ΗΜΕΡΙΔΑ
ΕΤΣΙ ΕΙΜΑΙ: ΑΝΑΤΡΕΠΟΝΤΑΣ ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ
Ημερίδα, με αφορμή το κινηματογραφικό αφιέρωμα Έτσι είμαι: Ανατρέποντας προκαταλήψεις, πραγματοποίησε το 13ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, την Τρίτη 15 Μαρτίου, στην αίθουσα Τζον Κασαβέτης. Στην ημερίδα (η οποία χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση - Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, στο πλαίσιο του ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας 2007-2013) συμμετείχαν οι σκηνοθέτες Μαριάν Κάπλαν (Το αγόρι μέσα του) και Νταν Χαμπίμπ (Μαζί κι ο Σάμιουελ), η Γιάννα Καλογεράκη, μητέρα παιδιού με νοητική στέρηση (Μαθήματα-Παθήματα: Τι θα γίνει ο Δημήτρης;), καθώς και η πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Ενηλίκων Αυτιστικών, Asperger και ΥΛΑ, Πέρλα Μεσσίνα, ενήλικας με Asperger.
Ο αγώνας για τα δικαιώματα των ανθρώπων με αναπτυξιακά και διανοητικά προβλήματα, η κοινωνική ενσωμάτωση και η αντιμετώπιση των προκαταλήψεων, οι έρευνες που γίνονται στον τομέα της γενετικής, η συσπείρωση γονέων και ατόμων με αναπηρίες για την άσκηση πίεσης και τη διεκδίκηση δικαιωμάτων, αλλά και η κεφαλαιώδης σημασία της εκπαίδευσης στην ομαλή ένταξη των ατόμων με αναπηρίες στην κοινωνία, ήταν ορισμένα από τα θέματα που συζητήθηκαν στη διάρκεια της ημερίδας.
Απευθύνοντας χαιρετισμό, ο διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, Δημήτρης Εϊπίδης τόνισε ότι πρόκειται για τη σημαντικότερη εκδήλωση της φετινής διοργάνωσης, καθώς μέσω αυτής δόθηκε η ευκαιρία για την ενημέρωση του κοινού για ένα μέρος της κοινωνίας που δεν έχει την προσοχή μας αλλά και για την ανταλλαγή εμπειριών και απόψεων από άτομα που βιώνουν στο περιβάλλον τους τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρίες. Όπως σημείωσε ο κ. Εϊπίδης, με την ευκαιρία των επικείμενων Special Olympics το πρόγραμμα του 13ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ περιλαμβάνει ένα αφιέρωμα με τριάντα ταινίες που έχουν ως θεματική τις εμπειρίες ανθρώπων με αναπηρίες.
Παίρνοντας το λόγο, η Μαριάν Κάπλαν εξομολογήθηκε ότι ο γιος της, ο οποίος διαγνώστηκε με αυτισμό σε ηλικία 2 ετών, αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες όταν πήγε στο σχολείο, από τις αντιδράσεις των συμμαθητών και τη συμπεριφορά των δασκάλων του οι οποίοι «δεν ήταν πολύ πρόθυμοι να βοηθήσουν στην ενσωμάτωσή του. Στο δημοτικό σχολείο ο Άνταμ βίωσε τον αποκλεισμό, τον εκφοβισμό και την κοροϊδία από τα άλλα παιδιά. Είχε την παρόρμηση να κάνει φίλους, εκείνοι όμως δεν ήθελαν να έχουν σχέση μαζί του και αντιδρούσαν άσχημα». Αργότερα όπως εξήγησε, στη διάρκεια της εφηβείας, κι αφού ο Άνταμ δοκίμασε πολλές θεραπείες - κάποιες απ’ τις οποίες τον βοήθησαν – κατάφερε να κάνει φίλους, να δημιουργήσει έναν δικό του περίγυρο. Η ίδια αποφάσισε να στρέψει τον κινηματογραφικό φακό προς την οικογένειά της, με το σκεπτικό ότι η εμπειρία της θα ενδιέφερε και άλλες οικογένειες με παρόμοια βιώματα, αλλά και το ευρύτερο κοινό. Η ταινία τόνωσε ταυτόχρονα και την αυτοπεποίθηση του Άνταμ, ο οποίος μάλιστα στο Φεστιβάλ του Βανκούβερ προλόγισε την ταινία και δέχτηκε να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις του κοινού. «Η ταινία έδωσε στον Άνταμ την αίσθηση ότι έχει δική του φωνή. Είχε επίσης μεγάλη επίδραση στην καναδική κοινωνία. Γονείς με παιδιά που είχαν κάποιας μορφής αναπτυξιακό ή νοητικό πρόβλημα αισθάνθηκαν ότι δεν ήταν μόνοι. Κι άλλοι, που δεν είχαν καμία σχέση, ευαισθητοποιήθηκαν, έμαθαν πολλά. Για παράδειγμα ένας συμμαθητής του που τον κορόιδευε στο σχολείο, όταν είδε την ταινία, έστειλε e-mail στον Άνταμ και του ζήτησε συγνώμη, λέγοντας ότι δεν είχε καταλάβει μέχρι τότε τι ακριβώς συνέβαινε και πως αν τον πειράξει ξανά κάποιος στο καινούργιο του σχολείο, ο ίδιος θα τον πλακώσει στο ξύλο», είπε χαρακτηριστικά η Μαριάν Κάπλαν. Σήμερα ο Άνταμ φοιτά σε κολέγιο και ασχολείται με τη ραπ μουσική. «Απαιτείται συνεχής αγώνας, προσπαθούμε να τον υποστηρίζουμε και να τον καθοδηγούμε, αλλά να του δίνουμε και το χώρο που έχει ανάγκη», υπογράμμισε.
Ο Νταν Χαμπίμπ (Μαζί κι ο Σάμιουελ) αποφάσισε να γυρίσει την ταινία έπειτα από ιδέα ενός γιατρού που παρακολουθούσε τον γιο του, όταν αυτός βρισκόταν στην εντατική. Ο Σάμιουελ γεννήθηκε με εγκεφαλική παράλυση. Όπως εξομολογήθηκε ο σκηνοθέτης «πριν τον Σάμιουελ θεωρούσα τα άτομα με αναπηρίες λιγότερο έξυπνα, με λιγότερες ικανότητες. Αισθάνθηκα την ανάγκη να ξεκινήσω την ταινία μου από αυτό το στοιχείο για να πω στους θεατές, ότι δεν τους κρίνω αν πιστεύουν κάτι τέτοιο, γιατί έτσι ακριβώς ένιωθα κι εγώ». Ο ίδιος χαρακτήρισε το κίνητρό του για την ταινία «εγωιστικό». «Ήθελα να συστήσω τον Σάμιουελ στον κόσμο, γιατί πώς αλλιώς θα καταρρίψεις τις προκαταλήψεις; Οι ταινίες αμφισβητούν τις χαμηλές προσδοκίες που έχουμε από τα άτομα με αναπηρίες. Αυτή είναι η χειρότερη κατάρα. Όταν μιλώ σε ομάδες γονέων τους παροτρύνω να αφήσουν να παιδιά τους να ονειρεύονται, γιατί τα όνειρα είναι κομμάτι της παιδικής ηλικίας. Ο Σάμιουελ για παράδειγμα θέλει να γίνει οδηγός αγώνων της φόρμουλα 1. Τα πράγματα εξελίσσονται τόσο γρήγορα που δεν ξέρουμε τι θα γίνει μέσα στα επόμενα 4 - 5 χρόνια. Είναι κρίμα να τους στερούμε την ευκαιρία να ονειρεύονται», επεσήμανε ο Νταν Χαμπίμπ.
Η Ιωάννα Καλογεράκη, η οποία πρωταγωνιστεί μαζί με τον γιο της Δημήτρη στην ταινία Μαθήματα- Παθήματα: Τι θα γίνει ο Δημήτρης;, μοιράστηκε με το κοινό τη δική της ιστορία: «Μέχρι τα δύο του χρόνια ο Δημήτρης δεν έδειχνε να αντιμετωπίζει κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα. Τότε μάλιστα δίναμε μάχη για την κόρη μας που είχε διαγνωστεί με καρκίνο. Όταν κερδίσαμε αυτή τη μάχη, ξεκίνησε ο αγώνας για το γιο μας. Όμως, βρήκαμε κλειστές πόρτες, δεν υπήρχε καμία ενημέρωση. Για να καταφέρω να τον δεχτούν στο ειδικό σχολείο, χρειάστηκε να φτάσω μέχρι τη βουλή. Τελικά, το σχολείο ήταν στην πραγματικότητα ένα κολαστήριο, με τρισάθλιες υποδομές, χωρίς καν προαύλιο ή κυλικείο, με χώρους που έκρυβαν κινδύνους σοβαρού τραυματισμού. Όπως εξήγησε στη συνέχεια, η πραγματική δυσκολία δεν ήταν το πρόβλημα του γιου της, αλλά οι υπηρεσίες γύρω από αυτό. «Ένιωθα σαν να ζω σε τριτοκοσμική χώρα, όπου σε δικάζουν γιατί γέννησες δύο παιδιά με προβλήματα υγείας. Λείπει ο σεβασμός της κοινωνίας προς τα διαφορετικά άτομα. Δεν τους υπερασπιζόμαστε, αδιαφορούμε, δεν αναλογιζόμαστε ότι μπορεί να συμβεί στον οποιονδήποτε. Γίνονται καλές προσπάθειες αλλά χάνονται. Παιδιά με νοητική υστέρηση κακοποιούνται σωματικά, είναι επιρρεπή σε ατυχήματα, στον αλκοολισμό, στα ναρκωτικά. Είναι τα εύκολα θύματα και δεν μιλάει κανείς γι αυτό» Η κ. Καλογεράκη εξέφρασε την οργή της για το γεγονός ότι ακόμη και σήμερα υπάρχουν ιδρύματα στην Ελλάδα όπου τα παιδιά «είναι δεμένα στο όνομα της προστασίας τους. Δεν είναι επικίνδυνα τα παιδιά, αν τα πλησιάσουμε με σεβασμό θα μας αφήσουν να μπούμε στον κόσμο τους», είπε κλείνοντας.
«Ξέρετε πόσα σπίρτα έχει η αφίσα του 13ου Φεστιβάλ; Πέντε πεντάδες και έξι εξάδες όρθια σπίρτα και ένα σε οριζόντια θέση. Οι γονείς μου πάντα ήθελαν να γίνω ένα από αυτά τα όρθια σπίρτα, ενώ εγώ ήθελα να είμαι το μόνο διαφορετικό, γιατί αυτή είμαι. Σεβαστείτε με». Με αυτά τα λόγια συστήθηκε η πρόεδρος του συλλόγου Ελλήνων Ενηλίκων Αυτιστικών και Asperger και ΥΛΑ, Πέρλα Μεσσίνα, εκφράζοντας τη φωνή των ατόμων που διεκδικούν το δικαίωμα στη διαφορετικότητα. «Όλοι οι άνθρωποι είναι διαφορετικοί αλλά φοβούνται να το δείξουν και προτιμούν να νιώθουν ότι ανήκουν σε μια ομάδα. Όσο για τους γονείς αυτών των παιδιών, πρέπει να σκέφτομαι έξω από το μικρό κύβο που έβαλε η κοινωνία, γιατί το να είσαι διαφορετικός δεν πρέπει να είναι στίγμα. Τα παιδιά που είναι διαφορετικά δε σημαίνει ότι είναι χαλασμένα. Μπορούν να κάνουν πολλά αν τους δοθούν ευκαιρίες». Αμέσως μετά, σημείωσε ότι υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις στο κομμάτι της εκπαίδευσης και των δομών αλλά αυτό που απαιτείται πρωτίστως είναι η αγάπη, η δεκτικότητα και η κατανόηση, γιατί κανείς δεν ξέρει αν κάποια μέρα ο γιος του θα έχει συμμαθητή έναν αυτιστικό, θα έχει ένα συνάδελφο αυτιστικό ή η κόρη του θα ερωτευθεί ένα άτομο με Άσπεργκερ».
Μετά από τις αρχικές εισηγήσεις οι ομιλητές δέχθηκαν πλήθος ερωτήσεων από το κοινό, εκπροσώπους συλλόγων, τους γονείς αλλά και από τα ίδια τα άτομα με αναπτυξιακά και νοητικά προβλήματα.
Σε παρέμβασή της, η αντιπρόεδρος του παραρτήματος Β. Ελλάδος της Ελληνικής Εταιρείας Αυτιστικών, Φωτεινή Ζαφειροπούλου υποστήριξε ότι «οι γονείς αναγκάζονται να βγουν στο δρόμο για να διεκδικήσουν τα αυτονόητα. Αν δεν υπάρξει στη χώρα μας εθνική πολιτική που να αναγνωρίζει δικαιώματα στην εκπαίδευση, στην εργασία, στην ψυχαγωγία, στην κοινωνική ζωή κι αν δε σεβαστεί η κοινωνία τα άτομα με αναπηρίες, θα θεωρούνται πάντα πολίτες β' και γ' κατηγορίας».
«Στην Ελλάδα είμαστε εκατό χρόνια πίσω. Τα σχολεία ειδικής αγωγής είναι ένας αχταρμάς, ένα οριακό παιδί μπορεί να είναι στην ίδια τάξη με ένα βαρύ περιστατικό», σχολίασε από την πλευρά της η κ. Καλογεράκη, τονίζοντας ότι στην πραγματικότητα κανένα παιδί δεν έχει την εκπαίδευση που του αξίζει. Την ίδια άποψη είχε και η κ. Μεσσίνα, η οποία σημείωσε ότι στα λιγοστά ειδικά σχολεία λειτουργούν τάξεις με 20-25 παιδιά, με βαρύτερες διαγνώσεις ή με μεγαλύτερη λειτουργικότητα και δεν λαμβάνουν ουσιαστική εκπαίδευση. Και συνέχισε: «Ένα οριακό παιδί που θα πάει σε κανονικό σχολείο όχι μόνο δεν έχει παράλληλη στήριξη αλλά αντιμετωπίζει τους γονείς των άλλων παιδιών που οργανώνονται για να το διώξουν, τον διευθυντή που πιθανώς να μην το θέλει στο σχολείο του, τον δάσκαλο που δεν θέλει να αφιερώσει περισσότερο χρόνο».
Η κ. Μεσσίνα ρωτήθηκε από μία εκπαιδευτικό γιατί θεωρεί τον εαυτό της τυχερό που η διάγνωση του Άσπεργκερ έγινε όταν η ίδια είχε ενηλικιωθεί. Όπως είπε, οι γονείς της έθεταν τους ίδιους υψηλούς στόχους που έθεταν και στον αδελφό της και αυτό την κινητοποίησε στο να επιστρατεύσει όλες της τις δυνάμεις. Όπως είπε το στίγμα και η προκατάληψη φρενάρουν πολλούς αυτιστικούς, που δεν το αποκαλύπτουν στο περιβάλλον τους. «Η λέξη δημιουργεί τρόμο. Αν κάποιος διαγνωστεί στην ενήλικη ζωή του και το ανακοινώσει, ποιες είναι οι πιθανότητες να βρει δουλειά; Ακόμα και αν έχει ικανότητες πολύ πιο υψηλές, κανείς δεν θα κάνει τον κόπο να ασχοληθεί. Υπάρχουν αυτιστικοί που δεν τολμούν να το ομολογήσουν στη δουλειά τους γιατί φοβούνται ότι θα τους απολύσουν». Αναφέροντας μάλιστα ένα πρόσφατο περιστατικό, είπε ότι όταν ζητήθηκε από γυναίκα - μέλος του συλλόγου - μια συνέντευξη, την έδωσε τελικά με ψευδώνυμο, από φόβο να μη χάσει τη δουλειά της ως λογοθεραπεύτρια. «Υπάρχουν πολλοί σύλλογοι γονέων και φίλων αλλά οι αυτιστικοί συνήθως κρύβονται, εξαιτίας του στιγματισμού. Ο σύλλογός μας είναι ο μόνος, από και για ενήλικους αυτιστικούς», εξήγησε η κ. Μεσσίνα.
Η συζήτηση στράφηκε στη συνέχεια στο θέμα των γενετικών ερευνών που γίνονται σχετικά με την ανακάλυψη του γονιδίου που προκαλεί αυτισμό. Η Μαριάν Κάπλαν διηγήθηκε ότι όταν είχε λάβει μέρος σε ένα συνέδριο για γενετική μια νεαρή κοπέλα της είπε ότι με τη βοήθεια της γενετικής θα μπορούν στο μέλλον να αναπτυχθούν τεστ και αν εντοπίζεται το γονίδιο που ευθύνεται για τον αυτισμό να διακόπτεται η κύηση. «Σοκαρίστηκα. Έτσι αγγίζουμε τα όρια της ευγονικής; Θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με τη χρηματοδότηση τέτοιων ερευνών. Εμείς θέλουμε τον κόσμο να αγκαλιάζει τη διαφορά».
Ο σκηνοθέτης Τζορτζ Ινγκμάιρ, ο οποίος μεγάλωσε κοντά σε έναν άνθρωπο με σύνδρομο Down, αναφέρθηκε στη δύναμη των ατόμων με αναπηρίες και των συγγενών τους ψηφοφόρων και στη δυνατότητα πίεσης για αλλαγές. Στο ίδιο θέμα, ο Νταν Χαμπίμπ, σημείωσε: «Στις ΗΠΑ αναπτύχθηκε δυναμικό κίνημα αφότου οι ανάπηροι πάρκαραν τα αμαξίδιά τους έξω από τον Λ. Οίκο. Επηρεάστε το γείτονά σας, το σχολείο, την κοινωνία, γιατί αυτή μπορεί να προκαλέσει την αλλαγή πολιτικής. Η κεντρική ιδέα είναι να αμφισβητήσουμε τις προκαταλήψεις περί φυσιολογικού και μη. Το μεγαλύτερο εμπόδιο στην ένταξη ήταν οι στάσεις των άλλων και αυτό δεν εξαρτάται από τους διαθέσιμους οικονομικούς πόρους. Είναι θέμα στάσης απέναντι σε αστικά πολιτικά δικαιώματα» είπε, παρομοιάζοντας τις διακρίσεις που υφίστανται τα άτομα με αναπηρία, με τις φυλετικές διακρίσεις περασμένων δεκαετιών.
«Σε κάθε μορφής αναπηρία τα πάντα ξεκίνησαν από εξαγριωμένους γονείς που αποφάσισαν να συνεργαστούν και να πιέσουν για προγράμματα», υπογράμμισε η Μαριάν Κάπλαν.
«Στην Ελλάδα γίνονται προσπάθειες, αλλά χάνονται. Οι γονείς δεν είναι έτοιμοι να βγουν στο δρόμο και να διεκδικήσουν με μια φωνή, γιατί αναλώνονται στον καθημερινό αγώνα της στήριξης του παιδιού τους», εξήγησε απ’ την πλευρά της η κ. Καλογεράκη.
Σε παρέμβασή της, η κ. Σοφία Μπονάνου, εκπρόσωπος της Ελληνικής Εταιρείας Προστασίας Αυτιστικών Ατόμων, σημείωσε ότι «οι δράσεις άρχισαν όντως από γονείς. Για να καταλάβετε, μέχρι πριν από δέκα χρόνια ο αυτισμός ως λέξη δεν εμφανιζόταν στους σχετικούς νόμους περί υγείας και ειδικής αγωγής. Μπορεί σήμερα να υπάρχουν νόμοι, αλλά δεν εφαρμόζονται».
Τέλος, οι ομιλητές, κλήθηκαν να καταθέσουν μια τελευταία κουβέντα για την εμπειρία τους. «Ο γιος μου, μου δίδαξε την αξία της υπομονής. Ήταν το μεγαλύτερο μάθημα της ζωής μου. Πιστεύω ότι η γνωριμία με το διαφορετικό βοηθάει στην ένταξη του ατόμου και στην αποδοχή από το περιβάλλον του. Κλειδί σε αυτή τη διαδικασία είναι η εκπαίδευση», σημείωσε ο Νταν Χαμπίμπ. «Παροτρύνω τους γονείς να συνεχίσουν να πολεμούν για τα δικαιώματα που αξίζουν στα παιδιά τους» τόνισε η Μαριάν Κάπλαν. «Να μην ξεχνάτε αυτά τα παιδιά», επανέλαβε απ’ την πλευρά της η Γιάννα Καλογεράκη. «Και τους ενήλικες», πρόσθεσε η Πέρλα Μεσσίνα.
Από την πλευρά της η υπεύθυνη του αφιερώματος Έλενα Χριστοπούλου σημείωσε ότι το αφιέρωμα του 13ου Φεστιβάλ, αποτελεί ένα μεγάλο φάσμα διαφορετικών ταινιών που δημιουργούν ένα σύνολο εικόνων και εμπειριών, που βοηθούν τους θεατές να ακούσουν τη φωνή των ανθρώπων με αναπηρία και να συνυπάρξουν με αυτούς.