ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΠΕΪΝ
Συνέντευξη Τύπου παραχώρησε ο ελληνοαμερικανός σκηνοθέτης Αλεξάντερ Πέιν, το Σάββατο 5 Νοεμβρίου, στην Αποθήκη Γ’, στο πλαίσιο του 52ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, παρουσία του διευθυντή του Φεστιβάλ, Δημήτρη Εϊπίδη, καθώς και του επίσης ελληνικής καταγωγής συνεργάτη του δημιουργού, Φαίδωνα Παπαμιχαήλ. Η νέα ταινία του Αλεξάντερ Πέιν με τίτλο Οι απόγονοι πραγματοποίησε πρεμιέρα στη Θεσσαλονίκη, ανοίγοντας την αυλαία της φετινής διοργάνωσης.
Παίρνοντας πρώτος τον λόγο, ο κ. Εϊπίδης εξέφρασε τον ενθουσιασμό των συντελεστών του 52ου Φεστιβάλ για το γεγονός ότι κατόρθωσαν να εξασφαλίσουν την καινούργια, πολυαναμενόμενη ταινία του Αλεξάντερ Πέιν. «Πρόκειται για μια ταινία που διαπρέπει ήδη παντού, τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική, έχει συμμετάσχει στα φεστιβάλ της Βενετίας και του Τορόντο, ενώ ήταν και η ταινία λήξης του φεστιβάλ της Νέας Υόρκης». Ο κ. Εϊπίδης σημείωσε χαρακτηριστικά ότι ο ίδιος είναι ιδιαίτερα ευτυχής για την παρουσία του Πέιν στην 52η διοργάνωση, καθώς, όπως επεσήμανε, πρόκειται για έναν φίλο του Φεστιβάλ και της Θεσσαλονίκης, έναν ελληνοαμερικανό, «ένα παιδί δικό μας, το οποίο διαπρέπει στον παγκόσμιο χώρο του κινηματογράφου και εξακολουθεί να παράγει σημαντικές ταινίες».
Εξηγώντας για ποιο λόγο έκανε τόσο καιρό να γυρίσει μια νέα ταινία, ο Αλεξάντερ Πέιν δήλωσε: «Αυτό είναι κάτι που με βασανίζει, καθώς δεν ήθελα να μου πάρει τόσο καιρό. Επί τρία χρόνια δούλευα το σενάριο μιας άλλης ταινίας, την οποία προφανώς δεν έχω κάνει ακόμη. Όταν όμως είδα ότι δε μπορούσα να βρω χρηματοδότηση, αποφάσισα να κάνω τους Απόγονους». Από τη μεριά του, ο Φαίδων Παπαμιχαήλ, διευθυντής φωτογραφίας στην ταινία Οι απόγονοι, αναφερόμενος σε αυτή τη δεύτερη συνεργασία του με τον Πέιν (μετά το Πλαγίως), αστειεύτηκε λέγοντας ότι ακόμα αναρρώνουν από εκείνη την εμπειρία, ενώ έπειτα αποκάλυψε το πώς γνωρίστηκαν στο 1996 στο Λος Άντζελες. Εκείνη η αρχική γνωριμία δεν επέφερε κάποια συνεργασία, ωστόσο οι δυο τους διατήρησαν επαφή. «Βλεπόμασταν παροδικά, στη γειτονιά, σε καφέ, ο Αλεξάντερ πήγαινε ακόμα σε σχολή κινηματογράφου. Έπειτα, ενώ εγώ βρισκόμουν σε διακοπές στην Ελλάδα με πήρε τηλέφωνο και μου πρότεινε να δουλέψω στο Πλαγίως», σημείωσε ο κ. Παπαμιχαήλ, αναλύοντας το παρασκήνιο που οδήγησε στην πρώτη τους συνεργασία.
Αναφορικά με τα κριτήρια βάσει των οποίων αναζητά διευθυντή φωτογραφίας στις ταινίες του, ο Αλεξάντερ Πέιν είπε: «Προφανώς ψάχνω ταλέντο στη φωτογραφία! Από εκεί και πέρα φυσικά, αναζητώ έναν καλό συνεργάτη και φίλο, δηλαδή κάτι που σε εμάς πηγαίνει καλά». Μιλώντας για την επόμενη συνεργασία τους, ο δημιουργός αποκάλυψε ότι θα ξεκινήσουν γυρίσματα τον ερχόμενο Μάιο. «Πρόκειται για μια μικρή κωμωδία, η οποία θα είναι ασπρόμαυρη, πράγμα που ήθελα εδώ και καιρό», σημείωσε ο κ. Πέιν.
Στη συνέχεια της συνέντευξης Τύπου, ο δημιουργός αναφέρθηκε στην συμμετοχή του Τζορτζ Κλούνι στην ταινία Οι απόγονοι. Ο κ. Πέιν παρατήρησε ότι δεν τον θεωρούσε κατάλληλο για το Πλαγίως, ενώ τον βρίσκει ιδανικό για το Οι απόγονοι, ενώ αρνήθηκε ότι είναι κλισέ να παίζει ένας όμορφος ηθοποιός σαν αυτόν στο φιλμ, λέγοντας πως «στη Χαβάη οι άνθρωποι μοιάζουν πράγματι όμορφοι». Στο σημείο εκείνο παρενέβη στην κουβέντα ο κ. Παπαμιχαήλ: «Αν δείτε π.χ. την γκαρνταρόμπα του ήρωα θα καταλάβετε πως δεν είναι κάτι το ξεχωριστό. Πάντα εστιάζαμε στο ρεαλισμό, ούτως ώστε η εικόνα να μην είναι τόσο χειριστική απέναντι στον θεατή, παρόλο που η ομορφιά του τόπου είναι από μόνη της ικανή να επηρεάζει ψυχολογικά το κοινό. Ωστόσο, για εμάς το ζητούμενο ήταν ο ρεαλισμός». Από τη μεριά του, ο Αλεξάντερ Πέιν δεν πρόσθεσε κάτι περισσότερο σχετικά με το μήνυμα της ταινίας του, υπογραμμίζοντας: «Οι άνθρωποι αφηγούνται ιστορίες για δυσλειτουργικές οικογένειες εδώ και αιώνες. Επομένως, πρέπει να δείτε την ταινία για να καταλάβετε το νόημα».
Όσον αφορά στις διαφορές ανάμεσα στον ανθρωποκεντρικό κινηματογράφο και το σινεμά της βιομηχανίας των στούντιο, ο κ. Πέιν δήλωσε: «Αισθάνομαι τυχερός που μπορώ να κάνω αυτό το σινεμά, αλλά παράλληλα καταλαβαίνω πόσο σπάνιο είναι αυτό, βλέποντας πλέον όλο και λιγότερους Αμερικανούς σκηνοθέτες να το επιχειρούν. Μέρος του μυστικού μου για να τα καταφέρνω, είναι να κρατώ το κόστος όσο πιο χαμηλά γίνεται, προκειμένου να συνεχίσω να το κάνω». Με τη σειρά του, παίρνοντας το λόγο, ο κ. Παπαμιχαήλ εστίασε στην πολιτική των μεγάλων στούντιο, τα οποία βασίζουν το εμπορικό τους κέρδος στα μεγάλα projects, με αποτέλεσμα να γυρίζονται ταινίες για ενήλικο κοινό με κόστος κάτω από 10 εκ. δολάρια. «Το ανεξάρτητο σινεμά συνεχίζει να υπάρχει κυρίως λόγω της ψηφιακής τεχνολογίας, αλλά και των ανεξάρτητων κινηματογραφιστών», παρατήρησε ο κ. Παπαμιχαήλ, και πρόσθεσε: «Γι’ αυτό μπορούν και εξακολουθούν να κάνουν ταινίες ακόμη και με 50 ή 100 χιλιάδες δολάρια προϋπολογισμό. Πράγματι, πιστεύω πως εταιρίες θυγατρικές των μεγάλων, όπως η Fox Searchlight, βασίζονται στην επιτυχία των μεγάλων στούντιο, ώστε να γυρίζουν ταινίες για το πρεστίζ, έτσι ώστε μετά τα blockbusters και τους Transformers να μας δίνουν τη δυνατότητα να κάνουμε καλές ταινίες με νόημα». Σύμφωνα με τον δημιουργό, αυτό που λείπει στο σύγχρονο σινεμά είναι ο ρεαλισμός, οι χαρακτήρες, η εγγύτητα και, στην πραγματικότητα, η ίδια η ιστορία. Ο ελληνοαμερικανός σκηνοθέτης, μάλιστα, έδωσε ένα παράδειγμα μιας ταινίας η οποία σύμφωνα με την άποψή του διαθέτει όλα αυτά τα στοιχεία που τόσο του λείπουν: «Μου άρεσε πολύ τη ταινία Ένας χωρισμός του ιρανού σκηνοθέτη Ασγκάρ Φαραντί Φαραντί, φιλμ το οποίο βρίσκω σχεδόν τέλειο».
Ο κ. Πέιν αποκάλυψε ακόμα πως θέλει να κάνει μια ελληνική ταινία, με την προϋπόθεση αφού προηγουμένως έρθει στην Ελλάδα και μάθει καλά ελληνικά. Δεν παρέλειψε επίσης να αναφερθεί και στην οικονομική κρίση που μαστίζει την Ελλάδα: «Είναι τρομακτικό και απογοητευτικό αυτό που συμβαίνει. Είμαι συγκινημένος που βρίσκομαι εδώ, είναι πολύ σημαντικό για μένα να μιλάω με τον κόσμο. Σε στιγμές σαν κι αυτές παρότι είμαι αμερικανός και έχω μια εντελώς διαφορετική ζωή από εσάς εδώ, νιώθω το ελληνικό DNA μου να ενεργοποιείται». Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο κ. Παπαμιχαήλ, παραθέτοντας ωστόσο τη διαφορά νοοτροπίας ανάμεσα στην αμερικανική και την ελληνική κοινωνία: «Νιώθω παρόμοια με τον Αλεξάντερ. Έχω φίλους που δουλεύουν εδώ και προσπαθώ να εμψυχώσω τους ανθρώπους που γνωρίζω. Μιλάμε πολύ για το τι συμβαίνει και για τις θυσίες που κάνει ο κόσμος. Πρέπει όμως να μην απογοητευόμαστε. Στην Αμερική υπάρχουν ισχυρά σωματεία, οι άνθρωποι δουλεύουν σκληρά και έχουν συντάξεις, καλές αμοιβές, σιγουριά, υπάρχει όμως και μια τάση εχθρική απέναντι στους Έλληνες, χωρίς όμως να γνωρίζουν ακριβώς τι πραγματικά συμβαίνει εδώ».
Η συζήτηση επανήλθε στον Τζορτζ Κλούνι, με τον κ. Πέιν να χαρακτηρίζει τη συνεργασία τους ως μια υπέροχη εμπειρία, πλέκοντας το εγκώμιο για τον αμερικανό ηθοποιό: «Είναι ένας πολύ καλός σταρ, πολύ καλός επαγγελματίας ενώ είναι ταυτόχρονα και εξαιρετικά συνεργάσιμος. Αυτή είναι η δεύτερη εμπειρία μου με ηθοποιό - σταρ μετά τον Τζακ Νίκολσον». Επικεντρώνοντας στο προσωπικό όφελος που έχει από ανάλογες συνεργασίες, ο δημιουργός πρόσθεσε: «Το θετικό του να δουλεύεις με ηθοποιούς που έχουν ιδέες, καθώς έχουν κάνει τόσο περισσότερες ταινίες από μένα, είναι ότι μου δίνει ώθηση να γίνομαι καλύτερος σκηνοθέτης. Δουλεύοντας με έναν σταρ είναι σα να οδηγώ Μαζεράτι, ενώ προηγουμένως καθόμουν πίσω από το τιμόνι ενός Φίατ! Και φυσικά, είναι πάντα καλύτερο να σκηνοθετείς έναν ηθοποιό σαν τον Κλούνι, ο οποίος προηγουμένως έχει σκηνοθετήσει ο ίδιος τις δικές του ταινίες». Σχετικά με τα δύο κορίτσια που στην ταινία υποδύονται τις κόρες του Κλούνι, ο κ. Πέιν εξήγησε: «Η μεγάλη είναι ήδη επαγγελματίας ηθοποιός, γνωστή από τηλεοπτικό σίριαλ, σε αντίθεση με τη μικρή, η οποία ωστόσο αποδείχθηκε πολύ άνετη. Την εντόπισα τυχαία μέσω φίλων και γνωστών, ύστερα από 300 αποτυχημένες οντισιόν με κορίτσια τα οποία οι μητέρες τους τα είχαν δασκαλέψει πώς να παίξουν και αποδείχθηκαν απαίσιες!».
Μιλώντας για τις ελληνικές παραγωγές που έχουν διακριθεί ήδη στο εξωτερικό, ο Αλεξάντερ Πέιν ανέφερε τον Κυνόδοντα και το Attenberg, ταινίες οι οποίες έχουν βρει ανταπόκριση και διανομή στο εξωτερικό. Ο δημιουργός συνέδεσε την οικονομική κρίση με την επιτυχία των σύγχρονων ελληνικών ταινιών, υπογραμμίζοντας ότι η κρίση αποδεικνύεται συχνά πολύ ευεργετική για την τέχνη, είτε έμμεσα είτε άμεσα, γεγονός που μπορεί να γίνει μια εξαιρετική ευκαιρία για τους έλληνες κινηματογραφιστές, προκειμένου να βγουν έξω από τα σύνορα της χώρας τους. Από τη μεριά του, ο Φαίδων Παπαμιχαήλ δεν παρέλειψε να αναφερθεί στον Μαχαιροβγάλτη του Γ. Οικονομίδη. Στο κλείσιμο της συνέντευξης Τύπου, ο Αλεξάντερ Πέιν θυμήθηκε τα λεγόμενα του Δημάρχου Θεσσαλονίκης και Πρόεδρου του Δ.Σ. του ΦΚΘ, Γιάννη Μπουτάρη, στη χθεσινοβραδινή τελετή έναρξης του 52ου ΦΚΘ, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Χρειαζόμαστε την τέχνη και την ομορφιά της, στην οποία και πρέπει να επικεντρωθούμε».
Να σημειωθεί ότι η ταινία Οι απόγονοι, εντάσσεται στις Ειδικές Προβολές, που χρηματοδοτούνται μεταξύ άλλων δράσεων του 52ου ΦΚΘ, από την Ευρωπαϊκή Ένωση - Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, στο πλαίσιο του ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας 2007-2013.