18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης –
Εικόνες του 21ου Αιώνα
11-20 Μαρτίου 2016
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ
ΜΟΡΙΟΜ / ΣΤΗΝ ΚΑΛΙΦΟΡΝΙΑ / ΑΓΡΙΑ ΘΗΛΥΚΑ, ΕΥΓΕΝΗ ΘΗΡΙΑ
Συνέντευξη Τύπου παραχώρησαν την Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016, στο πλαίσιο του 18ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, οι σκηνοθέτες Μαρκ Ολέξα και Φραντσέσκα Σκαλίσι (Μοριόμ), Σαρλ Ρεντόν (Στην Καλιφόρνια) και Άνκα Σμιντ (Άγρια θηλυκά, ευγενή θηρία).Εικόνες του 21ου Αιώνα
11-20 Μαρτίου 2016
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ
ΜΟΡΙΟΜ / ΣΤΗΝ ΚΑΛΙΦΟΡΝΙΑ / ΑΓΡΙΑ ΘΗΛΥΚΑ, ΕΥΓΕΝΗ ΘΗΡΙΑ
Αρχικά τον λόγο πήρε ο Σαρλ Ρεντόν, ο οποίος στο ντοκιμαντέρ Στην Καλιφόρνια χτίζει ένα πολύ προσωπικό πορτρέτο, της σχέσης του ιδίου με την μπαλαρίνα σύζυγό του. «Από μια σκοπιά είναι ένα σχόλιο πάνω στον έρωτα: συναντάς έναν άνθρωπο, σε συνεπαίρνει, τον ερωτεύεσαι, αλλά στην πορεία ανακαλύπτεις ότι δεν χωρά στο ‘’κουτάκι’’ που ήθελες να τον τοποθετήσεις. Ξεκίνησα με το πάθος μου για την κοπέλα με την οποία ζούσα, με είχε συναρπάσει το σώμα της, η ομορφιά της. Στην πορεία το πάθος μετατράπηκε σε τρόμο απέναντι στο σώμα της και την ίδια, παρότι συνέχισα να την επιθυμώ» είπε ο σκηνοθέτης. Η ταινία, τα γυρίσματα της οποίας έγιναν μέσα σε διάστημα έξι ετών, θίγει ζητήματα όπως το μίσος και η ζήλια, ενώ για τον δημιουργό ήταν μια διαδικασία ίασης. «Με βοήθησε να ξεπεράσω το φόβο μου απέναντι σε εκείνη» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Ρεντόν. Ο σκηνοθέτης ρωτήθηκε γιατί αποφάσισε να συνεχίσει το γύρισμα ακόμη και όταν η σχέση τους πέρασε στη φάση του χωρισμού και για το εάν θα είχε άλλη κατάληξη, αν δεν υπήρχε η κάμερα να καταγράφει. «Κάποια στιγμή η κάμερα καταστρέφει τα πάντα. Η γυναίκα μου δεν αντέχει να την κινηματογραφώ, αλλά συνεχίζω ακόμα και χωρίς τη συγκατάθεσή της. Σε κάποιο βαθμό η κάμερα τα κατέστρεψε όλα» παραδέχτηκε ο κ. Ρεντόν. Ο σκηνοθέτης ρωτήθηκε μήπως η ταινία ήταν μια άσκηση μαζοχισμού. «Άρχισα να σκέφτομαι μαζοχιστικά εξαιτίας όσων συνειδητοποιούσα. Ο φόβος για σύντροφό μου, η απέχθεια για ένα αγαπημένο πρόσωπο, όλα αυτά τα συναισθήματα με κατέκλυσαν. Τα κατέγραψα για να τα αγκαλιάσω και να αποδεχτώ τον πόνο λίγο παραπάνω»,, εξήγησε ο δημιουργός. Πλέον ο ίδιος ζει στην Ευρώπη και η σύντροφός του στις ΗΠΑ. Όπως είπε απαντώντας σε σχετική ερώτηση, μετά την ολοκλήρωση της ταινίας η επιθυμία του να συνεχίσει να κινηματογραφεί τη σχέση του έπαψε να υπάρχει. «Το να μη θέλω να κάνω γυρίσματα μήπως σημαίνει ότι δεν θέλω να μείνουμε μαζί; Δεν ξέρω. Ίσως να χρειαζόμασταν κάποιο διάστημα χώρια, έτσι ώστε να βρω μια καλύτερη ισορροπία, γιατί κάποια στιγμή τα πράγματα άρχισαν να γίνονται λίγο επικίνδυνα», κατέληξε ο κ. Ρεντόν.
Στη συνέχεια το λόγο πήρε η Άνκα Σμιντ, η ταινία της οποίας Άγρια θηλυκά, ευγενή θηρία διερευνά τη σχέση θηριοδαμαστριών με ζώα τσίρκου. Επηρεασμένη από το παιδικό μυθιστόρημα «Σάλτο Μορτάλε», όταν ήταν μικρή η σκηνοθέτιδα είχε όνειρο να γίνει θηριοδαμάστρια και να δουλεύει με τίγρεις. Το τσίρκο ξαναμπήκε στη ζωή της όταν και η ίδια απέκτησε παιδί. «Αναρωτιόμουν πάντα τι συμβαίνει πίσω από σκηνή όσον αφορά στην προσωπικότητα των θηριοδαμαστών και των ζώων», σημείωσε η ίδια. Αυτό που την παρακίνησε για να γυρίσει το ντοκιμαντέρ ήταν η αφοσίωση των γυναικών θηριοδαμαστριών στο επάγγελμά τους. «Έψαχνα άτομα με μεγάλο πάθος, που δίνουν τα πάντα σε αυτό που κάνουν. Γι’ αυτές τα ζώα είναι σαν το alter ego τους. Κάνουν ένα μη πολιτικά ορθό επάγγελμα, περνούν 18 ώρες τη μέρα με τα ζώα, δουλεύουν με το σώμα τους και εκτίθενται στο κοινό μέσω του επαγγέλματός τους», είπε η κ. Σμιντ. Το υλικό που είχε στη διάθεσή της ήταν εξαιρετικό για κινηματογράφηση: «Το τσίρκο είναι ένας συναρπαστικός κόσμος, με φώτα, χρώματα, μεγάλες σκηνές, ενδιαφέροντα αισθητικά στοιχεία. Έχεις δυο μορφές, τη θηριοδαμάστρια και το ζώο, που φορούν στολές και εκτελούν τα νούμερά τους κάτω από τους προβολείς. Όλες οι αισθήσεις συμμετέχουν στη διαδικασία» σημείωσε η σκηνοθέτιδα, παρομοιάζοντας αυτές τις γυναίκες με ροκ σταρ. Για την ίδια υπάρχει και ένας ισχυρός συμβολισμός στην ιστορία τους, όπως είπε: «Τα ζώα πρέπει πάντα να θεωρούνται άγρια, ποτέ δεν τα εξημερώνεις πλήρως. Συμβολικά οι γυναίκες αυτές παλεύουν με αυτή την επιθετικότητα, η οποία εξαφανίζεται κάποιες στιγμές».
Κλείνοντας τη συνέντευξη Τύπου, ο Μαρκ Ολέξα και η Φραντσέσκα Σκαλίσι, σκηνοθέτες του ντοκιμαντέρ Μοριόμ, περιέγραψαν πώς γνώρισαν την Μοριόμ, τη νεαρή πρωταγωνίστριά τους. «Βρισκόμασταν στο Μπαγκλαντές κάνοντας έρευνα για μια άλλη ταινία και ξαφνικά είδαμε μια όμορφη νεαρή κοπέλα να περνά από το ποτάμι ντυμένη σαν πριγκίπισσα, τα παιδιά να τη χειροκροτούν και να κοροϊδεύουν και όλα τα βλέμματα να είναι στραμμένα πάνω της. Στον αστράγαλό της φορούσε μιαν αλυσίδα. Μετά η μητέρα της την έπιασε από την αλυσίδα, διέσχισαν το ποτάμι και εξαφανίστηκαν. Αισθανθήκαμε αμέσως την ανάγκη να την παρατηρήσουμε από πιο κοντά», είπε ο κ. Ολέξα. Η Μοριόμ, η οποία πάσχει από ψυχική διαταραχή, από την πρώτη στιγμή «λάτρεψε το φακό και χρησιμοποιούσε την κάμερα σαν καθρέφτη. Της εξηγήσαμε τα πάντα και συμφώνησαν να την κινηματογραφήσουμε τόσο εκείνη όσο και οι γονείς της, για τους οποίους ήταν ένα είδος ανακούφισης να μιλούν για την κόρη τους», τόνισε η κ. Σκαλίσι. «Ενδεχομένως λόγω της ψυχικής της ασθένειας η Μοριόμ να ήταν πιο τολμηρή. Μιλούσε στους αστυνομικούς και εκφραζόταν δημοσίως σε μια χώρα όπου οι γυναίκες σπανίως εκφράζονται εκτός σπιτιού», πρόσθεσε ο κ. Ολέξα. Όπως επισήμαναν οι σκηνοθέτες, η Μοριόμ πέρασε ένα διάστημα εκτός κοινότητας και σήμερα είναι καλύτερα, ξεκίνησε μάλιστα και να δουλεύει. Δεν έχει δει ακόμα την ταινία και «ίσως τώρα τη δει από εντελώς διαφορετική σκοπιά, μετά την αρρώστια της και ζώντας μια νέα ζωή», συμπλήρωσαν.