Ένα «παράθυρο» με θέα τον κόσμο του εκρηκτικού καλλιτέχνη Ζαν Μισέλ Μπασκιά, αλλά και την καλλιτεχνική σκηνή της Νέας Υόρκης στα τέλη της δεκαετίας του '70 και τις αρχές του '80, άνοιξε η «ιέρεια» του ανεξάρτητου σινεμά Σάρα Ντράιβερ, στο πλαίσιο της συζήτησης «De(re)constructing Legends» που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 3 Μαρτίου 2018, στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης, στο πλαίσιο του επετειακού 20ού Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Η Σάρα Ντράιβερ βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη με αφορμή την carte blanche που της έδωσε το φετινό 20ό Φεστιβάλ για να διαλέξει τις αγαπημένες της ταινίες, καθώς και για την προβολή του νέου της φιλμ Αληθινή έκρηξη: Η ύστερη εφηβεία του Ζαν-Μισέλ Μπασκιά με θέμα τον ανατρεπτικό αμερικανό καλλιτέχνη. Με την ευκαιρία αυτής της προβολής πραγματοποιήθηκε η συζήτηση. Συνομιλητής της Ντράιβερ ήταν ο Ντένις Λιμ, δημοσιογράφος και διευθυντής προγράμματος στο Film Society του Lincoln Center της Νέας Υόρκης.
Στο ξεκίνημα της εκδήλωσης, ο διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης Ορέστης Ανδρεαδάκης ευχαρίστησε τη διευθύντρια του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Μαρία Τσαντσάνογλου και τη διευθύντρια του Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης Συραγώ Τσιάρα για τη συνεργασία και στη συνέχεια παρουσίασε στο κοινό τους προσκεκλημένους της εκδήλωσης, Σάρα Ντράιβερ και Ντένις Λιμ.
Κυρίαρχο στοιχείο στο ντοκιμαντέρ της Ντράιβερ είναι το πηγαίο, ανεξάντλητο ταλέντο του ζωγράφου Ζαν Μισέλ Μπασκιά, ο οποίος αν και έφυγε από τη ζωή μόλις στα 27 του το 1988, πρόλαβε να αφήσει πίσω του σπουδαίο έργο. Με αφορμή ένα σύντομο απόσπασμα του φιλμ που προβλήθηκε στην αρχή της εκδήλωσης, η Ντράιβερ αποκάλυψε ότι η φίλη του Μπασκιά, Αλέξις Άντλερ, η οποία επίσης ήταν παρούσα στη συζήτηση, υπήρξε η αιτία που γυρίστηκε η συγκεκριμένη ταινία. «Ο Ζαν Μισέλ είχε ζήσει για μήνες στο σπίτι της Αλέξις μεταξύ 1979 και 1980. Πρόσφατα η Αλέξις ανακάλυψε ξανά, ψάχνοντας στο αρχείο της, έργα του -τόσο ζωγραφικά όσο και γραπτά-, μεταξύ των οποίων ένα δικό του τετράδιο, ένα κουτί γεμάτο φορέματά της ζωγραφισμένα από τον ίδιο, αλλά και φωτογραφίες του που είχε τραβήξει εκείνη. Όταν, λοιπόν, είδα όλα αυτά σκέφτηκα: ‘’Θεέ μου, αυτό είναι ένα παράθυρο στο πώς ξεκίνησε ο Ζαν Μισέλ ως καλλιτέχνης! Αυτό με ώθησε να αποφασίσω να κάνω την ταινία. Όλοι γνωρίζουμε μία ιστορία για τον Μπασκιά, την καλλιτεχνική πορεία του, την αναγνώριση, τη φήμη και τελικά τον τραγικό θάνατό του. Όμως εγώ ήθελα να αφηγηθώ μιαν άλλη ιστορία, το πώς ανακαλύπτει τον εαυτό του ως καλλιτέχνη. Κι αυτό γίνεται ακριβώς αυτήν την εποχή που εξελίσσεται το φιλμ, λίγο πριν γίνει διάσημος».
Στην περίοδο εκείνη αναφέρθηκε και η Αλέξις Άντλερ, παίρνοντας στη συνέχεια το λόγο. «Είχε μείνει σε πολλά διαφορετικά μέρη ο Ζαν Μισέλ. Το σπίτι αυτό ήταν το πρώτο όπου ζήσαμε μαζί, για το οποίο όμως είχε δικό του κλειδί. Εκεί βρήκε ένα μέρος ασφαλές όπου μπορούσε να ζωγραφίσει παντού, τους τοίχους, τα πατώματα, την πόρτα του μπάνιου, τα ρούχα μου» αφηγήθηκε η ίδια.
Από την πλευρά του, ο Ντένις Λιμ σχολίασε την ισορροπία που διατηρεί το ντοκιμαντέρ ανάμεσα στις αναφορές στη ζωή και το έργο του Μπασκιά και την αποτύπωση της καλλιτεχνικής σκηνής της Νέας Υόρκης εκείνη την εποχή. «Πράγματι, όταν είδα το υλικό σκέφτηκα ότι δεν είναι μόνο ένα παράθυρο στην τέχνη του Ζαν Μισέλ, αλλά και στη Νέα Υόρκη εκείνης της περιόδου» συμφώνησε η Σάρα Ντράιβερ. Και πρόσθεσε: «Η Νέα Υόρκη ήταν μια πόλη όπου κανείς δεν ήθελε να μείνει τότε. Εμείς είχαμε μια κοινότητα καλλιτεχνών, οργανικά δεμένη, εν μέρει εξαιτίας και του κινδύνου που υπήρχε. Η πόλη έμοιαζε σαν μια παιδική χαρά χωρίς κανόνες, όπου ακόμη και οι αστυνομικοί ένιωθαν φόβο. Έπειτα, υπήρχαν και τα ναρκωτικά. Στις αρχές του ’80 αρχίσαμε να χάνουμε φίλους από τα ναρκωτικά που μέχρι τότε ανάμεσα στους καλλιτέχνες ήταν απενοχοποιημένα. Αυτή η κοινότητα καλλιτεχνών ήταν μικρή, όλοι γνωριζόμασταν. Τον θυμάμαι πολύ καθαρά τον Ζαν Μισέλ, τον συναντούσα συνεχώς στους δρόμους, πάντα έκανε περίεργα πράγματα με τα μαλλιά του, με τα ρούχα του, ξεχώριζε. Θυμάμαι όταν γυρίζαμε μαζί με τον Τζιμ Τζάρμους το φιλμ Διακοπές διαρκείας, ο Ζαν Μισέλ ήταν εκεί. Συχνά κοιμόταν στο πάτωμα κι έπρεπε να τον ξυπνήσουμε για να συνεχίσουμε το γύρισμα». Η Ντράιβερ συμπλήρωσε επίσης: «Κάθε μορφή τέχνης -ζωγραφική, λογοτεχνία, φωτογραφία, σινεμά, περφόρμανς, μουσική, χορός, γονιμοποιούσε την άλλη τότε. Όλοι μας προσπαθούσαμε να πρωτοπορήσουμε, όλοι μας προσπαθούσαμε να γίνουμε ποιητές και είχαμε μεταξύ μας μία τρομερή αίσθηση κοινότητας και αλληλεγγύης».
Σε ερώτηση του Ντένις Λιμ για τον αν θέλησε να προκαλέσει ορισμένες από τις καθιερωμένες αντιλήψεις που υπάρχουν για το έργο και τη ζωή του ταλαντούχου καλλιτέχνη, η Ντράιβερ ξεκαθάρισε: «Πολλοί τον θεωρούν καλλιτέχνη γκράφιτι. Ο Ζαν Μισέλ Μπασκιά ποτέ δεν υπήρξε κάτι τέτοιο. Ήταν ποιητής. Έγραφε ποίηση στους τοίχους. Ήθελε να συγκινήσει τους ανθρώπους μέσω των λέξεων, να στείλει ένα μήνυμα εκεί έξω. Κυκλοφορούσε στο Μανχάταν και έγραφε στους τοίχους του πολύ κοντά σε γκαλερί, εκεί που ζούσαν και κινούνταν καλλιτέχνες και γενικότερα άνθρωποι της τέχνης».
Σχολιάζοντας την παρατήρηση του Λιμ ότι ο Ζαν Μισέλ Μπασκιά δεν ακούγεται να μιλά ποτέ στο φιλμ, αλλά υπάρχει μόνο μέσα από το έργο και τις φωτογραφίες του, η Ντράιβερ υπογράμμισε χαρακτηριστικά: «Ήθελα να τον απεικονίσω κάπως σαν…φάντασμα». Και πρόσθεσε: «Φυσικά δεν υπήρχε κάτι σαν ηχητικό ντοκουμέντο και ο Ζαν Μισέλ δεν ήταν το επίκεντρο εκείνης της εποχής. Ήθελα όμως να κάνω ένα πορτρέτο του με απόλυτο σεβασμό στον ίδιο. Αυτός ήταν ο στόχος μου από την αρχή ως το τέλος».
Στη συνέχεια της συζήτησης, ο Ντένις Λιμ αναφέρθηκε στην carte blanche που δόθηκε στην Σάρα Ντράιβερ από το 20ό ΦΝΘ, στο πλαίσιο της οποίας επέλεξε 12 αγαπημένα της φιλμ: έντεκα ντοκιμαντέρ και μία ταινία μυθοπλασίας, το Idiocracy του Μάικ Τζατζ. Πρόκειται για την ιστορία ενός άνδρα-πειραματόζωου του αμερικανικού στρατού που ξυπνά μετά από 500 χρόνια και ανακαλύπτει ότι είναι ο πιο έξυπνος άνθρωπος επί γης – το φιλμ είναι ουσιαστικά μια σάτιρα για την ανθρώπινη βλακεία. Ο Λιμ δήλωσε εντυπωσιασμένος με την έκταση και την τόλμη αυτής της επιλογής, λέγοντας στη Σάρα Ντράιβερ: «Η πρόθεσή σου να δεις το Idiocracy ως ντοκιμαντέρ παρουσιάζει ενδιαφέρον. Θες να μας μιλήσεις για αυτό;». Η σκηνοθέτιδα επισήμανε σχετικά: «Η ταινία αυτή γυρίστηκε το 2006 ως μυθοπλασία και σήμερα είναι ντοκιμαντέρ. Κι αυτό εκτός από προφητικό είναι και τρομακτικό». Η ίδια επίσης αναφέρθηκε και σε ένα άλλο φιλμ που επέλεξε να προβληθεί στη Θεσσαλονίκη, το Πατρίδα / Native Land, το πρώτο κοινωνικό ντοκιμαντέρ που γυρίστηκε στην Αμερική το 1942 και αναφέρεται στην άνοδο του φασισμού, με «καταπληκτική φωτογραφία και ένα μήνυμα του πιο επίκαιρο σήμερα από ποτέ», όπως υπογράμμισε.
Ολοκληρώνοντας την συζήτηση, η Σάρα Ντράιβερ θέλησε να στείλει ένα μήνυμα προς τους νέους καλλιτέχνες, προσκαλώντας τους να «αφήσουν τα κινητά τους και τα σόσιαλ μίντια στην άκρη και να βγουν έξω, να γνωριστούν μεταξύ τους, να συγκροτήσουν κοινότητες, να αναπτύξουν σχέσεις, να κάνουν τις δικές τους καλλιτεχνικές εκθέσεις και τα δικά τους καλλιτεχνικά φεστιβάλ για να παρουσιάσουν το έργο τους. Μόνο έτσι υπάρχει ελπίδα».