14ο ΦΝΘ: Κουβεντιάζοντας 13/03

KOYBENTIAZONTAΣ 13/3

Το τρίτο «Κουβεντιάζοντας» πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 13 Μαρτίου 2012 στην αίθουσα Excelsior του ξενοδοχείο Electra Palace, στο πλαίσιο του 14ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Στην συζήτηση συμμετείχαν οι σκηνοθέτες Αμαλία Ζέπου και Λυδία Καρρά (Ξερολιθιές. Στηρίγματα στο Αιγαίο), Νίκος Κατσαούνης και Νίνα Μαρία Πασχαλίδου (Κrisis), Γκάι Νταβίντι (Πέντε σπασμένες κάμερες), Μάγκνους Γκέρτεν (Το λιμάνι της ελπίδας), Έρικ Μπλακ και Φράουκε Ζάντιχ (Καρδιά του ουρανού, καρδιά της γης), Γκαστόν Σολνίτσκι (Papirosen) και η Μάργκρετ Γιονασντότιρ, παραγωγός της ταινίας Οι τελευταίες ημέρες της Αρκτικής του Μάγκνους Βίνταρ Σίγκουρδσον.

Η ιστορία αλλά και ο αγώνας των Μάγια για την προστασία του τόπου τους από την οικολογική και πολιτισμική ισοπέδωση, είναι το κεντρικό θέμα του ντοκιμαντέρ Καρδιά του ουρανού, καρδιά της γης, των Έρικ Μπλακ και την Φράουκε Ζάντιχ. «Καταπιαστήκαμε με ένα θέμα πολύ αγαπητό σε εμάς. Θέλαμε να μιλήσουμε για τα δικαιώματα των ιθαγενών χωρίς όμως να κάνουμε ένα ανθρωπολογικό φιλμ. Αντί αυτού προτιμήσαμε να τους παρουσιάσουμε όπως ήθελαν αυτοί και να τους δώσουμε το λόγο» εξήγησε ο κ. Μπλακ και πρόσθεσε: «Πραγματικά τους ερωτευτήκαμε. Μας δέχτηκαν στα σπίτια τους, μας έδειξαν σεβασμό και εμπιστοσύνη». Η κ. Ζάντιχ, από την πλευρά της, επεσήμανε μια αναπάντεχη ανακάλυψη: «Με έκπληξη διαπιστώσαμε ότι οι Μάγια δεν μίλησαν ποτέ για το τέλος του κόσμου το 2012 και ότι αυτός ο μύθος δεν είναι γραμμένος πουθενά. Το αληθινό τέλος, όμως, είναι όχι το τέλος του κόσμου, αλλά για τους Μάγια είναι το τέλος του καθαρού νερού, το τέλος του ντόπιου καλαμποκιού, το τέλος της υγιούς διαβίωσης στο βουνό εξαιτίας του ορυχείου, η καταστροφή των τροπικών δασών. Πρόκειται ωστόσο για ένα πολύ δυνατό λαό, ο οποίος πρεσβεύει μια θεωρία εκ διαμέτρου αντίθετη προς την ισχύουσα δυτική».

Σε μια επίσης ανήσυχη γωνιά του πλανήτη, την Παλαιστίνη, διαδραματίζεται η ταινία Πέντε σπασμένες κάμερες των Εμάντ Μπουρνάτ και Γκάι Νταβίντι. Ο τελευταίος έδωσε το παρών στο 14ο ΦΝΘ, μιλώντας για το πώς προέκυψε το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ. Ο κ. Νταβίντι το 2005 βρέθηκε στο χωριό Μπιλίν στη Δυτική Όχθη συμμετέχοντας στο διεθνές κίνημα ακτιβιστών ενάντια στην ύψωση διαχωριστικού τείχους μεταξύ ισραηλινών και παλαιστίνιων οικισμών. Εκεί τράβηξε υλικό ως κινηματογραφιστής, το οποίο όμως δεν αξιοποίησε μέχρι το 2009, όταν τον προσέγγισε ένας παλαιστίνιος αγρότης και ερασιτέχνης κινηματογραφιστής του χωριού, ο Εμάντ Μπουρνάτ, έχοντας στη διάθεσή του υλικό από ό,τι είχε συμβεί εκείνο το διάστημα στο Μπιλίν, επιθυμώντας να κάνουν μαζί μια ταινία. «Η πράξη της βιντεοσκόπησης και καταγραφής είναι μια πολύ ιδιαίτερη πράξη σε αυτά τα μέρη. Ρισκάρεις τη ζωή σου», σημείωσε ο κ. Νταβίντι. Παρά το ότι έχουν γίνει πολλές ταινίες με αυτό το θέμα, η ιδέα να ειπωθεί η ιστορία εκ των έσω ήταν αυτό που κινητοποίησε τον δημιουργό. «Ο Εμάντ ήταν πάντοτε εκεί. Όταν τελείωναν οι διαμαρτυρίες και οι δημοσιογράφοι έφευγαν, εκείνος συνέχιζε να τραβάει πλάνα, για παράδειγμα τα βράδια όταν οι στρατιώτες έμπαιναν στο χωριό για να συλλάβουν νεαρούς, με την κατηγορία ότι πετούσαν πέτρες», εξήγησε.

Από την πλευρά του, ο Μάγκνους Γκέρτεν στην ταινία Το λιμάνι της ελπίδας, αφηγείται τη διάσωση χιλιάδων εβραίων από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τη μεταφορά τους στο λιμάνι Μάλμε της Σουηδία, τη γενέτειρά του. Ο σκηνοθέτης είπε πως ο πατέρας του σε ηλικία 15 χρονών είχε ζήσει τη μέρα της έλευσης των καραβιών με τους διασωθέντες στο λιμάνι και πάντα τον παρακινούσε να κάνει αυτή την ταινία. «Του έλεγα ότι μόνο αν είχα το κατάλληλο υλικό που θα έδειχνε τους ανθρώπους αυτούς να στέκονται εκεί τις πρώτες στιγμές της ελευθερίας τους, ίσως να μπορούσα να κάνω μια τέτοια ταινία. Τελικά, αφού το ανακάλυψα, έπρεπε να βρω και την ταυτότητα αυτών των ανθρώπων, κάτι που αρχικά θεωρούσα αδύνατο. Όμως ο πατέρας μου, έπειτα από μήνες ερευνών της λίστας επιβατών, με βοήθησε να εντοπίσω τους επιζώντες και να ξεκινήσω», υπογράμμισε ο δημιουργός.

Στον πατέρα του αναφέρθηκε και ο σκηνοθέτης Γκαστόν Σολνίτσκι μιλώντας για την ταινία του Papirosen, εξηγώντας ότι ο πατέρας του «μεταμορφώθηκε» εξίσου κατά τη διάρκεια της ταινίας όσο και ο ίδιος. Το ντοκιμαντέρ διερευνά την αργεντινο-εβραϊκή οικογένεια του δημιουργού, σε ένα διάστημα δέκα ετών. «Έκανα την ταινία για την οικογένειά μου, ψάχνοντας φαντάσματα μέσα σε αυτή, ήταν μια διαδικασία εξορκισμού για μένα. “Papirosen” είναι το όνομα ενός παλιού τραγουδιού και στη κουλτούρα μας έχει πολλές ενδιαφέρουσες πτυχές» είπε ο κ. Σολνίτσκι. Ο σκηνοθέτης ομολόγησε ότι είναι η πρώτη φορά που έρχεται αυτοπροσώπως σε φεστιβάλ ντοκιμαντέρ, ενώ πρόσθεσε: «Θα έλεγα ότι οι ταινίες μου έχουν να κάνουν με την αγάπη και το θάνατο και είναι ντοκιμαντέρ, αλλά όχι μόνο. Όπως και στην προηγούμενη ταινία μου έτσι και σε αυτή τράβηξα πάνω από 160 ώρες υλικού και το μοντάζ μου πήρε σχεδόν δύο χρόνια. Με αυτή την έννοια, είναι και οι δύο σημαντικές για μένα, φτιαγμένες με “χειροποίητο” τρόπο».

Επίκαιρη, με έντονο κοινωνικό χαρακτήρα είναι η ταινία Κrisis των Νίνας Μαρίας Πασχαλίδου και Νίκου Κατσαούνη. «Η ταινία είναι για την ελληνική κρίση, αλλά όχι με τον τυπικό τρόπο. Πρόκειται για το αποτέλεσμα του project The Prism, το πρώτο multimedia project στην Ελλάδα όπου 14 φωτορεπόρτερ εκπαιδεύτηκαν και έκαναν τις δικές τους ταινίες. Καταλήξαμε με 27 ταινίες μικρού μήκους από όλη την Ελλάδα, ενώ στο website υπάρχει επιπλέον πληθώρα φωτογραφιών και κειμένων, που δίνουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της Ελλάδας στην περίοδο της κρίσης», υπογράμμισε η κ. Πασχαλίδου. Όσο για τον τίτλο του ντοκιμαντέρ, η ίδια είπε: «Προέρχεται από τη λέξη ‘’κρίνω’’, υπονοώντας πως είναι σημαντικό να διαμορφώσει ο καθένας τη δική του γνώμη για την κατάσταση». Από την πλευρά του, ο Νίκος Κατσαούνης, ο οποίος έχει ζήσει το περισσότερο μέρος της ζωής του στο εξωτερικό, δήλωσε: «Χρησιμοποίησα αυτό το project σαν ένα μέσο να μάθω την Ελλάδα. Το πιο συναρπαστικό κομμάτι ήταν αυτό των workshops με τους φωτογράφους. Είναι μια μοναδική συγκυρία όσον αφορά στην τεχνολογία, καθώς μπορούμε να μοιραστούμε τις γνώσεις, τις ιστορίες μας και να δημιουργήσουμε συλλογικά, υπερβαίνοντας τη σφαίρα της παραδοσιακής δημιουργίας φιλμ. Για μένα ήταν μια δικαιολογία να χρησιμοποιήσω τη δημιουργικότητα ώστε να σχετιστώ με ανθρώπους, να μάθω, να μοιραστώ».

Η επίσης ελληνική ταινία Ξερολιθιές. Στηρίγματα στο Αιγαίο των Αμαλίας Ζέπου και Λυδίας Καρρά, αναφέρεται στη διαδικασία αποκατάστασης μιας κατεστραμμένης ξερολιθιάς με παραδοσιακό τρόπο. «Δεν είχαμε σκοπό να κάνουμε ταινία, αλλά να αναστηλώσουμε τον τοίχο, γι’ αυτό και οργανώσαμε μια ομάδα εθελοντών. Απλώς συνέβη να έχουμε μια κάμερα για να κρατούμε σημειώσεις για τις λεπτομέρειες της τεχνικής. Μοντάραμε το βίντεο αρχικά για να το δώσουμε ως δώρο στους εργάτες που βοήθησαν και ίσως για να το δείξουμε σε άλλα μέρη στην Ελλάδα, ώστε να ενθαρρύνουμε την αποκατάστασή των ξερολιθιών, αλλά δεν φανταζόμασταν ότι θα βρισκόμασταν σε Φεστιβάλ», είπε η κ. Ζέπου. Η κ. Καρρά έδωσε έμφαση στη αλλαγή στάσης που επέδειξαν οι ντόπιοι χτίστες, οι οποίοι αρχικά ήταν διστακτικοί, αλλά βλέποντας το ενδιαφέρον των εθελοντών ένιωσαν περηφάνια και αισιοδοξία για τον τόπο τους. «Συμβολικά νομίζω ότι δείχνει ότι εμείς οι Έλληνες ό,τι κι αν συμβεί μπορούμε να αρχίσουμε να ξαναχτίζουμε», πρόσθεσε η ίδια.

Στη συνέχεια, η Μάργκρετ Γιονασντότιρ μίλησε για την ταινία Οι τελευταίες ημέρες της Αρκτικής, με θέμα τον διάσημο φωτογράφο Ράγκναρ – RAX- Άξελσον ο οποίος, κάτω από δύσκολες συνθήκες αποτυπώνει το πορτρέτο της Αρκτικής. «Ο RAX είναι ένας περιπετειώδης φωτογράφος που δε ικανοποιείται μέχρι να παγώσει ή μέχρι να κινδυνεύσει από ένα ηφαίστειο» είπε χαρακτηριστικά η κ. Γιονασντότιρ. Ο φωτογράφος μεγάλωσε σε μια απομακρυσμένη φάρμα στην Ισλανδία, εξοικειώθηκε με τη φύση και αυτή είναι η εμμονή του έκτοτε. «Φωτογραφίζει ψαράδες, τρόπους ζωής του Βορρά που εξαφανίζονται και ανθρώπους που έχουν επιλέξει να μένουν μόνοι τους, ενώ έχει περάσει πολύ καιρό στη Γροιλανδία φωτογραφίζοντας κυνηγούς, η επιβίωση των οποίων τώρα διακυβεύεται λόγω των κλιματικών αλλαγών», είπε η κ. Γιονασντότιρ.

Σχετικά με τις δύσκολες θεματικές στο ντοκιμαντέρ και το εάν αυτό μπορεί να λειτουργήσει ακτιβιστικά, ο Νίκος Κατσαούνης τόνισε: «Μετά την εμφάνιση του youtube έγινε φανερό ότι έχουμε τη δύναμη να αλλάξουμε τις ιδέες των ανθρώπων. Μαζί με αυτό έρχεται μεγαλύτερη ευθύνη και αναπόφευκτα μια ταινία αποκτά πολιτική διάσταση». Από την πλευρά του, ο Γκαστόν Σολνίτσκι σχολίασε: «Η πραγματικότητα εμπεριέχει τις δυσκολίες, δεν μπορεί να απλοποιηθεί περισσότερο. Αν ήθελα να τις αποφύγω, θα έφτιαχνα μόνο ταινίες μυθοπλασίας. Η διαδικασία και η ολοκλήρωση είναι θεραπευτική για μένα και πιστεύω ότι το χιούμορ μπορεί να ενσωματωθεί και σε δύσκολα θέματα». Ο Γκάι Νταβίντι δήλωσε ότι, σε αντίθεση με τον συνσκηνοθέτη του Εμάντ Μπουρνάτ που θεωρεί ότι ο πρωτεύων στόχος μιας ταινίας είναι να συμβάλλει στην αλλαγή, ο ίδιος πιστεύει ότι είναι εξίσου σημαντικό να αλλάξει η γενικότερη αντίληψη και αυτο-αντίληψη που συντελεί στο διαχωρισμό ανάμεσα σε θύτες και θύματα. «Τείνουμε να ερωτοτροπούμε με τον πόνο και να ωραιοποιούμε τα θύματα», συμπλήρωσε χαρακτηριστικά.