MASTERCLASS AΛΕΞΑΝΤΡ ΝΤΕΠΛΑ
Η σημασία και ο ρόλος της μουσικής επένδυσης στις κινηματογραφικές ταινίες, η σπουδαιότητα της συνεργασίας μεταξύ σκηνοθέτη και μουσικοσυνθέτη αλλά και ο τρόπος με τον οποίο ο ίδιος αντιλαμβάνεται το σινεμά και τη μουσική, ήταν ορισμένες από τις ενδιαφέρουσες θεματικές που ανέπτυξε ο πολυβραβευμένος διεθνούς φήμης μουσικοσυνθέτης Αλεξάντρ Ντεπλά στο masterclass που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 15 Νοεμβρίου στην κατάμεστη αίθουσα Τζον Κασσαβέτης, στο πλαίσιο του 50ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.
Το masterclass, το οποίο συντόνισε ο δημοσιογράφος και κριτικός κινηματογράφου Γιώργος Κρασσακόπουλος, ξεκίνησε με μια αναφορά στην αφετηρία της καλλιτεχνικής πορείας του Αλεξάντρ Ντεπλά και το πόσο σημαντική επίδραση άσκησαν επάνω του οι ταινίες που παρακολουθούσε. «Ποτέ δεν είχα αμφιβολία ότι ήθελα να συνθέσω μουσική για τον κινηματογράφο. Ήμουν μαγεμένος από τις κινούμενες εικόνες, αλλά στην αρχή δεν μπορούσα να καταλάβω πόσο σημαντική είναι η χρήση της μουσικής στην εξέλιξη μιας ταινίας», επεσήμανε ο καταξιωμένος μουσικοσυνθέτης. Ο κ. Ντεπλά τόνισε ότι ακόμη και σήμερα, έπειτα από δεκάδες ταινίες για τις οποίες έχει γράψει μουσική, αισθάνεται το ίδιο ενθουσιασμένος όταν αναλαμβάνει μια καινούργια κινηματογραφική πρόσκληση. «Πιστεύω ότι χρειάζεται να υπάρχει ο ενθουσιασμός, έστω και υπερβολικός, όπως είναι ο δικός μου. Όταν βλέπω ένα νέο σενάριο, όταν συναντώ έναν σκηνοθέτη νιώθω σαν να είμαι ερωτευμένος για πρώτη φορά», πρόσθεσε. Στην ερώτηση για το πώς αισθάνεται όταν συνεργάζεται με διάσημους κινηματογραφικούς αστέρες του Χόλιγουντ, ο Αλεξάντρ Ντεπλά παραδέχτηκε ότι νιώθει αμήχανος και ντροπαλός. «Την πρώτη φορά που συνάντησα τον Τζον Γουίλιαμς ένιωσα σαν να ήμουν 12 χρονών. Είναι ένας από τους τελευταίους “δεινόσαυρους” του παλιού Χόλιγουντ. Επίσης, είναι απίθανο να κάθεσαι στο ίδιο τραπέζι, για παράδειγμα, με τον Τζακ Νίκολσον και τον Στίβεν Σπιλμπεργκ. Σήμερα νιώθω λίγο καλύτερα, αλλά παρόλα αυτά έχω άγχος», σημείωσε.
Στη συνέχεια της συζήτησης, ο Αλεξάντρ Ντεπλά τόνισε ότι ο πειραματισμός για έναν καλλιτέχνη, ο «κίνδυνος» στον οποίο θέτει τον ίδιο του τον εαυτό, είναι ζωτικής σημασίας για την εξέλιξη του. Εξίσου σημαντικό στοιχείο, όπως επεσήμανε, είναι η καλή συνεργασία με τον σκηνοθέτη, έτσι ώστε ο συνθέτης να νιώσει ελεύθερος να δημιουργήσει: «Όταν επιτευχθεί το καλλιτεχνικό δέσιμο με τον σκηνοθέτη, τότε ο συνθέτης βρίσκει τη ‘’φωνή’’ του και το στυλ που ταιριάζει με το ύφος της ταινίας. Πιστεύω ότι η ευρωπαϊκή μου ευαισθησία προσθέτει αρκετά στοιχεία στο ύφος της μουσικής που γράφω για τις ταινίες. Επιπλέον, η σχέση εμπιστοσύνης, όπως αυτή που έχω αναπτύξει με τον Ζακ Οντιάρ, μου δίνει μια ελευθερία πειραματισμού».
Σχολιάζοντας τη μουσική της ταινίας Sur mes levres / Πάνω στα χείλη μου του Ζακ Οντιάρ - έπειτα από την προβολή στο πλαίσιο του masterclass ενός ολιγόλεπτου αποσπάσματος του φιλμ - ο μουσικοσυνθέτης τόνισε ότι στη συγκεκριμένη ταινία έγινε προσπάθεια να συνδυαστούν δύο διαφορετικές αποχρώσεις συναισθημάτων σε μια μουσική και πρόσθεσε χαρακτηριστικά: «Η μουσική αλλάζει, μοιάζει με χαμαιλέοντα, καθώς γράφτηκε για να αποτυπώσει δύο είδη συναισθημάτων, το σασπένς και τον έρωτα, κάτι που είναι εμφανές ήδη από την πρώτη σεκάνς».
Αναφερόμενος στις διαφορές μεταξύ του αμερικάνικου και του ευρωπαϊκού κινηματογράφου από μουσική άποψη, ο κ. Ντεπλά τόνισε τα εξής: «Στην Αμερική η μουσική ακολουθεί τη δράση της ταινίας, ενώ στο ευρωπαϊκό σινεμά μουσικοσυνθέτες, όπως π.χ. ο Μορίς Ζαρ, προσπάθησαν να δημιουργήσουν μια γενικότερη ατμόσφαιρα μέσα στην ταινία, επιχείρησαν να πουν αυτό που βρίσκεται εκτός πλάνου, αυτό που υπάρχει στο μυαλό των χαρακτήρων».
Σε ερώτηση του κοινού για τους σκηνοθέτες που προτιμούν ηλεκτρονική μουσική ή ήδη ηχογραφημένα τραγούδια για τις ταινίες τους, όπως κάνει για παράδειγμα ο Κουέντιν Ταραντίνο, ο Αλεξάντρ Ντεπλά σημείωσε ότι κάθε σκηνοθέτης είναι ελεύθερος να επιλέξει το είδος της μουσικής που θα χρησιμοποιήσει στις ταινίες του. «Μερικοί σκηνοθέτες δεν θέλουν να συνεργαστούν με έναν μουσικοσυνθέτη διότι φοβούνται ότι εκείνος θα κλέψει κάτι από την ταινία τους, πράγμα που θεωρώ ανόητο. Από την άλλη μεριά, αυτό που κάνει ο Ταραντίνο, δηλαδή το να ‘’ντύνει’’ τις ταινίες του με επιτυχημένα μουσικά κομμάτια είναι σαφώς αποτελεσματικό για τον ίδιο», σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Ντεπλά. Πρόσθεσε, επίσης, ότι ο ίδιος επιδιώκει η μουσική που θα γράψει να μην παρεμβαίνει στη συνοχή μιας ταινίας ή να χειραγωγεί τον θεατή, αντιθέτως, όπως είπε, επιδίωξή του είναι να καθοδηγεί το συναίσθημα.
Απαντώντας σε ερώτηση του κοινού για το εάν θα έγραφε ποτέ μουσική πριν τα γυρίσματα μιας ταινίας, ο κ. Ντεπλά εξήγησε: «Μου αρέσουν οι κινούμενες εικόνες, οι ηθοποιοί, η δράση, η φωτογραφία. Είναι δύσκολο να γράψω μουσική χωρίς να δω πρώτα μια ταινία. Ο κινηματογράφος δεν είναι λογοτεχνία, έτσι ώστε να γράψω μουσική με βάση το σενάριο. Για παράδειγμα, ο Ένιο Μορικόνε και ο Σέρτζιο Λεόνε ήταν δύο καλλιτέχνες της ίδιας γενιάς και συνεργάζονταν μαζί, με αποτέλεσμα ο Μορικόνε να γράφει τη μουσική πριν από τα γυρίσματα της ταινίας. Αυτή η περίπτωση, όμως, ήταν μοναδική. Μου είναι δύσκολο να θυμηθώ παραδείγματα παρόμοιας τεχνικής από το νεότερο κινηματογράφο».
Με αφορμή την προβολή ενός ολιγόλεπτου αποσπάσματος από την ταινία Το κορίτσι με το μαργαριταρένιο σκουλαρίκι του Πίτερ Γουέμπερ, στην οποία ο Αλεξάντρ Ντεπλά έχει γράψει την μουσική, ο μουσικοσυνθέτης σημείωσε ότι η συγκεκριμένη σύνθεσή του στηρίζονταν στη χρήση «απαλών» οργάνων, όπως το φλάουτο και η βιόλα, προκειμένου να ταιριάζουν με την περίοδο του 17ου αιώνα στην οποία διαδραματίζεται το φιλμ. Τόνισε, επίσης, ότι το σημαντικό για έναν συνθέτη που γράφει μουσική για τον κινηματογράφο είναι ότι πρέπει να γνωρίζει πότε να χρησιμοποιεί ένα όργανο και πότε μια ορχήστρα. «Σε μια σκηνή της ταινίας Η απίστευτη ιστορία του Μπέντζαμιν Μπάτον ακουγόταν μια άρπα και το αποτέλεσμα ήταν θαυμάσιο. Ωστόσο, εάν είχαμε μόνο μια άρπα σε όλη την ταινία τότε θα είχαμε πρόβλημα», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ο Αλεξάντρ Ντεπλά αποκάλυψε στο κοινό ότι δεν έχει κλάψει ποτέ του κατά τη διάρκεια της σύνθεσης ενός μουσικού κομματιού. Αντίθετα, ο ενθουσιασμός και η εγρήγορση, όπως είπε, είναι τα συναισθήματα που τον κατακλύζουν. Παραδέχτηκε ακόμη ότι δεν βλέπει πάνω από μια φορά τις ταινίες για τις οποίες έχει γράψει τη μουσική, καθώς και ότι δεν επαναλαμβάνει ποτέ τα μουσικά κομμάτια που συνθέτει για ένα φιλμ σε κάποιο άλλο.
Σχολιάζοντας την ταινία Η γέννηση του Τζόναθαν Γκλέιζερ, ο βραβευμένος μουσικοσυνθέτης σημείωσε ότι συνεργάστηκε με τον κινηματογραφιστή επί 48 ώρες, προκειμένου να βρουν την κατάλληλη μουσική. Τη λύση έδωσε ο ίδιος ο σκηνοθέτης, ο οποίος του είπε ότι η ταινία είναι ένα παραμύθι. «Φαντάστηκα τότε ότι η πρωταγωνίστρια Νικόλ Κίντμαν είναι η πριγκίπισσα που έχασε τον πρίγκιπα της, πήγα στο πιάνο και βρήκαμε τη μουσική που θυμίζει το παραμύθι κινουμένων σχεδίων Φαντασία», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Ντεπλά και έπαιξε στο πιάνο για το κοινό ορισμένα χαρακτηριστικά μουσικά αποσπάσματα του φιλμ.
Ερωτώμενος σχετικά με το από πού πηγάζει η ενέργεια και η ευρηματικότητά του προκειμένου να γράφει συνεχώς νέα μουσικά κομμάτια, ο κ. Ντεπλά τόνισε ότι δεν υπάρχει μια συγκεκριμένη μεθοδολογία και συμπλήρωσε: «Είδα ένα βράδυ την ταινία Syriana στο Λος Άντζελες και την επόμενη ημέρα πετούσα για Γαλλία. Μέσα στο αεροπλάνο βρήκα το μουσικό θέμα της. Αλλά δεν είναι πάντα έτσι. Περνάω ατελείωτες ώρες προσπαθώντας να σκεφτώ τη μουσική που ταιριάζει σε μια εικόνα. Είναι σαν να... μαγειρεύεις μακαρόνια - όταν τα πετάξεις στον τοίχο και κολλήσουν ξέρεις ότι πέτυχαν. Έτσι είναι και με τη μουσική, όταν είσαι σίγουρος ότι “κολλάει” στην εικόνα», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Στο τέλος του masterclass, ο Αλεξάντρ Ντεπλά αποκάλυψε στο κοινό ότι θα ήθελε να γράψει μουσική για ελληνικές ταινίες, ωστόσο ακόμη δεν του έχει ζητηθεί συνεργασία από έλληνες σκηνοθέτες.