Τα Μυστικά της Αγοράς / Market Talks, μια καινοτομία της Αγοράς Ντοκιμαντέρ του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, ολοκληρώθηκαν την Παρασκευή 16 Μαρτίου 2012, στην αίθουσα Excelsior του Electra Palace, στο πλαίσιο του 14ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, με κεντρική ομιλήτρια την Ελπίδα Καλλιντέρη, υπεύθυνη αγοράς ξένου προγράμματος του ΣΚΑΙ.
Aρχικά η κ. Καλλιντέρη έδωσε στο ακροατήριο μία γενική εικόνα για τον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΙ και το προφίλ του. «Είμαστε ένας ιδιωτικός σταθμός, τα έσοδα του οποίου προέρχονται από τη διαφήμιση. Εάν πριν από τέσσερα χρόνια ρωτούσαν κάποιον στο δρόμο τι παίζει ο σταθμός μας, θα απαντούσε ότι είναι ένα κανάλι ντοκιμαντέρ. Αυτό έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια, καθώς λόγω της κρίσης και των τωρινών δεδομένων, αναγκαστήκαμε να στραφούμε περισσότερο στις ειδήσεις και σε ενημερωτικά προγράμματα, ανταποκρινόμενοι στις ανάγκες του τηλεοπτικού κοινού. Τώρα ο σταθμός είναι ενημερωτικού χαρακτήρα. Όσον αφορά στα ντοκιμαντέρ, μετά την ΕΡΤ είμαστε δεύτεροι στον αριθμό ταινιών τεκμηρίωσης που προβάλλουμε».
Σχετικά με τον τρόπο που ο σταθμός αγοράζει ντοκιμαντέρ, η κ. Καλλιντέρη εξήγησε: «Αγοράζουμε από μεγάλες εταιρείες, από αντιπροσώπους πωλήσεων και μερικές φορές από ανεξάρτητες εταιρείες παραγωγής ή παραγωγούς και σκηνοθέτες, επομένως δουλεύουμε με μεγάλο εύρος συνεργατών. Με μεγάλες εταιρείες κάνουμε συμφωνίες οι οποίες ονομάζονται “output” ή “volume” και ορίζουν μία αποκλειστικού τύπου πώληση στη χώρα ή, στην περίπτωση του BBC, προτεραιότητα σε κάποιο τομέα του καταλόγου του. Ταυτόχρονα, η συμφωνία περιλαμβάνει την αγορά ενός “πακέτου” ντοκιμαντέρ και όχι μεμονωμένων. Έτσι, όσο περισσότερα ντοκιμαντέρ αγοράζονται, τόσο λιγότερο στοιχίζει η ώρα. Σε αυτό στοχεύουν η εταιρείες, όμως κάτι τέτοιο ίσως δεν εξυπηρετεί ως προς το περιεχόμενο, γιατί μπορεί να μη χρειάζεται το κανάλι τόσα ντοκιμαντέρ από την ίδια ομάδα. Γι’ αυτό το λόγο, αλλά και για οικονομικούς λόγους, δεν κινούμαστε πλέον με αυτό τον τρόπο».
Στη συνέχεια, η ομιλήτρια αναφέρθηκε στη διαδικασία με την οποία το κανάλι εντοπίζει τα ντοκιμαντέρ και τις εταιρείες: «Πηγαίνουμε σε tv markets, κάνουμε συναντήσεις με εταιρείες παραγωγής και αντιπροσώπους πωλήσεων και επισκεπτόμαστε ειδικές προβολές για αγοραστές, όπως αυτές του BBC». Η ίδια πρόσθεσε: «Είναι δύσκολο να διαπραγματευτούμε μια τιμή με ένα σκηνοθέτη για ένα μεμονωμένο ντοκιμαντέρ, καθώς αυτή δε θα συγκρίνεται με εκείνη που δίνουν τα πακέτα ντοκιμαντέρ».
Η κ. Καλλιντέρη στάθηκε ιδιαίτερα στον τρόπο σχεδιασμού του τηλεοπτικού προγράμματος ενός σταθμού. «Θεωρώ ότι πολλοί επαγγελματίες του χώρου δεν λαμβάνουν υπόψη τους το πώς στήνεται και λειτουργεί το τηλεοπτικό πρόγραμμα. Στην Ελλάδα η τηλεοπτική σεζόν διαρκεί από τον Οκτώβριο μέχρι τον Ιούνιο, οπότε εάν θέλουμε να στηρίξουμε κάτι, θα το προβάλλουμε εκείνη την περίοδο. Σε κάθε χώρα διαφέρει αυτό το χαρακτηριστικό, αλλά στην Ελλάδα η βραδινή ζώνη υψηλής θεαματικότητας είναι από τις 20.00 μέχρι τα μεσάνυχτα, ενώ η μεταμεσονύχτια ζώνη υψηλής θεαματικότητας από τα μεσάνυχτα μέχρι τη 01.00. Παρ’ όλα αυτά, η συγκεκριμένη ζώνη δεν είναι πάντα το ζητούμενο. Μπορεί να ενδιαφέρει η διαθεσιμότητα ενός ειδικού κοινού, για παράδειγμα νέοι, άνδρες, γυναίκες κλπ. Υπάρχει ολόκληρη ομάδα η οποία εξετάζει ποια είναι η καλύτερη ώρα για κάθε είδος εκπομπής. Μια άλλη παράμετρος διαμόρφωσης του προγράμματος είναι φυσικά και ο ανταγωνισμός», εξήγησε. Υπογράμμισε επίσης ότι ένας τηλεοπτικός σταθμός εξ ορισμού τοποθετεί μετά τα μεσάνυχτα εκπομπές που περιέχουν σεξ ή βία, ενώ πρόσθεσε ότι στόχος είναι το τηλεοπτικό κοινό να παραμένει συντονισμένο και μετά το τέλος μιας εκπομπής, έτσι ώστε να παρακολουθήσει και την επόμενη, επομένως η αλληλουχία των εκπομπών πρέπει να είναι μελετημένη.
Ως προς το θέμα της γλώσσας ενός ντοκιμαντέρ, η κ. Καλλιντέρη παρατήρησε πως η πιο προσιτή γλώσσα στο ελληνικό τηλεοπτικό κοινό μετά τη μητρική του είναι τα αγγλικά και συμβούλεψε ότι για την εγχώρια αγορά σε μη αγγλόφωνα ντοκιμαντέρ θα βοηθούσε η αγγλική αφήγηση. «Στην Ελλάδα, τα ελληνικά ντοκιμαντέρ τα πηγαίνουν καλύτερα στην τηλεόραση. Επίσης, θα πρέπει να είναι εμπορικά και δυναμικά, να περιέχουν εκτενή έρευνα και να είναι ελκυστικά τα πρώτα λεπτά που θα τα δει κάποιος. Γενικότερα, το τηλεοπτικό κοινό είναι δύσκολο, γιατί μπορεί να κλείσει την τηλεόραση ή να αλλάξει κανάλι ανά πάσα στιγμή», διευκρίνισε η ομιλήτρια. Επίσης, επεσήμανε ότι τα ντοκιμαντέρ με θέματα σχετικά με την Ελλάδα έχουν καλή απήχηση στο κοινό, ενώ εκείνα με πιο γενική θεματολογία είναι πιο εύκολο να ενταχθούν στο πρόγραμμα. Η ομιλήτρια εξήγησε πως ο ΣΚΑΙ κατά καιρούς δοκιμάζει διαφορετικές κατευθύνσεις στο ντοκιμαντέρ, πέρα από τις προαναφερθείσες συντεταγμένες, ωστόσο αυτή τη στιγμή δεν διαθέτει την πολυτέλεια να επιμείνει σε κάτι, εάν αυτό δεν λειτουργεί. «Δεδομένης της περιόδου που διανύουμε, ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τα θέματα που αφορούν στην τρέχουσα επικαιρότητα», υπογράμμισε η ίδια.
Η ομιλήτρια εξήγησε πως οι δημιουργοί που αποσκοπούν να πουλήσουν τις ταινίες τους στην τηλεόραση, πρέπει να εξετάσουν το προφίλ του τηλεοπτικού σταθμού στον οποίο απευθύνονται, να λάβουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες του, αλλά και τη διάρκεια της ταινίας τεκμηρίωσης. «Τα ντοκιμαντέρ υπολογίζονται για μία τηλεοπτική ώρα, δηλαδή πρέπει να διαρκούν περίπου 45 λεπτά. Ημίωρες ή 65λεπτες ταινίες τεκμηρίωσης είναι δύσκολες για το τηλεοπτικό πρόγραμμα» τόνισε σχετικά. Ερωτώμενη για τις επιπτώσεις της κρίσης στον τηλεοπτικό κόσμο και στην αγορά, η κ. Καλλιντέρη σημείωσε ότι η τηλεοπτική διαφήμιση έχει μειωθεί κατά περίπου 60%, έχουν ακολουθήσει μειώσεις μισθών και απολύσεις, έχουν μειωθεί οι αγορές κατά πολύ και ο σταθμός πλέον κινείται σε «λειτουργία επιβίωσης», όπως είπε χαρακτηριστικά. «Γενικά ο ΣΚΑΙ αγοράζει σε ποσοστό 60-70% από μεγάλες εταιρείες και το υπόλοιπο ποσοστό από μικρότερες ή ανεξάρτητες», συμπλήρωσε.
Στο τέλος της ομιλίας, μια εκ των παρευρισκόμενων σχολίασε τις επιλογές του σταθμού, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι επικεντρώνεται στις μεγάλες εμπορικές παραγωγές. Η κ. Καλλιντέρη απάντησε: «Το περίμενα ότι θα υπήρχαν τέτοιες αντιδράσεις. Έχω, ωστόσο, δει στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ ταινίες που θα ζητήσω να αγοράσουμε». Στο ίδιο θέμα, ένας άλλος παρευρισκόμενος παρατήρησε: «Πολλοί σπουδαίοι κινηματογραφιστές δεν γνωρίζουν πώς λειτουργεί η αγορά και κάτι τέτοιο τους κάνει κακό. Γι’ αυτό και νομίζω ότι είναι ωφέλιμο να έρχονται οι δημιουργοί σε επαφή με αυτή την πραγματικότητα». Τέλος, η κ. Καλλιντέρη σημείωσε πως λόγω της κρίσης δίνεται βάρος στα ελληνικά ντοκιμαντέρ για πιθανές αγορές, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούμε να κάνουμε με τα καλά ντοκιμαντέρ και πιστεύω ότι υπάρχει ελπίδα για μελλοντικά σχέδια».