Μια άκρως ενδιαφέρουσα, πρακτικού χαρακτήρα εισήγηση πραγματοποίησε ο σκηνοθέτης, παραγωγός και εκπρόσωπος του προγράμματος MEDIA, Πατρίς Βιβάνκος, την Παρασκευή 22 Μαρτίου 2013 στην αίθουσα Παύλος Ζάννας, στο πλαίσιο του 15ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Ο εισηγητής έδωσε χρήσιμες πρακτικές συμβουλές στο ακροατήριο, το οποίο στην πλειοψηφία του αποτελούνταν από σκηνοθέτες και παραγωγούς. Μεταξύ άλλων, έκανε μια γενική παρουσίαση των τρόπων χρηματοδότησης ταινιών, ενώ επίσης αναφέρθηκε στις αιτήσεις χρηματοδοτήσεων, στις εναλλακτικές πηγές εσόδων και στην πώληση ντοκιμαντέρ.
Στην εισαγωγική του τοποθέτηση, ο κ. Βιβάνκος έθιξε, ανάμεσα σε άλλα, και το ζήτημα της διάρκειας ενός ντοκιμαντέρ. «Για τους υπεύθυνους προγράμματος των καναλιών η διάρκεια είναι πολύ βασικό θέμα, γιατί πρέπει να εντάξουν την ταινία σε ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα χωρισμένο σε ώρες, συμπεριλαμβανομένου του διαφημιστικού χρόνου. Οι ταινίες 56 λεπτών συνηθίζονται στην τηλεόραση, ενώ άλλο συνηθισμένο φορμάτ είναι αυτό των 26’, των 13’ και ολοένα περισσότερο των 7 λεπτών. Εάν το φιλμ είναι πάνω από 60 λεπτά, προορίζεται για τις αίθουσες και τα φεστιβάλ, ωστόσο σε αυτή την περίπτωση καλό είναι να κάνετε μια εκδοχή των 52’ για την τηλεόραση».
Αναφερόμενος στην ιδιωτική χρηματοδότηση, ο κ. Βιβάνκος εξήγησε: «Γνωρίζω καλά της πηγές χρηματοδότησης και μπορώ να πω ότι το 2013 ο μεγαλύτερος χρηματοδότης είναι η τηλεόραση». Ως προς τη δημόσια χρηματοδότηση, ο ίδιος παρατήρησε: «Τη δεκαετία του ‘60 ο κινηματογράφος ήταν ακόμα επικερδής, αλλά από τότε έχει σημειωθεί δραματική μείωση στα έσοδά του. Στην Ευρώπη, και ιδιαίτερα στην Ιταλία, το κοινό που πηγαίνει σινεμά συρρικνώθηκε. Πρώτα στη Γαλλία προέκυψαν κάποιες δομές για να προστατέψουν τα πιο ευάλωτα κομμάτια του κινηματογράφου, όπως το ντοκιμαντέρ και οι ταινίες μικρού μήκους. Τη δεκαετία του ΄70 έπαψαν και οι εμπορικές ταινίες να είναι επικερδείς, κι έτσι σταδιακά οι περισσότερες χώρες απέκτησαν δομές οικονομικής στήριξης του κινηματογράφου».
Μιλώντας για τη χρηματοδότηση στην Ευρώπη για Ευρωπαίους δημιουργούς, ο κ. Βιβάνκος αναφέρθηκε στα προγράμματα MEDIA και Eurimages: «Στο MEDIA συμμετέχουν 13 χώρες. Δημιουργήθηκε πριν από 20 χρόνια με στόχο χώρες που δεν διέθεταν εθνικά κέντρα κινηματογράφου, να μπορούν να γυρίζουν ταινίες. Μπορείτε να κάνετε αίτηση για ανάπτυξη της ταινίας σας για ποσό μέχρι 60.000 ευρώ καταθέτοντας 10-20 σελίδες για το εγχείρημα, κατά προτίμηση στα αγγλικά και θα λάβετε απάντηση έπειτα από μια διαδικασία πέντε μηνών. Κατά μέσο όρο, μία στις πέντε προτάσεις χρηματοδοτείται. Στο πρόγραμμα Eurimages μπορούν να συμπεριληφθούν ντοκιμαντέρ που έχουν ήδη πωληθεί και είναι συμπαραγωγές. Η επιλογή γίνεται τόσο βάσει του περιεχομένου της ταινίας όσο και των φορέων που την έχουν αγοράσει».
Στη συνέχεια, ο εισηγητής έδωσε μερικές πρακτικές οδηγίες για τη διαδικασία αιτήσεων. «Κοιτάξτε προσεκτικά την ιστοσελίδα του κέντρου επιχορήγησης που σας ενδιαφέρει και δείτε τι ταινίες έχει χρηματοδοτήσει, έτσι ώστε να κατανοήσετε ακριβώς το προφίλ του και το τι ψάχνει. Επίσης, προσπαθήστε να βρείτε συμπαραγωγούς ειδικά από άλλες χώρες, όχι για να φέρουν χρήματα αλλά για να δείξουν αφενός ότι κάποιος άλλος ενδιαφέρεται για την ιδέα σας και αφετέρου για να διευρυνθεί η διανομή σας. Είναι ακόμη σημαντικό στις αιτήσεις να συμπεριλαμβάνονται φωτογραφίες είτε των χαρακτήρων σας είτε σημείων όπου θα γίνουν τα γυρίσματα. Τέλος, μπορεί να φανεί απλοϊκό, αλλά είναι πολύ σημαντικό η αίτηση να είναι καλογραμμένη και σε σωστά αγγλικά».
Σχετικά με τη διαδικασία πώλησης ντοκιμαντέρ στην τηλεόραση, ο κ. Βιβάνκος έκανε τρεις διακρίσεις: «Υπάρχει η συμπαραγωγή, η πώληση πριν γίνει η ταινία και η απλή πώληση. Σε ποσοστά, αυτό μεταφράζεται στο ότι στην πρώτη περίπτωση ο σταθμός δίνει το 100% , στη δεύτερη το 50% και στην τρίτη το 25%. Στη συμπαραγωγή μοιράζεστε και κάποιο μέρος της ταινίας και των κερδών. Στη διαδικασία συμπαραγωγής, πρέπει να λειτουργήσετε περισσότερο σαν δικηγόροι παρά σαν παραγωγοί, δηλαδή να είστε σίγουροι για τους όρους της συμφωνίας. Η συμπαραγωγή δεν είναι τόσο συνήθης, είναι όμως σημαντικό να προσπαθήσετε να πουλήσετε την ταινία σας πριν από τα γυρίσματα. Ξέρω ότι είναι χρονοβόρο και περίπλοκο, όμως τα χρήματα θα είναι περισσότερα και πολύ πιο χρήσιμα πριν τα γυρίσματα, παρά μετά την ολοκλήρωση της ταινίας».
Ο ομιλητής αναφέρθηκε εκτεταμένα στους εκπροσώπους πωλήσεων-sales agents. «Ο ρόλος τους είναι πολύ σημαντικός και ξέρουν τους κανόνες της αγοράς. Φυσικά, αποσπούν ένα ποσοστό 20-40% επί των κερδών, που είναι υψηλό, όμως από την εμπειρία μου μπορώ να σας πω ότι, παρόλο που... ξέρω πολλές ξένες γλώσσες, ποτέ δεν κατάφερα να πουλήσω καμία ταινία μου ο ίδιος. Οι εκπρόσωποι πωλήσεων έχουν καταλόγους που διευκολύνουν τους αγοραστές, ενώ επίσης δεν δείχνουν να είναι δεμένοι συναισθηματικά με τις ταινίες, όπως οι δημιουργοί τους. Καλό θα ήταν να επικοινωνήσετε μαζί τους περίπου τρεις μήνες πριν αρχίσετε τα γυρίσματα».
Μιλώντας για τις εναλλακτικές πηγές εσόδων, όπως οι πλατφόρμες VOD αλλά και το crowd funding, ο Πατρίς Βιβάνκος σημείωσε: «Σχετική έρευνα του MEDIA αναφέρει ότι μόνο τρεις πλατφόρμες στη Ευρώπη είναι κερδοφόρες, ωστόσο αυτές παραμένουν μια πιθανότητα εύρεσης ακροατηρίου. Μπορεί να μη σας αποφέρουν χρήματα, όμως θα σας δώσουν αναγνώριση -κι ακόμη και φήμη-, που θα χρησιμεύσουν για την επόμενη ταινία σας». Για το crowd funding ο κ. Βιβάνκος εξήγησε: «Θεωρώ ότι λειτουργεί, εάν η ταινία πραγματεύεται ένα κρίσιμο θέμα ή εάν κάποιος από τους συντελεστές είναι γνωστός στη χώρα του. Τους τελευταίους έξι μήνες, κάνουν προσπάθειες εξασφάλισης τέτοιας χρηματοδότησης πιο εμπορικά ντοκιμαντέρ, με θέμα π.χ. το περιβάλλον ή την άγρια φύση, αν και δεν το χρειάζονται. Δεν είμαι πολύ αισιόδοξος για αυτό τον τρόπο χρηματοδότησης, εξακολουθώ να θεωρώ ότι μεγαλύτερος χρηματοδότης είναι η τηλεόραση».
Συνοψίζοντας, ο κ. Βιβάνκος τόνισε: «Για μένα, το πιο σημαντικό είναι η διεκδίκηση νομικού πλαισίου στήριξης των ανεξάρτητων παραγωγών όπου αυτό δεν υπάρχει. Επίσης, πρέπει να θυμόμαστε ότι το ντοκιμαντέρ αποτελεί ένα από τα πιο εύθραυστα κομμάτια της οπτικοακουστικής παραγωγής, διότι κάθε φορά που υπάρχει ένα blockbuster μυθοπλασίας, έπειτα οι ταινίες μυθοπλασίας καταλαμβάνουν μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα». Παράλληλα, ο ομιλητής σχολίασε το ρόλο του αριθμού των κινηματογραφικών αιθουσών: «Ο αμερικανικός κινηματογράφος είναι τόσο δυνατός λόγω του κοινού του. Ο μέσος Αμερικανός πηγαίνει σινεμά διπλάσιες φορές το χρόνο από το Γάλλο και ο Γάλλος διπλάσιες φορές από τον Έλληνα, γεγονός με το οποίο σχετίζεται άμεσα ο αριθμός των αιθουσών. Στην Αμερική αναλογεί μία κινηματογραφική αίθουσα για κάθε 7.000 κατοίκους, στη Γαλλία μία για κάθε 12.000 κατοίκους, ενώ στη Ρουμανία μία για κάθε 20.000 κατοίκους. Μιλώντας κάποια στιγμή με τον Κριστιάν Μουντζίου, μου ανέφερε ότι περισσότερος κόσμος είδε την ταινία του στο εξωτερικό, παρά στη χώρα του. Είναι σημαντικό, λοιπόν, να μην ξεχνάμε τη σημασία των κινηματογραφικών αιθουσών».