Οι παρούσες συνθήκες στο κινηματογραφικό τοπίο, οι εθνικές πολιτικές επιχορηγήσεων που ισχύουν σε χώρες της Ευρώπης και οι πιθανοί περιορισμοί που θα προκύψουν το 2012 από τις ρήτρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί μη στρέβλωσης του ανταγωνισμού, ήταν απ’ τα σημαντικά ζητήματα που τέθηκαν επί τάπητος στην συζήτηση «Greek cinema now» που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 17 Νοεμβρίου, στην Αποθήκη 13 στο πλαίσιο της Αγοράς του 50ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.
Εν αναμονή του νέου θεσμικού πλαισίου για τον ελληνικό κινηματογράφο, παραγωγοί, κινηματογραφιστές, άνθρωποι του κινηματογραφικού χώρου, αλλά και το κοινό, εξέφρασαν την αγωνία τους για μια σειρά από θέματα όπως οι περιορισμένοι οικονομικοί πόροι, τα προβλήματα διανομής των μη εμπορικών ταινιών, η κινηματογραφική εκπαίδευση και οι ευκαιρίες απασχόλησης των νέων στο χώρο του κινηματογράφου, σε μια συζήτηση που κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον των παρευρισκόμενων για περισσότερες από δυο ώρες.
Ανοίγοντας την εκδήλωση η καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης Δέσποινα Μουζάκη καλωσόρισε τους συμμετέχοντες «σε μια συζήτηση που στόχο έχει να συμβάλει ουσιαστικά στον διάλογο για τον ελληνικό κινηματογράφο», τονίζοντας ότι το φεστιβάλ μπορεί να προσφέρει το διεθνές στοιχείο, την οπτική και την εμπειρία ανθρώπων του κινηματογράφου, από κάθε γωνιά του πλανήτη.
Το πρώτο μέρος της συζήτησης επικεντρώθηκε στο καθεστώς επιχορηγήσεων που ισχύει στη Γαλλία, τη Γερμανία, τη Βρετανία και την Ελλάδα. Ο καθηγητής του πανεπιστημίου της Τουλούζης Serge Regoud, ειδικός σε θέματα νομοθεσίας σχετικά με τον κινηματογράφο, σημείωσε ότι το γαλλικό σύστημα στηρίχτηκε στις συμφωνίες του 1948, υπό το φόβο της «επέλασης» αμερικανικών προϊόντων στη γαλλική αγορά. Σύμφωνα με αυτό, ο ρόλος της δημόσιας παρέμβασης είναι κεντρικός ενώ το ζήτημα της εθνικότητας του δημιουργού και της γλώσσας της ταινίας είναι βασικό κριτήριο για τη χρηματοδότηση μιας ταινίας. «Κάθε χρόνο στη Γαλλία παράγονται 200 ταινίες και σύμφωνα με μια μελέτη μόνο12% των ταινιών κάνουν απόσβεση, ενώ πάρα πολλές δεν αποφέρουν κέρδη. Το κέντρο κινηματογραφίας τροφοδοτείται από τον ειδικό φόρο 11% επί των εισιτηρίων, ενώ επιπλέον υπάρχουν έσοδα από την τηλεόραση και τη διαφήμιση και από φόρους που πληρώνουν οι εκδότες. Οι τηλεοπτικοί σταθμοί υποχρεούνται να επενδύσουν στο σινεμά ένα ποσοστό του κύκλου εργασιών τους της τάξης του 3%, ενώ το συνδρομητικό Canal Plus πρέπει να χρηματοδοτήσει με το 20% του κύκλου εργασιών του, αγορές ή προαγορές ταινιών. Το γαλλικό σύστημα προβλέπει φορολογικές απαλλαγές για συγκεκριμένες εταιρείες και για κεφάλαια που επενδύονται στον κινηματογράφο. Επιπλέον υπάρχουν μηχανισμοί ενίσχυσης που εξαρτώνται από το ποια περιοχή της Γαλλίας επιλέγεται για τα γυρίσματα», είπε ο κ. Regoud και συνέχισε: «Αν ο γαλλικός κινηματογράφος αντιστάθηκε, αυτό οφείλεται στο σύστημα παρέμβασης του κράτους. Το θέμα είναι καθαρά πολιτικό όχι μόνο για το γαλλικό σινεμά αλλά για τη σχέση του ευρωπαϊκού με τον αμερικάνικο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο κινηματογράφος λειτούργησε ενοποιητικά για τους Αμερικανούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι η πρώτη μεγάλη αμερικάνικη ταινία στις αρχές του προηγούμενου αιώνα είχε ως τίτλο Η Γέννηση ενός έθνους». Τέλος, ο Serge Regoud, υπογράμμισε ότι η κατάσταση με τις επιχορηγήσεις θα αλλάξει το 2012 στη Γαλλία, καθώς μέχρι τότε έχει λάβει άδεια από την Κομισιόν να εφαρμόζει το εθνικό σύστημα επιχορηγήσεων. «Προς το παρόν δέχεται το 80% των επιχορηγήσεων να δαπανώνται στην εθνική επικράτεια αλλά η Ε.Ε. στηρίζεται στην απαγόρευση επιχορηγήσεων που στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό. Κανείς δεν γνωρίζει αν μετά θα απαγορευτούν τα εθνικά συστήματα που εφαρμόζουν τη ρήτρα της επικράτειας».
Εφάμιλλο του γαλλικού, είναι και το γερμανικό σύστημα, όπως ανέφερε ο παραγωγός Christoph Thoke. «Παρέχεται κρατική χρηματοδότηση άνω των 100 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως και γι’ αυτό οι γερμανοί κινηματογραφιστές και παραγωγοί δεν παραπονιόμαστε. Μάλιστα ο συνδυασμός εθνικών και ευρωπαϊκών κονδυλίων οδήγησε σε αρκετές επιτυχίες. Στον τομέα των συμπαραγωγών τα όρια είναι ακόμη πιο διευρυμένα. Αν εντοπίσω μια ευκαιρία συμπαραγωγής είναι σημαντικό για μένα να διαπιστώσω αν εκεί υπάρχει σταθερό νομικό πλαίσιο και αν υπάρχει υποστήριξη τοπικών τηλεοπτικών σταθμών», τόνισε χαρακτηριστικά.
Αν η Γαλλία και η Γερμανία είναι «κινηματογραφικός παράδεισος», δεν ισχύει το ίδιο για την Βρετανία, σύμφωνα με τον παραγωγό Peter Carlton. «Οι παραγωγοί λιμοκτονούν, υπάρχουν τεράστια εμπόδια στις συμπαραγωγές. Δεν έχουμε καν σαφές νομικό πλαίσιο, κάθε κυβέρνηση κάνει αλλαγές προς το χειρότερο. Για παράδειγμα στο παρελθόν αν μια ταινία γυριζόταν στην Ελλάδα με βρετανό ηθοποιό ήταν υποψήφια για χρηματοδότηση. Πλέον τα γυρίσματα πρέπει να γίνονται σε βρετανικό έδαφος και μόνο με βρετανούς ηθοποιούς, για να λάβει οικονομική υποστήριξη. Συνολικά, κάθε χρόνο το Βρετανικό Συμβούλιο Κινηματογράφου χορηγεί 15 εκατομμύρια ευρώ. Υπάρχει και ένα άλλο ταμείο που δίνει 8 εκατομμύρια ευρώ και χρηματοδοτεί νέα ταλέντα και προϊόντα με πολιτιστική ιδιαιτερότητα. Τα κρατικά κανάλια BBC και Channel 4 δίνουν 15 και 10 εκατομμύρια αντιστοίχως, χωρίς να τους το επιβάλει κανείς. Επιπλέον για την παρούσα κυβέρνηση ο όρος πολιτισμός είναι λέξη άγνωστη. Φοβάμαι ότι αναμένεται να καταργηθούν εντελώς οι επιδοτήσεις και να κατακλυστούμε από αμερικανικά προϊόντα. Οι βρετανοί τρέφουν απαρέσκεια στον όρο πολιτισμό. Η προσέλευση θεατών στο σινεμά μειώνεται, οι βρετανικές ταινίες κόβουν ελάχιστα εισιτήρια και τη μερίδα του λέοντος παίρνουν οι αμερικάνικες παραγωγές. Επιπλέον μεγάλο ποσοστό των εσόδων από τα εισιτήρια πάει στον αιθουσάρχη, έχουμε τα υψηλότερα έξοδα προβολής στην Ευρώπη και επειδή δεν υπάρχει φόρος επί του εισιτηρίου ο παραγωγός εισπράττει ελάχιστα. Θα πρέπει να δοθούν περισσότερες επιχορηγήσεις για να τονωθεί η κινηματογραφία»
«Αισθάνθηκα λίγο καλύτερα όταν άκουσα για την κατάσταση στη Βρετανία» σχολίασε ο πρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου Γιώργος Παπαλιός. «Στην Ελλάδα θα ήθελα την εφαρμογή των νόμων που έχουν ήδη θεσπιστεί, θα ήθελα να εισπράττεται το λεγόμενο 1,5% από τους τηλεοπτικούς σταθμούς που ποτέ δε φτάνει στο ΕΚΚ, θα ήθελα να λειτουργεί η επιτροπή κινηματογράφου, αλλά και το σύστημα φοροαπαλλαγών. Δεν υπάρχει καν Ακαδημία Κινηματογράφου στην Ελλάδα. Ελπίζουμε ότι θα το πετύχουμε. Δεν διαφωνώ με την προσέγγιση της Βρετανίας, ότι δηλαδή οι ταινίες πρέπει να απηχούν τον πολιτισμό της χώρας. Ίσως το EURIMAGES θα έπρεπε να αντιμετωπίζει με μεγαλύτερη ευγένεια μικρές χώρες, γιατί για μας είναι δύσκολο να βρούμε εταίρους. Πιστεύουμε στις συμπαραγωγές, κάνουμε πολλές ταινίες με την Τουρκία και τις βαλκανικές χώρες αλλά οι μεγάλες χώρες δεν ενδιαφέρονται για συμπαραγωγή με την Ελλάδα. Οι περισσότερες ταινίες μας είναι χειροποίητες, ελάχιστες είναι ακριβές. Ο ετήσιος προϋπολογισμός του ΕΚΚ είναι πολύ μικρός. Δεν έχουμε δυνατότητα για εμπορικές ταινίες τύπου Χάρι Πότερ. Πρέπει να σταθούμε δίπλα στη νέα γενιά κινηματογραφιστών, να μην τους αφήσουμε να φτάσουν στα 50 για να τους στηρίξουμε». Στη συνέχεια έφερε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που αφορά στην διανομή. «Χρηματοδοτούμε το 30 με 40% του προϋπολογισμού μιας ταινίας. Όταν ολοκληρωθεί, είμαστε υποχρεωμένοι να την προβάλουμε. Με αυτό τον τρόπο είτε χρηματοδοτούμε τη διανομή, είτε προβάλλουμε την ταινία σε δικές μας αίθουσες. Έτσι μια ταινία που κόβει 40 και 50 εισιτήρια μπορεί να έχει επιδοτηθεί με 40.000 ευρώ, κάτι που πρέπει να δούμε πως θα το αντιμετωπίσει το νέο νομοθετικό πλαίσιο».
Η καλλιτεχνική διευθύντρια του Crossroads Marie Pierre Macia σχολίασε ότι πριν από τέσσερα χρόνια «οι Έλληνες ούτε ήθελαν να ακούσουν για συμπαραγωγές. Πλέον, τους ενδιαφέρουν και οι ταινίες αυτές προβάλλονται στο διεθνές προσκήνιο. Το 2008 στο φεστιβάλ του Ρότερνταμ συμμετείχε ο Αλέξης Αλεξίου, φέτος ο Ανέστης Χαραλαμπίδης, αλλά και ο Πάνος Κούτρας και ο Φίλιππος Τσίτος. Το αφανές για χρόνια ελληνικό σινεμά βγαίνει στην επιφάνεια. Υπάρχει όμως ένα είδος αποσυγχρονισμού μεταξύ νέων δημιουργών και νομικού πλαισίου».
Ο σκηνοθέτης και καθηγητής στη σχολή κινηματογράφου του ΑΠΘ Περικλής Χούρσογλου μίλησε για τις δυσκολίες στο χώρο της εκπαίδευσης. «Για πρώτη φορά από το 1960 άρχισε η συζήτηση, έγινε η σχολή. Χωρίς σχεδιασμό, με πολλά προβλήματα. Θέλουμε περισσότερο εξοπλισμό, χώρους, διδάσκοντες, κάμερες. Πρέπει να καταλάβει το Υπουργείο Παιδείας ότι οι ανάγκες μας είναι διαφορετικές από άλλων σχολών. Ο κινηματογράφος δεν υπάρχει ως μάθημα στα 12 χρόνια του σχολείου. Οι πανελλαδικές εξετάσεις δεν έχουν ειδικό μάθημα για να περάσει κανείς στη σχολή. Είναι πολλοί αυτοί που μπαίνουν και δεν ξέρουν τι είναι το σινεμά. Και υπάρχουν επίσης πολλοί αξιόλογοι άνθρωποι που δεν διδάσκουν γιατί δεν έχουν πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης», εξήγησε ο Περικλής Χούρσογλου.
Σε παρέμβασή του ο αντιπρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου Δημήτρης Σοφιανόπουλος σχολίασε ότι η Γαλλία διαθέτει 700 εκατομμύρια ευρώ για το σινεμά και η Ελλάδα μόλις 7 και σχολίασε ότι οι παραγωγοί δεν έχουν κίνητρα να επενδύσουν.
Ο πρόεδρος του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης Γιώργος Χωραφάς έθιξε το θέμα των συμπαραγωγών. «Προσφάτως είχα εμπλακεί σε ένα σχέδιο συμπαραγωγής μεταξύ Βελγίου, Γαλλίας και Ελλάδας, με ήρωες Γάλλους και Έλληνες και γυρίσματα και στις δύο χώρες. Αν δεν μιλούσαν οι ηθοποιοί γαλλικά δεν μπορούσε να επιχορηγηθεί από τη Γαλλία, ενώ αν δεν μιλούσαν ελληνικά από την Ελλάδα. Έτσι ναυάγησε το σχέδιο».