασία του με τα παιδιά που εμφανίζονται στην ταινία, ο Αλέξανδρος Αβρανάς είπε ότι από την αρχή δεν είχε επιφυλάξεις, παρότι άκουγε διάφορες προειδοποιήσεις από τους γύρω του. «Έψαχνα καιρό, πάνω από οκτώ μήνες να βρω τα παιδιά που θα έπαιζαν τους ρόλους, γιατί έχουμε δει παιδιά να καταστρέφουν ταινίες. Δεν ανησυχούσα όμως, ήξερα ότι αυτό που πρέπει είναι να φερθείς στα παιδιά σαν σε μικρούς ενήλικες. Πέρα από το ακραίο στοιχείο, η οικογένεια του φιλμ είναι μία οικογένεια όπως οι άλλες. Τα παιδιά ήξεραν από την αρχή τους ρόλους τους, συμβουλευτήκαμε ψυχολόγους και ξέραμε ότι αυτός ο τρόπος ήταν ο σωστός. Τα παιδιά ήθελαν να ξέρουν την αλήθεια, πράγμα που συμβαίνει και στη ζωή και καλά θα κάναμε να μην είμαστε τόσο υπερπροστατευτικοί απέναντί τους».
Σε ερώτηση σχετικά με τις επιτυχίες των ελληνικών ταινιών σε διεθνείς διοργανώσεις, ο κ. Αβρανάς απάντησε: «Τα μεγάλα έντυπα διαχώρισαν τη Miss Violence από ταινίες όπως ο Κυνόδοντας και το Attenberg. Η δική μας είναι μία απολύτως ρεαλιστική ταινία, χωρίς συμβολισμούς, αλληγορίες και σουρεαλιστικά στοιχεία. Για μένα είναι η μέρα και η νύχτα ανάμεσα στη δική μου και σ' αυτές τις ταινίες. Αυτό που βλέπω πάντως, είναι ότι εμάς τους Έλληνες σκηνοθέτες, μας ενώνει η κρίση που ζούμε, η κρίση αξιών. Η προσπάθειά μας να αντιληφθούμε αυτή την κρίση, μας φέρνει κοντά στον κόσμο. Δεν ήθελα να έχει διδακτισμό η ταινία αλλά να θέτει το ερώτημα γιατί οι άνθρωποι αυτοί δεν ανοίγουν την πόρτα για να φύγουν».
Οι διεθνείς επιτυχίες συμβάλλουν ώστε να συγκροτηθεί ένα νέο κύμα στον ελληνικό κινηματογράφο ή ένα “weird greek cinema”, όπως είπαν κάποιοι κριτικοί; «Εγώ τέτοιες ταμπέλες με επιτυχίες από 2,5 ταινίες δεν δέχομαι. Φτάνει πια με τις ταμπέλες, αρκετά. Έχει τελειώσει η εποχή που γυαλίζαμε στιγμές, αρκετά τα ζήσαμε αυτά από τη δεκαετία του '80. Φτάνει πια με την ωραιοποίηση των πραγμάτων», απάντησε ο κ. Αβρανάς.
Αναφερόμενος στην αισθητική της ταινίας, εξήγησε ότι δεν τον ενδιέφερε να παραπέμπει σε κάτι τυπικά ελληνικό. «Όχι ότι έχω πρόβλημα με την ελληνικότητα, αλλά ήθελα να κάνω κάτι παγκόσμιο, να έχει οικουμενικότητα».
Σε ερώτηση για το αν θεωρεί πως η θεματολογία της ταινίας του βρίσκεται σε συνάφεια με τα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, ο κ. Αβρανάς εξήγησε: «Η Ελλάδα βρίσκεται σε συνάφεια με τον υπόλοιπο κόσμο, άρα και η ταινία μου που βρίσκεται σε συνάφεια με τον κόσμο, είναι και σε συνάφεια με την Ελλάδα. Κι εγώ ο ίδιος κινούμαι στην Ελλάδα και ασυναίσθητα συλλαμβάνω το δυσοίωνο, το απέλπιδο που νιώθουν οι Έλληνες κι αυτό φυσικά μεταφέρεται στην ταινία».
Δεν τον φοβίζει η πορεία που θα έχει η ταινία στις αίθουσες. «Δεν νιώθω αγωνία, γιατί έχω εμπιστοσύνη στους Έλληνες, πιστεύω ότι η ταινία θα καταφέρει να επικοινωνήσει. Δεν περιμένω φυσικά να σηκωθούν όρθιοι και να χειροκροτούν γιατί η Miss Violence σε παγώνει. Πιστεύω όμως ότι ο Έλληνας είναι σε φάση που θέλει να του πεις την αλήθεια, να ξέρει περί τίνος πρόκειται», σημείωσε.
Τέλος, αναφορικά με το επόμενο πρότζεκτ του, που ήδη προετοιμάζει, αποκάλυψε πως θα έχει ως θέμα μία ιστορία αγάπης.
Η ταινία εντάσσεται στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες» που χρηματοδοτείται, μεταξύ άλλων δράσεων του 54ου ΦΚΘ, από την Ευρωπαϊκή Ένωση - Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, στο πλαίσιο του ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας 2007-2013.