18ο ΦΝΘ: Συνέντευξη τύπου Γιον Μπανγκ Κάρλσεν

18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης –

Εικόνες του 21ου Αιώνα


11-20 Μαρτίου 2016

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ ΓΙΟΝ ΜΠΑΝΓΚ ΚΑΡΛΣΕΝ


Συνέντευξη Τύπου παραχώρησε την Τρίτη 15 Μαρτίου 2016, στο πλαίσιο του 18ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, ο Δανός σκηνοθέτης Γιον Μπανγκ Κάρλσεν, στο έργο του οποίου πραγματοποιεί αφιέρωμα η φετινή διοργάνωση.

Το πρώτο θέμα το οποίο τέθηκε στη συνέντευξη τύπου, την οποία συντόνισε ο Δημήτρης Κερκινός, αφορούσε στα όρια ανάμεσα στη μυθοπλασία και την τεκμηρίωση, ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα, με αφορμή τα «σκηνοθετημένα ντοκιμαντέρ» του Δανού σκηνοθέτη. «Δεν είμαι εγώ αυτός που θολώνει τα όρια ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία» απάντησε ο Κάρλσεν, προσθέτοντας: «Σύμφωνα με την αντίληψή μου, τα όρια είναι εξαρχής θολωμένα. Όλοι μας καλούμαστε να επινοήσουμε τη δική μας πραγματικότητα. Απλά ορισμένοι άνθρωποι θεωρούν ότι έχουν την εξουσία να ορίσουν ποια είναι αυτή η πραγματικότητα. Εδώ και πολλά χρόνια, από τότε που αποφοιτούσα από τη Σχολή ακόμη, συνειδητοποίησα ότι είμαι παγιδευμένος μέσα στο μυαλό μου και με αυτήν τη συνειδητοποίηση άρχισα να κινηματογραφώ. Όλοι μας είμαστε παγιδευμένοι μέσα στο μυαλό μας. Και το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, κατά την άποψή μου, είναι να προσπαθήσουμε να είμαστε όσο πιο ειλικρινείς και έντιμοι μπορούμε στον τρόπο που εμείς αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο. Για μένα, η έννοια της πραγματικότητας είναι μία τελείως ανόητη και χωρίς νόημα έννοια. Αυτό που υπάρχει είναι από τη μία οι πολλές και διαφορετικές οπτικές γωνίες απέναντι στον κόσμο και από την άλλη η εγγενής συναισθηματική μας ανάγκη να συνθέσουμε όλες αυτές τις οπτικές γωνίες σε μία. Όμως, πάντα θα είμαστε παγιδευμένοι στη μοναξιά μας. Και νομίζω ότι αυτό είναι το πιο σημαντικό πράγμα που πρέπει να καταλάβουμε».

Όπως εξήγησε ο ίδιος, η μυθοπλασία και η τεκμηρίωση δεν είναι παρά απλά οι δύο διαφορετικοί τρόποι που επιλέγει κανείς για να πει μια ιστορία. «Σκεφτείτε τη ζωή: η ζωή συνεχώς κινείται, προχωρά, αλλάζει. Δεν υπάρχει κάτι στάσιμο ποτέ, το καθετί μεταμορφώνεται κάθε στιγμή. Αυτό που κάνω είναι να συμπυκνώσω όλη αυτή την κίνηση της ζωής με δημιουργικό τρόπο και να την εκφράσω οπτικά, να την εξωτερικεύσω. Αυτό μπορεί να γίνει είτε μέσω της μυθοπλασίας είτε μέσω του ντοκιμαντέρ», υπογράμμισε ο κ. Κάρλσεν.

Ζήτημα ιδιοσυγκρασίας και μόνο είναι σύμφωνα με τον δημιουργό οι διαφορές ανάμεσα στα δύο κινηματογραφικά είδη της μυθοπλασίας και του ντοκιμαντέρ. Ο ίδιος σημείωσε σχετικά: «Αναγκάστηκα να καταφύγω στη μυθοπλασία όταν δεν μπορούσα να βρω πραγματικούς ανθρώπους να δραματοποιήσουν τις σκηνές που ήθελα για την ιστορία μου, όταν δηλαδή δεν μπορούσα να βρω τις απαραίτητες ψηφίδες πραγματικότητας για την ιστορία μου. Έτσι αναγκάστηκα να προσλάβω ηθοποιούς». Ο κ. Κάρλσεν αναφέρθηκε επίσης στους ανθρώπους και την αυθεντικότητα τους, επιχειρώντας κατά κάποιο τρόπο μία σύγκριση ανάμεσα στους επαγγελματίες ηθοποιούς και τους ανθρώπους που πρωταγωνιστούν σε ένα ντοκιμαντέρ, υπογραμμίζοντας μεταξύ άλλων: «Η ζωή γίνεται πάρα πολύ δραματική όταν οι άνθρωποι δεν μπορούν να κρυφτούν πίσω από τις πράξεις τους. Χρειάζομαι πρόσβαση σε όσο το δυνατό μεγαλύτερη αυθεντικότητα. Οι πραγματικοί ηθοποιοί συνήθως δεν έχουν αυθεντικότητα, ελάχιστοι τη διαθέτουν. Αν αφαιρέσεις το σασπένς, βλέπεις ότι είναι ψεύτικοι. Είναι η πλοκή που τους κρατά στην ταινία. Αντιθέτως, τα αληθινά πρόσωπα μπορούν να βρίσκονται απέναντι σε μία κάμερα χωρίς να κάνουν τίποτα και να κάνουν εξαιρετική εντύπωση, να είναι εξαιρετικά δραματικά ακριβώς επειδή η αυθεντικότητά τους είναι ανόθευτη».

Σε ερώτηση σχετική με τον τρόπο που επιτυγχάνεται η αυθεντικότητα στη δραματοποίηση μίας κατάστασης, ο Δανός σκηνοθέτης απάντησε: «Ποτέ μου δεν δραματοποιώ μια κατάσταση. Γράφω σενάρια βασισμένα σε ενδελεχή έρευνα. Οι σκηνές που γράφω είτε έχουν συμβεί σε ανθρώπους είτε θα μπορούσαν να έχουν συμβεί. Δεν είναι ξένες προς αυτούς και οφείλω πάντα να είμαι πολύ ακριβής στον τρόπο που τις περιγράφω. Στη μυθοπλασία, οι ηθοποιοί έχουν αυτό που ονομάζουν τεχνική. Η τεχνική φυσικά είναι σπουδαίο εργαλείο στην υποκριτική τους, όμως μερικές φορές ως σκηνοθέτης, όταν δεν είσαι ακριβής στις οδηγίες σου, ανακαλύπτεις στο μοντάρισμα ότι δεν υπάρχει ζωή, δεν υπάρχει παρουσία στη σκηνή. Στα ντοκιμαντέρ, βλέπεις απευθείας αυτήν την ‘’απουσία ζωής’’, γιατί ακριβώς οι πρωταγωνιστές δεν έχουν την τεχνική να την κρύψουν». 

Αναφορικά με την απόσταση ή την εγγύτητα που μερικές φορές είναι απαραίτητες στο γύρισμα ενός ντοκιμαντέρ, ο ίδιος σημείωσε: «Μερικές φορές πρέπει να απομακρύνεσαι από μία κατάσταση προκειμένου να την καταλάβεις. Αλλά αυτό δεν είναι για όλους μας, ούτε ισχύει πάντα. Πώς μπορείς να προσεγγίσεις τους ανθρώπους; Αυτό είναι το σημαντικό ερώτημα και μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους και μέσα στο ντοκιμαντέρ. Μπορείς να βάλεις, για παράδειγμα, τον άνθρωπο κοντά στην κάμερα ή μπορείς να προσεγγίσεις την ιστορία που ήθελες να αφηγηθείς μέσω της μουσικής που επέλεξες για να την συνοδεύσεις».

Όσον αφορά στο επίκαιρο προσφυγικό ζήτημα, ο Γιον Μπανγκ Κάρλσεν δεν έκρυψε τη «σύγχυσή του», όπως ο ίδιος είπε. Απαντώντας σε ερώτηση για το αν σκοπεύει να γυρίσει ταινία για το συγκεκριμένο θέμα, επισήμανε: «Δεν πιστεύω ότι είμαι καλός στις πολιτικές ταινίες. Έχω τόσο συμπαγείς πολιτικές απόψεις που αυτές αφαιρούν κατά κάποιο τρόπο τη γλυκύτητα της ψυχής μιας ταινίας». Σχετικά με το ίδιο θέμα, ο κ. Κάρλσεν επισήμανε, μεταξύ άλλων: «Νιώθω μπερδεμένος. Στη Δανία έχουμε μία ισχυρή μέση τάξη, καθώς και καλό σύστημα υγείας και εκπαίδευσης. Τώρα επικρατεί μεγάλη κοινωνική αναταραχή και αναβρασμός. Άνθρωποι που παραδοσιακά έβλεπαν τους εαυτούς ως ανοιχτόμυαλους και θεωρούσαν ότι πρέπει να τους δέχονται όλους, τώρα αναρωτιούνται αν αξίζει τον κόπο να είναι κανείς ανοιχτόμυαλος εάν το τίμημα είναι να χαθούν όλα αυτά για τα οποία οι πρόσφυγες θέλουν εξαρχής να έρθουν στη χώρα τους. Όλα αυτά τα προνόμια δηλαδή για τα οποία οι μετανάστες θέλουν να πάνε σε μία ευρωπαϊκή χώρα. Το ζητούμενο είναι η αντίδραση στα πολιτικά συστήματα των χωρών από όπου προέρχονται αυτοί οι άνθρωποι».