60ό ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ || 31/10/2019 - 10/11/2019
Προς το Τέμενος: Το πειραματικό σινεμά των Γκρέγκορι Μαρκόπουλος και Ρόμπερτ Μπίβερς στο 60ό ΦΚΘ
Ένα αφιέρωμα στο πρωτοποριακό, πειραματικό σινεμά του Γκρέγκορι Μαρκόπουλος και του Ρόμπερτ Μπίβερς διοργανώνει το 60ό Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (31/10 – 10/11/2019).
Το αφιέρωμα με τίτλο «Προς το Τέμενος: Γκρέγκορι Μαρκόπουλος και Ρόμπερτ Μπίβερς» αποτελείται από 12 ταινίες. To Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης διοργανώνει, στο πλαίσιο του αφιερώματος, μια ανοιχτή συζήτηση ανάμεσα στον Ρόμπερτ Μπίβερς και τον Μαρκ Γουέμπερ, κιθαρίστα των Pulp, μελετητή του έργου του Μαρκόπουλου και ανεξάρτητο επιμελητή ταινιών και βίντεο στο BFI, το Tate Modern, το Κέντρο Πομπιντού κ.ά. Την επιμέλεια του αφιερώματος έχει η κριτικός Γεωργία Κορώση.
Από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του αβάν γκαρντ σινεμά, ο Γκρέγκορι Μαρκόπουλος γύρισε από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 έως τον θάνατό του, το 1992, δεκάδες ταινίες. Στο έργο του χρησιμοποιούσε θέματα από τη μυθολογία και τη λογοτεχνία, μεταφέροντάς τα σε ένα σύγχρονο πλαίσιο. Η πρωτοποριακή του ματιά, η αισθαντική χρήση του χρώματος και οι κινηματογραφικοί του νεωτερισμοί εντυπωσίασαν καλλιτέχνες όπως ο Άντι Γουόρχολ και ο Γιόνας Μέκας.
Γεννήθηκε στο Οχάιο το 1928 από έλληνες μετανάστες. Ξεκίνησε να γυρίζει ταινίες σε 8mm σε πολύ νεαρή ηλικία. Το 1967 εγκαταλείπει τις ΗΠΑ και εγκαθίσταται στην Ευρώπη. Σταδιακά εξαφανίζεται οικειοθελώς από τα κινηματογραφικά δρώμενα και αποσύρει τις ταινίες του από την κυκλοφορία, ενώ αρνείται να παραχωρήσει οποιαδήποτε συνέντευξη. Παρότι συνέχισε να σκηνοθετεί, το έργο του παρέμεινε εν πολλοίς άγνωστο για σχεδόν 30 χρόνια.
Πίστευε ότι το σινεμά είναι μια ενδοσκοπική, θεραπευτική εμπειρία. Θεωρώντας ότι ο κινηματογραφιστής είναι υπεύθυνος για όλες τις πλευρές του έργου του, ο Μαρκόπουλος συνέλαβε την ιδέα για το Τέμενος, έναν χώρο παρουσίασης, διατήρησης και μελέτης ταινιών. Στο πλαίσιο αυτό, αποφάσισε να μοντάρει ξανά το έργο του, δημιουργώντας ένα magnum opus διάρκειας 80 ωρών με τίτλο «Ενιαίος», με σκοπό να προβληθεί μόνο στην πατρογονική εστία του, στην Λυσσαρέα Αρκαδίας. Το όραμά του έγινε εφικτό μετά τον θάνατό του και το έργο του προβάλλεται στο απομονωμένο αυτό χωριό της Πελοποννήσου κάθε τέσσερα χρόνια (από το 2004). To Devotion της Γεωργίας Κορώση που θα προβληθεί στο 60ό Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης αποτελεί μια σπάνια οπτική μαρτυρία τής τελευταίας διοργάνωσης τον Ιούλιο του 2016. Πρόκειται για ένα συναρπαστικό προσκύνημα και μια πράξη λεπταίσθητης αγάπης για τη δουλειά ενός από τους λιγότερο γνωστούς πρωταγωνιστές του αβάν γκαρντ κινηματογράφου.
Ο Ρόμπερτ Μπίβερς γεννήθηκε στο Μπρούκλαϊν της Μασαχουσέτης και φοίτησε στην Ακαδημία Deerfield προτού συνδεθεί με τον ανεξάρτητο κινηματογραφιστή Γκρέγκορι Μαρκόπουλος, το 1966. Την επόμενη χρονιά μετακόμισαν στην Ευρώπη και απέσυραν τις ταινίες τους από την επίσημη διανομή, με αποτέλεσμα οι ταινίες του Μπίβερς να μην προβληθούν στις ΗΠΑ μέχρι και το 1996.
Οι ταινίες
To Christmas U.S.A. (1949) θεωρείται μία από τις σημαντικότερες δημιουργίες της μεταπολεμικής Αμερικής. Ο Γκρέγκορι Μαρκόπουλος ασχολείται με τις έννοιες θηλυκό/αρσενικό, καταφέρνοντας μέσα σε 13 λεπτά να σκιαγραφήσει τον queer ψυχισμό, κινηματογραφώντας απαρατήρητες γωνίες, απομονωμένα δωμάτια, δάση, υποφωτισμένα κτίρια.
Μεταφορά της ιστορίας του Ιππόλυτου, το Twice a Man (1963) χρησιμοποιεί αφαιρετικές αφηγήσεις. Η ταινία επικεντρώνεται στην μελαγχολική φιγούρα του Ασκληπιού και την εμμονή του με τον Ιππόλυτο με μία ποιητική προσέγγιση, κάνοντας συμβολική χρήση του χρώματος και του μοντάζ.
Αναμνήσεις, χρώμα, φως μπλέκονται στο πορτραίτο ενός χώρου στο επτάλεπτο Ming Green (1966), το οποίο ο Γκρέγκορι Μαρκόπουλος γυρίζει την άνοιξη του 1966, ενώ ετοιμάζεται να αφήσει το διαμέρισμά του στο Γκρίνουιτς Βίλατζ.
Στο The Illiac Passion (1967) ο Μαρκόπουλος μεταφέρει τον μύθο του Προμηθέα Δεσμώτη στην underground σκηνή της Νέας Υόρκης τη δεκαετία του 1960. Ο Άντι Γουόρχολ κάνει την εμφάνισή του πάνω σε ποδήλατο γυμναστικής στον ρόλο του Ποσειδώνα.
Το Bliss (1967) είναι η πρώτη ταινία του Γκρέγκορι Μαρκόπουλος μετά την εγκατάστασή του στην Ευρώπη. Μέσα σε έξι λεπτά επιχειρεί μια καταγραφή του εσωτερικού του βυζαντινού ναού του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στην Ύδρα, μέσα από εικόνες απόκοσμης ομορφιάς, που αποπνέουν μια μακάρια αίσθηση βαθιάς γαλήνης.
Ο Γκρέγκορι Μαρκόπουλος έλεγε για το The Mysteries (1968): «Στην ταινία μου υπαινίσσομαι πως δεν υπάρχει μεγαλύτερο μυστήριο από τους πρωταγωνιστές. Ο Πόλεμος εξισώνεται με τον Έρωτα για την ίδια τη φύση τους. Οι συνέπειες είναι αναπόφευκτες, αλλά συνιστούν και μια φυσιολογική ανθρώπινη συνθήκη, για την οποία, όπως και οι αρχαίοι μας πρόγονοι, δεν μπορούμε παρά να δείξουμε έλεος και κατανόηση. Εκεί έγκειται το μυστήριο. Όλα τα υπόλοιπα δεν έχουν σημασία… Αυτοί που είναι ικανοί να δουν τις πλείστες οπτικές επισκέψεις κι εκφράσεις που προσφέρει η ταινία, θα καταλάβουν ποιο είναι το Απόλυτο Μυστήριο του έργου μου».
To Portrait of Gilbert & George (aka Gibralta, 1975) είναι ένα πορτραίτο των δύο διάσημων Βρετανών καλλιτεχνών -εδώ παρουσιάζονται ως ζωντανά γλυπτά- γυρισμένο στο Παρίσι στη διάρκεια έκθεσής τους. Όπως αναφέρει η κριτικός Έρικα Μπάλσομ, «αν και πρόκειται για ένα πορτρέτο του καλλιτεχνικού διδύμου, η ταινία δεν ενδίδει σε κανένα από τα προνόμια της ορατότητας, στα οποία συχνά επαφίεται το είδος της προσωπογραφίας…»
Το Early Monthly Segments (2002) αποτελείται από σύντομα αποσπάσματα και ασκήσεις που κινηματογράφησε από το 1967 έως το 1970 ο Ρόμπερτ Μπίβερς, χρησιμοποιώντας την κάμερα Bolex 16 χιλιοστών και την αντίστροφη των χρωμάτων στο έγχρωμο φιλμ.
Στο Pitcher of Colored Light (2007), ο Μπίβερς κινηματογραφεί το σπίτι της μητέρας του και τον κήπο της, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στις σκιές. Ο ίδιος ο Μπίβερς γράφει για την ταινία: «Μια φωνή μέσα στο φιλμ ενεργοποιεί τη μνήμη. Οι τοίχοι είναι οθόνες μέσα από τις οποίες περνάω στην ενδημική ιδιωτικότητα.»
Το The Suppliant (2010) είναι μια πεντάλεπτη μικρού μήκους ταινία που λειτουργεί ως καμβάς, όπου αποτυπώνεται τόσο το αγαλματίδιο του τίτλου της ταινίας όσο και το πρόσωπο (καλλιτέχνης/φίλος) που το «φιλοξενεί». Ο φακός του Μπίβερς εξερευνά κάθε σπιθαμή από τη λεία επιφάνεια του αγάλματος, σαν μια επίκληση στην πνευματική και ζωογόνο του δύναμη, με εμβόλιμα κοντινά πλάνα στο κεφάλι, στον κορμό και στο ένα του χέρι που αιωρείται με χάρη και κομψότητα. Ο ηχητικός διάκοσμος είναι δωρικός και διαυγής. Χωρίς ούτε ένα πλάνο που να περιλαμβάνει τον ένοικο του διαμερίσματος, οι εικόνες και οι ήχοι σμιλεύουν το πορτρέτο μιας ζωής μοναχικής.
Στο Among the Eucalyptuses (2017) ο Ρόμπερτ Μπίβερς κινηματογραφεί παλιά εργοστάσια και τις μηχανές τους, αποθήκες, ετοιμόρροπα κτίρια και σιδηροδρομικές ράγες στον Πειραιά, οι οποίες αντιπαραβάλλονται με μνημεία και αρχαία αγάλματα. Το μακρινό παρελθόν και το παρόν που ξεθωριάζει, δύο κόσμοι διαφορετικοί που συνυπάρχουν και συγκρούονται. Μια λυρική πραγματεία για τον χρόνο που παγώνει, διάρκειας τεσσάρων λεπτών.