18ο ΦΝΘ: Συνέντευξη τύπου - Μαριάννα Οικονόμου (Ο πιο μακρύς δρόμος), Μάρω Αναστοπούλου (Τα σημάδια του ουρανού), Σαντρίν Ντουμά (Νόστος)

18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης –
Εικόνες του 21ου Αιώνα

11-20 Μαρτίου 2016
 
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ
Ο ΠΙΟ ΜΑΚΡΥΣ ΔΡΟΜΟΣ / ΤΑ ΣΗΜΑΔΙΑ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ / ΝΟΣΤΟΣ
 
Συνέντευξη Τύπου παραχώρησαν την Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016, στο πλαίσιο του 18ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, οι σκηνοθέτιδες Μαριάννα Οικονόμου (Ο πιο μακρύς δρόμος), Μάρω Αναστοπούλου (Τα σημάδια του ουρανού) και Σαντρίν Ντουμά (Νόστος).
 
Η Μάρω Αναστοπούλου πήρε πρώτη το λόγο, μιλώντας για το ντοκιμαντέρ της Τα σημάδια του ουρανού. Όπως ανέφερε, η έμπνευση για την ταινία προέκυψε όταν ταξίδεψε στην Αμοργό το χειμώνα και είδε μια άλλη εικόνα του νησιού, χωρίς επισκέπτες, με άσχημο καιρό και άγρια τοπία. Η αίσθηση αυτή την έκανε να επιστρέψει για να καταγράψει εικόνες της καθημερινότητας του νησιού, την οποία επηρεάζει έντονα ο καιρός. Όπως πρόσθεσε η σκηνοθέτιδα, η ταινία ξεκίνησε από την ικανότητα των νησιωτών να ερμηνεύουν τα σημάδια του καιρού και της φύσης και να προβλέπουν πώς θα εξελιχθεί η χρονιά, όμως δεν καταγράφει μόνο αυτό, αλλά όλη τη ζωή και την καθημερινότητα των κατοίκων, μέσα από ένα αφηγηματικό ύφος παρατήρησης. Σε ερώτηση σχετικά με την παλιότερη και τη νεότερη γενιά του νησιού, η κ. Αναστοπούλου επισήμανε: «Η ταινία ξεκίνησε να γυρίζεται πριν από πέντε χρόνια, όταν η κρίση δεν ήταν εμφανής και έντονη. Στο διάστημα αυτό, είδα ότι οι νέοι προτιμούν να μένουν στο νησί, ασχολούνται με τις παραδόσεις, διατηρούν τα έθιμα και τους ενδιαφέρει να μάθουν, για παράδειγμα, να ερμηνεύουν τα σημάδια του καιρού, όπως κάνουν οι μεγαλύτεροι». Μιλώντας για τα νησιά που το χειμώνα και το καλοκαίρι είναι δύο διαφορετικοί κόσμοι, η σκηνοθέτιδα σημείωσε: «Σίγουρα έβλεπα μια μεγάλη αντίθεση. Παρότι αρχικά αυτό με τράβηξε, δεν ήταν αυτό που ήθελα να καταγράψω. Στην πορεία φάνηκε ότι η καθημερινότητα των νησιωτών το καλοκαίρι είχε μια απόσταση από τον τουρισμό, όχι σκόπιμα, αλλά επειδή οι ντόπιοι ασχολούνταν με τις δικές τους δουλειές, είχαν τη δική τους ζωή».
 
Στη συνέχεια, η Μαριάννα Οικονόμου μίλησε για το ντοκιμαντέρ της Ο πιο μακρύς δρόμος, όπου πρωταγωνιστούν δυο ανήλικοι πρόσφυγες από τη Συρία και το Ιράκ οι οποίοι βρίσκονται στην Ελλάδα κατηγορούμενοι για διακίνηση μεταναστών και στέλνονται στο Ίδρυμα Αγωγής Ανηλίκων Βόλου. «Ασχολήθηκα με αυτό το θέμα εντελώς κατά τύχη, πριν δυο χρόνια, όταν οι φυλακές ανηλίκων άρχισαν να γεμίζουν από κρατούμενους που είχαν θυματοποιηθεί από τους διακινητές. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, η Αστυνομία και το Λιμενικό έχουν αντιληφθεί καλύτερα την κατάσταση και είναι πιο προσεκτικοί απέναντι στους ανήλικους, οι οποίοι δεν οδηγούνται τόσο εύκολα στη φυλακή», είπε η σκηνοθέτιδα. Και πρόσθεσε: «Η ταινία απέκτησε άλλη τροπή με την καταγραφή των τηλεφωνημάτων που έκαναν οι κρατούμενοι στις οικογένειές τους. Η συνομιλία αυτών των παιδιών με τους γονείς τους ήταν μια συγκλονιστική εμπειρία κι αυτό είναι και όλο το νόημα της ταινίας. Και οι δύο πλευρές είναι εγκλωβισμένες: οι ανήλικοι στη φυλακή και οι οικογένειές τους σε εμπόλεμες χώρες. Ο ένας ζητάει βοήθεια από τον άλλο και επίσης μέσα από αυτή την επικοινωνία εξηγείται το γιατί αυτά τα παιδιά εγκαταλείπουν τις χώρες τους». Όσο για το πού βρίσκονται οι δυο πρωταγωνιστές μετά το ντοκιμαντέρ, η σκηνοθέτιδα σημείωσε ότι ο ένας εκ των δύο κατάφερε μετά από έξι μήνες να πάει στη Γερμανία και είναι καλά - μάλιστα συνεχίζουν να επικοινωνούν-, ενώ ο άλλος διέκοψε κάθε επαφή μετά από τρεις μήνες και εξαφανίστηκε - η σκηνοθέτιδα ελπίζει ωστόσο ότι με κάποιο τρόπο να κατάφερε και αυτός να φτάσει στη Γερμανία.
 
Η Σαντρίν Ντουμά στην ταινία της Νόστος ακολουθεί τα βήματα της ζωγράφου Θάλειας Φλωρά – Καραβία και μαζί τα βήματα της δικής της οικογένειας. Αναφερόμενη στο έναυσμα της ταινίας, η γαλλίδα σκηνοθέτιδα είπε: «Η μητέρα μου μού έλεγε ιστορίες για την παιδική ηλικία της, όταν είχε γνωρίσει τη ζωγράφο και αυτές οι αφηγήσεις κίνησαν την περιέργειά μου. Επειδή είμαι και ηθοποιός, η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι η προσωπικότητα της Θάλειας θα ήταν ένας πολύ ενδιαφέρον ρόλος, υπήρχε κάτι πολύ άγριο και ελεύθερο σε αυτή τη γυναίκα. Μετά το θάνατο της μητέρας μου, κατάλαβα ότι υπάρχουν πολλά πράγματα για τα οποία δεν είμαι σίγουρη όσον αφορά στη σχέση μου με την Ελλάδα, διότι υπάρχουν πολλά κενά στην οικογενειακή μου ιστορία. Έτσι θέλησα να επανασυνδεθώ με την ελληνική πλευρά της ιστορίας μου και ξαφνικά βιαζόμουν να κάνω αυτή την ταινία». Η σκηνοθέτιδα πρόσθεσε: «Ως Γαλλίδα ήξερα ότι η εικόνα που έχουν οι Γάλλοι για την Ελλάδα περιορίζεται στις παραλίες, την ομηρική ‘’Οδύσσεια’’ και τους πρόσφυγες. Δεν ξέρουν τίποτα για την Ελλάδα κι έτσι μέσα από την ιστορία της Θάλειας θέλησα να δημιουργήσω μια διαφορετική εικόνα για τη χώρα. Αν το ντοκιμαντέρ βοηθήσει έστω και έναν άνθρωπο να αποκτήσει άλλη εικόνα για την Ελλάδα, θα είμαι πολύ χαρούμενη». Όσο για την επιλογή του τίτλου του ντοκιμαντέρ, η κ. Ντουμά υπογράμμισε: «Στις συνεντεύξεις που έκανα για την ταινία, ένας άνδρας στην Αλεξάνδρεια αναφέρθηκε στο νόστο κι έτσι κατάλαβα ότι τόσο η Θάλεια όσο και η μητέρα μου ήταν Ελληνίδες μακριά από την πατρίδα τους. Ο τίτλος αντιστοιχεί στα συναισθήματά μου. Τελικά είμαι ευγνώμων στην ταινία που ανέτρεψε τα σχέδιά μου, προέκυψε ξαφνικά και ήταν μια τόσο δυνατή περιπέτεια».