Η προσωπική σκηνοθετική ματιά, αλλά και η αυτοβιογραφική πλευρά των ταινιών τους, ήταν οι βασικότερες θεματικές που κυριάρχησαν σε άλλη μια συζήτηση της ενότητας Κουβεντιάζοντας του 51ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, η οποία πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου στο ξενοδοχείο Electra Palace. Στη συζήτηση συμμετείχαν οι σκηνοθέτες Μάικ Οτ / Mike Ott (Littlerock), Άρης Μπαφαλούκας (Άπνοια), Στέλλα Αρκέντη (Εγώ, ο Γιαννούλης Χαλέπας) και Μπέλμα Μπας / Βelma Bas (Ζεφίρ / Zephyr).
Ο αμερικανός σκηνοθέτης Μάικ Οτ / Mike Ott συμμετέχει στο διαγωνιστικό τμήμα της 51ης διοργάνωσης με την ταινία Littlerock, ένα road movie με πρωταγωνιστές δύο αδέλφια από την Ιαπωνία τα οποία, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού τους στην Αμερική, αναγκάζονται να μείνουν στο Λίτλροκ, μια μικρή πόλη στην καλιφορνέζικη έρημο. Μιλώντας για την σκηνοθετική του οπτική, ο νεαρός δημιουργός εξήγησε πως το γεγονός ότι μεγάλωσε στην αμερικάνικη επαρχία επηρέασε την ματιά του ως κινηματογραφιστή. «Μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον όπου οι άνθρωποι ήταν πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, πράγμα το οποίο έβλεπα ακόμη και μέσα στην ίδια μου την οικογένεια. Επιπλέον, παρόλο που γνώριζα ότι ο κόσμος σε αυτό το μέρος ήταν χαμηλού μορφωτικού επιπέδου και συχνά με ρατσιστικές τάσεις, κάποιες φορές το προτιμούσα γιατί σε αυτές τις περιπτώσεις ξέρεις περί τίνος πρόκειται, με ποιον έχεις να κάνεις. Αυτή την συνειδητοποίηση, αλλά από την ανάποδη, κάνει η κεντρική ηρωίδα της ταινίας, η οποία νομίζει ότι η Αμερική είναι τέλεια, αλλά αυτή η εικόνα αποδομείται σιγά σιγά στο μυαλό της. Είναι σαν ένα κορίτσι που το ερωτεύεσαι πολύ και στην αρχή το βλέπεις ως τέλειο, ωστόσο στη συνέχεια συνειδητοποιείς ότι έχει κι αυτό ελαττώματα», επεσήμανε ο Μάικ Οτ. Και συμπλήρωσε δηκτικά: «Εάν με ρωτάτε κατά πόσο η ταινία περιέχει αυτοβιογραφικά στοιχεία, η απάντησή μου είναι πως κάθε ταινία περικλείει ένα μεγάλο κομμάτι της προσωπικότητας του σκηνοθέτη. Νομίζετε πως είναι τυχαίο που ο Τζέιμς Κάμερον έχει σκοπίμως σκηνοθετήσει μεγαλομανείς ταινίες, όπως ο Τιτανικός;».
Αναφερόμενος στην δική του ταινία, την Άπνοια –η οποία επίσης συμμετέχει στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ-, ο Άρης Μπαφαλούκας, προτίμησε αντί να την περιγράψει, να εξηγήσει τα κίνητρα που τον ώθησαν στο να την κάνει πραγματικότητα. «Νομίζω ότι καταστρέφουμε, κατά κάποιο τρόπο, την ταινία όταν μιλάμε γι’ αυτή, καθώς η γλώσσα του κινηματογράφου είναι τόσο ισχυρή που δεν μπορεί να αντικατασταθεί με λόγια. Εγώ απλά ήθελα να κάνω μια ταινία για έναν ήρωα που δουλεύει σκληρά για κάτι που δεν έχει ακριβώς επιλέξει. Όταν είσαι κολυμβητής σε επίπεδο πρωταθλητισμού, έχεις ξεκινήσει από μικρή ηλικία, επομένως δεν πρόκειται για δική σου επιλογή, αλλά των γονιών σου. Η διαδρομή του ήρωα, την οποία αφηγούμαι στην ταινία, είναι ποιητική και αποτυπώνει ένα αδιέξοδο που αφορά σε οποιονδήποτε άνθρωπο δεν έχει κατασταλάξει στο τι ακριβώς θέλει να κάνει στη ζωή του, με αποτέλεσμα να βρίσκεται παγιδευμένος σε μια πραγματικότητα που δεν τον εκφράζει. Μπορεί να ήμουν κι εγώ πρωταθλητής κολύμβησης, αλλά η ταινία δεν είναι για μένα. Θα έλεγα, πάντως, ότι στο τέλος -ως θεατής- ανακαλύπτεις πράγματα που έχουν έστω και έμμεση αναφορά στο πρόσωπό σου, χωρίς να τα έχεις επιδιώξει», σημείωσε ο δημιουργός.
Η Στέλλα Αρκέντη, σκηνοθέτιδα της ταινίας Εγώ, ο Γιαννούλης Χαλέπας, η οποία προβάλλεται επίσης στο Φεστιβάλ, μίλησε για το πάθος που της προκάλεσε η ενασχόληση με τον μεγάλο γλύπτη, τη ζωή και το έργο του οποίου αποτύπωσε στην ταινία της. «Πρόκειται για ένα φιλμ που μοιάζει με βυζαντινή ψαλμωδία, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και το πορτρέτο ενός σπουδαίου καλλιτέχνη. Η ταινία είναι ουσιαστικά ένα ‘’βύθισμα’’ στην ψυχή και το πνεύμα αυτού του ανθρώπου. Για μένα, ο Χαλεπάς είναι ο καλός μου άγγελος, αυτός που μου ένωσε όλα τα σπασμένα κομμάτια και με ολοκλήρωσε σαν καλλιτέχνιδα».
Με τη σειρά του, ο τούρκος Σερέν Γυτζέ / Seren Yuce, σκηνοθέτης της ταινίας Πλειοψηφία / Majority, που προβάλλεται στο τμήμα Ματιές στα Βαλκάνια, αναφέρθηκε στο πώς μεγαλώνει ένα παιδί και γίνεται άντρας. Η ταινία του αναδεικνύει, μέσα από την ερωτική ιστορία ενός τούρκου και μιας κοπέλας από το Κουρδιστάν, ζητήματα πολιτικής και ηθικής, διατυπώνοντας επίσης ερωτήματα γύρω από τη χειραφέτηση και ωρίμανση ενός νέου ανθρώπου. «Ο εθνικισμός και ο φασισμός είναι συνήθη φαινόμενα στη μεσαία τάξη, ενώ απόψεις γύρω από τις κοινωνικές διακρίσεις μεταδίδονται στα παιδιά, χωρίς αυτά να το καταλαβαίνουν. Αυτό συνέβη και με τον ήρωα της ταινίας, ο οποίος καταλήγει να γίνει σχεδόν παρανοϊκός. Δεν γνωρίζω εάν στην ταινία περιέχονται και αυτοβιογραφικά στοιχεία, καθώς πρόκειται για το ντεμπούτο μου, αλλά θα μπορώ να σας απαντήσω γι’ αυτό στην επόμενη ταινία μου. Ένα είναι σίγουρο, πάντως: πρέπει να είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου όταν κάνεις μια ταινία», τόνισε ο σκηνοθέτης.
H τουρκάλα δημιουργός Μπέλμα Μπας / Βelma Bas στην ταινία Ζεφίρ / Zephyr αναλύει τη σχέση ενός 11χρονου κοριτσιού με την μητέρα του, η οποία είναι διαρκώς απούσα. «Νομίζω ότι κατά βάση όλοι αφηγούμαστε μια ιστορία, το ταξίδι προς το θάνατο. Απλά εγώ προσπάθησα να εγείρω και άλλα ερωτήματα που έχουν να κάνουν με την αθωότητα των παιδιών, τις σχέσεις γονιών με παιδιά, κλπ. Το πιο δύσκολο κομμάτι στην ταινία για μένα ήταν το να οργανώσω το πλατό και να μπορέσω να συνυπάρξω με τόσο κόσμο, καθώς θα έλεγα ότι έχω μια ‘’φοβία’’ όταν είμαι ανάμεσα σε πολύ κόσμο, ενώ επίσης είμαι και κάπως αργή όσον αφορά στην προσέγγισή μου στα πράγματα. Η ταινία, πάντως, ολοκληρώθηκε και μάλιστα όχι με κίνητρα αυτοβιογραφικά, το αντίθετο μάλιστα. Μάλλον κάνω ταινίες για να ξεφύγω από τον εαυτό μου».