ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΜΕ ΤΟΝ ΟΥΛΡΙΧ ΖΑΙΝΤΛ
Eργαστήριο για τα νέα του πρότζεκτ, Paradise και Υπόγειο πραγματοποίησε ο Αυστριακός σκηνοθέτης Ούλριχ Ζάιντλ, στο πλαίσιο του αφιερώματος στο έργο του που φιλοξενεί το 52ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.
Κατά την έναρξη του εργαστηρίου ο διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, Δημήτρης Εϊπίδης απηύθυνε έναν σύντομο χαιρετισμό στο κοινό. «Χαίρομαι που βρισκόμαστε πάλι μαζί. Το 52ο ΦΚΘ πλησιάζει στο τέλος του. Αποτελεί τιμή μας να φιλοξενούμε έναν διακεκριμένο και σημαντικότατο δημιουργό, τον Ούρλιχ Ζάιντλ. Το έργο του είναι συναρπαστικό, είτε πρόκειται για ντοκιμαντέρ είτε για κινηματογράφο αφήγησης. Σήμερα θα μας παρουσιάσει ένα σημαντικό εργαστήριο βασισμένο στη νέα του εργασία» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Εϊπίδης.
Έχοντας ξεκινήσει με στόχο τη δημιουργία μίας ταινίας, ο Ούλριχ Ζάιντλ κατέληξε να αναπτύσσει τρεις διαφορετικές ταινίες, οι οποίες ακόμα θεωρούνται works in progress. Στο πλαίσιο του εργαστηρίου προβλήθηκαν για πρώτη φορά στο κοινό αποσπάσματα του τριπτύχου των ταινιών του. Στο εργαστήριο συμμετείχε ο Μάρτιν Σβάινγκχοφερ, διευθυντής του Κέντρου Κινηματογράφου της Αυστρίας, ο οποίος συνέβαλλε και στη διοργάνωση του αφιερώματος που παρουσιάζεται στο 52ο ΦΚΘ. Όπως ανέφερε ο κ. Σβάινγκχοφερ, «ο Ζάιντλ είναι από τους δημιουργούς που διαμόρφωσαν περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον την ταυτότητα του αυστριακού κινηματογράφου, μαζί με τον Χάνεκε. Ο Βέρνερ Χέρτζογκ έχει πει για τον Ζάιντλ ότι ‘ποτέ πριν δεν είχα την ευκαιρία να κοιτάξω κατάματα την κόλαση’. Ο Ζάιντλ μας βάζει σε έναν παράξενο κόσμο, με περίεργους ανθρώπους. Είναι ο Ζάιντλ τέρας; Όχι, είναι ένας πολύ σοβαρός, συνεσταλμένος άνθρωπος, σαν όλους τους Αυστριακούς. Γεννήθηκε σε μια επαρχιακή πόλη, 100 χιλιόμετρα βορείως της Βιέννης, κοντά στα σύνορα με την Τσεχία και μεγάλωσε σε μια συντηρητική καθολική οικογένεια».
Παίρνοντας τον λόγο, ο ίδιος ο Ζάιντλ, ανέφερε ότι το περιβάλλον του τον επηρέασε σημαντικά στον τρόπο που σκέφτεται. «Ο άνθρωπος γίνεται αυτό από το οποίο προέρχεται κι εγώ προέρχομαι από τις ρίζες μου. Υπέφερα από ένα καθεστώς αυστηρά θρησκευτικό όμως χάρη σε αυτό απέκτησα οξυδέρκεια, αντιστάθηκα στην εξουσία του πατέρα, του σχολείου, της εκκλησίας, σε ό,τι είναι εξουσία. Έτσι εξελίχτηκα, κάνοντας ταινίες που περιγράφουν κοινωνικές καταστάσεις».
Όπως σημείωσε ο δημιουργός, συνηθίζει να δουλεύει τόσο με επαγγελματίες όσο και με ερασιτέχνες ηθοποιούς και η μέθοδός του μερικές φορές απαιτεί προετοιμασία ετών. Το πρότζεκτ Παράδεισος αποτελεί μια σπονδυλωτή ταινία με τρία επεισόδια. Οι ηρωίδες του είναι τρεις γυναίκες: μια μητέρα, η κόρη της και η αδελφή της. Η πρώτη, την οποία χαρακτηρίζει 'sugar mama' είναι μια γυναίκα γύρω στα 50 που αναζητά την αγάπη και την ολοκλήρωση. Μετά από παρότρυνση μιας φίλης της πηγαίνει για διακοπές στην Κένυα και προσπαθεί να βρει την σεξουαλική αποδοχή. Η κόρη της, είναι ένα κορίτσι 13 ετών, υπέρβαρο, που ερωτεύεται τον διευθυντή της κλινικής στην οποία πηγαίνει για να χάσει κιλά. Η αδελφή της είναι μια θρησκόληπτη, η οποία έχει παραιτηθεί από την ιδέα ότι θα βρει τον έρωτα στη γη και αφιερώνεται στον Ιησού Χριστό. Και οι τρεις αναζητούν τον παράδεισο, την ολοκλήρωση.
Όπως διηγήθηκε ο κ. Ζβάινγκχοφερ «η αφετηρία αυτού του πρότζεκτ πάει πίσω 10 χρόνια. Θυμάμαι ότι συζητούσαμε με τον Δημήτρη Εϊπίδη και τον Ούρλιχ στο φεστιβάλ του Τορόντο - ο Ζάιντλ μόλις είχε φτάσει από τη Βενετία με το Αργυρό Λιοντάρι. Αρχίσαμε να συζητάμε για το Import Export και τότε μας είπε και για μια άλλη ταινία με θέμα το σεξοτουρισμό. Τελικά αντί να κάνει μία ταινία, κάνει τρεις ανεξάρτητες. Αυτό που είδατε είναι ένα πρώτο μοντάζ, ωστόσο απ’ τα πρώτα 10 δευτερόλεπτα, συνειδητοποιεί κανείς ότι βλέπει δουλειά του Ούλριχ. Είναι πολύ εύγλωττες οι ταινίες του».
Ο σκηνοθέτης αποκάλυψε ότι δεν γράφει διάλογους στα σενάριά του. Πρόκειται στην ουσία για εκτενή treatment. «Το να γυρίσεις μια ταινία μοιάζει με την αρχή ενός ταξιδιού. Πολλές φορές δεν ξέρω από πού θα περάσω και που θα καταλήξω. Γράφω σενάρια με διαφορετικό τρόπο από ό,τι συνηθίζεται στον κινηματογράφο. Τα σενάρια υπάρχουν άλλωστε για να πλάσουμε τις ιστορίες και για να βρούμε χρηματοδότηση, αλλά η δουλειά που κάνουμε στο πλατό είναι ανοιχτή. Στις ταινίες μυθοπλασίας δίνω στον εαυτό μου την ελευθερία να αναπτύσσει την αφήγηση σε μεγάλο διάστημα, κάτι που δεν γίνεται στα ντοκιμαντέρ. Αν είχα ένα σενάριο δεν θα μπορούσα να κάνω παρά μία ή δύο διορθώσεις, γιατί οι προϋπολογισμοί είναι περιορισμένοι», επεσήμανε ο δημιουργός.Μιλώντας για τη διαδικασία συγγραφής σεναρίων με συνεργάτιδά του Βερόνικα Φραντς, ο Ούλριχ Ζάιντλ, εξήγησε: «Δεν καθόμαστε στο ίδιο τραπέζι. Δεν ξέρω ακριβώς ποια είναι η αρχή. Τα πράγματα προστίθενται το ένα πάνω στο άλλο. Γράφω πολλά και στη συνέχεια αρχίζω την αφαίρεση. Όταν φτάνω σε μια πιο συγκεκριμένη μορφή, στέλνω το κείμενο στη Βερόνικα, μου το επιστρέφει με δικά της σχόλια και μέσα από αυτόν τον εξ αποστάσεως διάλογο, οδηγούμαστε στο τελικό σχήμα».
Όταν καταλήξουμε στο τελικό σχέδιο, αρχίζει η αναζήτηση της χρηματοδότησης και στη συνέχεια το κάστινγκ. «Απαιτεί πολύ χρόνο για να ολοκληρωθεί το κάστινγκ γιατί δεν έχουμε κατάλογο ή πρακτορείο ηθοποιών. Ασχολούμαι πολύ καιρό με τους ηθοποιούς μου. Είναι σαν να αντικατοπτρίζομαι μέσα από δική τους έκφραση. Οι μη επαγγελματίες ηθοποιοί δεν παίρνουν το σενάριο και για αυτό προσπαθώ να τους μεταδώσω εγώ τι αφηγείται η ταινία για να έχουν μια αίσθηση του ρόλου. Προσπαθώ να αναπτύξω μια σχέση εμπιστοσύνης, να ξέρω και εγώ ότι είναι σωστοί για το ρόλο. Αφού δομηθεί μια σχέση εμπιστοσύνης, δοκιμάζουμε τις σκηνές κατευθείαν στο γύρισμα, ώστε να είναι αυθόρμητοι τη στιγμή που θα παίξουν. Όλα είναι ένας αυτοσχεδιασμός», υπογράμμισε ο σκηνοθέτης.
«Στις ταινίες του Ζάιντλ το εικαστικό κομμάτι και η φωτογραφία είναι πολύ σημαντικά. Είναι ακριβής, τα κάδρα του, είναι άψογα», ανέφερε ο Μάρτιν Σβάινγκχοφερ. Με αφορμή αυτή την παρατήρηση, ο Ούλριχ Ζάιντλ, εξήγησε: «Αν δει κανείς την πρώτη ταινία μου στη σχολή κινηματογράφου, βλέπει το στίγμα μου, το οποίο εξελίχθηκε στις επόμενες ταινίες μου. Ο διευθυντής φωτογραφίας και ο μοντέρ, χρόνια συνεργάτες μου, ξέρουν πια τι θέλω, τι απαιτώ με κάθε νέα ταινία μου»
Μεγάλο μέρος της συζήτησης περιστράφηκε γύρω από το αν οι ταινίες του Ζάιντλ έχουν ντοκιμαντερίστικη φόρμα ή ανήκουν στη μυθοπλασία. «Ξεκίνησα με σκοπό να κάνω ντοκιμαντέρ. Τότε τα ντοκιμαντέρ δεν ήταν «’καθαρόαιμα’. Εμπεριείχαν και μυθοπλασία, κάτι που σήμαινε μεγαλύτερη ελευθερία στην καλλιτεχνική έκφραση με μικρό προϋπολογισμό. Κάνοντας ντοκιμαντέρ δεν μου επέβαλλε κανείς καστινγκ ή οπερατέρ, δεν χρειαζόταν να πάρεις έγκριση. Για ένα χρόνο είχα την ελευθερία να κάνω γυρίσματα σε ότι θέμα ήθελα, να συλλέξω υλικό για να το συνθέσω στην επόμενη ταινία», τόνισε ο κινηματογραφιστής. Όπως εξήγησε λίγο μετά, «για μένα μυθοπλασία και ντοκιμαντέρ είναι κοντά. Όταν οι ηθοποιοί που αναλαμβάνουν να εκτελέσουν έναν ρόλο δεν βρίσκονται εκεί που ζουν αλλά προσποιούνται κάτι, τότε μιλάμε για μυθοπλασία. Στα Μοντέλα για παράδειγμα υπήρχαν σκηνές μυθοπλασίας, αλλά και σκηνές στο ίδιο τους το σπίτι. Το άλμα προς τη μυθοπλασία έγινε στις Σκυλίσιες μέρες».
Οι ταινίες του Ζάιντλ «ήταν πολύ αμφιλεγόμενες, καμία δεν έγινε δεκτή με ανοικτές αγκάλες» παρατήρησε ο κ. Σβάινγκχοφερ. «Τότε είχα εισπράξει μεγάλη απογοήτευση. Μου έλεγαν ότι δεν θα έβρισκα ποτέ πια χρήματα. Ύστερα όμως, όταν πήρα πολλές κριτικές από το εξωτερικό, αποδέχτηκαν τον κινηματογράφο μου και στην Αυστρία. Το να αντιμετωπίζω τους κριτικούς, ήταν για μένα διαδικασία μάθησης. Παρέμεινα όμως στο προσωπικό μου στυλ γιατί είχα εμπιστοσύνη στον εαυτό μου, παρά το γεγονός πως ένα κομμάτι του κοινού δεν αρέσκεται στην αλήθεια μου και νιώθει ότι δεν αντιπροσωπεύει την αυστριακή κοινωνία. Κάτι τέτοιο συνέβη στην ταινία Αναμένονται απώλειες που γυρίστηκε στην αυστριακή μεθόριο. Όσοι δεν γνωρίζουν τα δεδομένα περί μειονοτήτων ενοχλούνται. Όμως οι άνθρωποι που παίζουν στην ταινία παρουσιάζουν τον εαυτό τους όπως ακριβώς είναι», είπε ο δημιουργός.
Στο 2ο επεισόδιο του Παραδείσου που προβλήθηκε στη συνέχεια, ηρωίδα είναι μια θρησκόληπτη γυναίκα που προσπαθεί να προσηλυτίσει έναν άνδρα – η μεν γυναίκα είναι επαγγελματίας ηθοποιός, ο δε άνδρας ερασιτέχνης. «Στην ταινία Χριστέ εσύ ξέρει' ανακάλυψα ότι υπάρχουν θρήσκοι που πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι για να κάνουν προσηλυτισμό. Τους ακολουθήσαμε μαζί με την επίσημη εκκλησία για να δούμε τι κάνουν, και στη συνέχεια πήγαμε μόνοι μας εγώ και η ηθοποιός. Χτυπούσαμε τις πόρτες για να παρουσιάσουμε την εικόνα της Παναγίας και να δούμε πως αντιδρά ο κόσμος. Άλλοι μας έδιωχναν, άλλοι μας παρακαλούσαν να μπούμε μέσα. Η συγκεκριμένη ηθοποιός προέρχεται από ένα αυστηρά καθολικό σπίτι, έζησε σε καθεστώς καταπίεσης. Ήταν τόσο δύσκολο να συντονιστούμε που κάποια στιγμή τελματώσαμε και είπαμε ‘τέλος, δε γυρίζουμε ταινία’. Πέρασε ένας χρόνος, στη διάρκεια του οποίου η ηθοποιός πήγε σε ένα μοναστήρι για να έρθει σε επαφή με το θείο. Μετά από ένα χρόνο ξαναδοκιμάσαμε. Κι ενώ προετοίμαζα το επεισόδιο για χρόνια, τελικά η σκηνή βγήκε με δύο γυρίσματα μέσα σε δυο ώρες. Μπορεί να δαπανήσεις άπειρο χρόνο που δεν οδηγεί πουθενά και τελικά σε δύο ώρες να έχεις το αποτέλεσμα που θέλεις», σημείωσε ο Ούλριχ Ζάιντλ.
Στην ερώτηση του Μάρτιν Σβάινγκχόφερ για το αν πρόκειται για τραγωδία ή κωμωδία, ο δημιουργός απάντησε: «Εμένα με ενδιαφέρει το κοινό να συγκλονιστεί, να ενοχληθεί, να νιώσει κάτι. Να βλέπει σκηνές που μπορεί να κλάψει, να παγώσει ή να γελάσει. Η εναλλαγή μεταξύ γέλιου και κλάματος είναι πολύ διαφορετική από άνθρωπο σε άνθρωπο και αυτό μου αρέσει πολύ. Κάποιος μπορεί να γελάσει και ο διπλανός του να ενοχληθεί γιατί βρίσκει τη σκηνή τραγική. Το τραγικό στοιχείο είναι πολύ υποκειμενικό».
Το εργαστήριο έκλεισε με την προβολή σκηνών από το ντοκιμαντέρ πάνω στο οποίο δουλεύει αυτό το διάστημα, με προσωρινό τίτλο Υπόγειο. «Πρόκειται για ένα πρότζεκτ που άρχισε πριν από 3 χρόνια. Όταν γύριζα τις Σκυλίσιες μέρες ανακάλυψα ότι πολλοί στην Αυστρία έχουν υπόγεια, πολύ συχνά μεγαλύτερα από το κανονικό τους σπίτι και περνούν πολύ μεγάλο χρόνο της ζωής τους εκεί. Όταν είχε βγει στη δημοσιότητα η ιστορία του αυστριακού που κρατούσε δέσμια την κόρη του στο υπόγειο δεν πήρα θέση στο θέμα, αλλά αποφάσισα να γυρίσω μια ταινία για τη σχέση των αυστριακών με τα υπόγειά τους», εξήγησε ο σκηνοθέτης
Το αφιέρωμα στο έργο του Ούλριχ Ζάιντλ χρηματοδοτείται, μεταξύ άλλων δράσεων του 52ου ΦΚΘ, από την Ευρωπαϊκή Ένωση - Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, στο πλαίσιο του ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας 2007-2013.
Νέα