49ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
14-23 Νοεμβρίου 2008
ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΜΑΝΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ
Άνθρωπος της διανόησης, αλλά και των πράξεων, χάραξε την πορεία του πάνω στη χρυσή τομή που χωρίζει και ενώνει το γήινο ανθρώπινο ένστικτο και την καλλιτεχνική φύση. Με αστείρευτη δύναμη που μοιάζει να πηγάζει από έναν συνεχή διάλογο ήθους και τόλμης, σεμνότητας και πάθους, μέτρου και υπέρβασης, αγωνίστηκε για βαθύτερα πιστεύω και μεγάλα ιδανικά. Ίσως ακριβώς επειδή ταυτίστηκαν τόσο πολύ, απεγκλωβίστηκε πολύ νωρίς από αυτό που προοριζόταν να γίνει και αναδύθηκε μέσα από αυτό που επέλεξε να γίνει. Μπορεί η οινολογία να έχασε έναν εξαιρετικό επιστήμονα, ο κινηματογράφος όμως κέρδισε έναν αγωνιστή ιδεολόγο δημιουργό κι ένα πολύτιμο σύμμαχο.
Το 49ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης τιμά τον Μάνο Ζαχαρία μέσα από ένα πλήρες και αναδρομικό κινηματογραφικό αφιέρωμα προβάλλοντας το σύνολο του έργου του, ενός έργου που παρέμεινε για πολλά χρόνια άγνωστο στο ελληνικό κοινό. Ενός έργου με ρίζες ελληνικές, βάσεις σοβιετικές και ιδέες οικουμενικές. Συνολικά 11 ταινίες, 7 μεγάλου μήκους και 4 μικρού μήκους, θα προβληθούν στο πλαίσιο του αφιερώματος, δίνοντας στο κοινό την σπάνια ευκαιρία να ανακαλύψει τον κινηματογραφιστή Μάνο Ζαχαρία. Το 2004, το 45ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης τίμησε τον Μάνο Ζαχαρία με Χρυσό Αλέξανδρο για το σύνολο της προσφοράς του στον κινηματογράφο, προβάλλοντας μια απ’ τις καλύτερες δημιουργικές του στιγμές, την ταινία Ένας από το εκτελεστικό απόσπασμα. Είναι ωστόσο η πρώτη φορά που πραγματοποιείται παγκοσμίως πλήρης ρετροσπεκτίβα στο έργο του Μάνου Ζαχαρία, γεγονός που προσδίδει στο συγκεκριμένο αφιέρωμα ξεχωριστή σημασία, όχι μόνο για την ελληνική, αλλά και για την ρώσικη κινηματογραφία. Το αφιέρωμα θα συνοδεύεται από δίγλωσση ειδική έκδοση, την οποία επιμελείται ο Γιώργος Μπράμος.
Ο Μάνος Ζαχαρίας γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε χημεία με σκοπό να συνεχίσει την οικογενειακή παράδοση στην οινολογία. Ταυτόχρονα όμως σπούδασε θέατρο στη σχολή Ρώτα – Σαραντίδη, ακολουθώντας την κλίση του. Συμμετείχε στο φοιτητικό Κίνημα της Εθνικής Αντίστασης και στα Δεκεμβριανά υπήρξε επικεφαλής του φοιτητικού λόχου «Λόρδος Βύρων». Το 1945, χάρη στην περίφημη υποτροφία Μερλιέ που έστειλε στο Παρίσι νέους Έλληνες καλλιτέχνες και διανοούμενους, επιβιβάστηκε στο θρυλικό Ματαρόα και βρέθηκε στη Γαλλία για να σπουδάσει θέατρο. Ο Ζαχαρίας όμως, αποφασισμένος να γίνει κινηματογραφιστής, γράφτηκε στην IDHEC (Institut des Hautes Etudes Cinematographiques) και παράλληλα παρακολούθησε Ιστορία της Τέχνης στη Σορβόννη.
Με την ολοκλήρωση των σπουδών του, ξεσπά ο Εμφύλιος και επιστρέφει στην Ελλάδα όπου οργανώνει μαζί με τον Γιώργο Σεβαστίκογλου και τον Απόστολο Μουσούρη το κινηματογραφικό συνεργείο του Δημοκρατικού στρατού. Εκτός από επίκαιρα, ο Ζαχαρίας γυρίζει μαζί με τον Σεβαστίκογλου το 1949 και την πρώτη του ταινία - και μοναδική επί ελληνικού εδάφους - με τίτλο Η αλήθεια για τα παιδιά της Ελλάδας. Ταινία βαθιά πολιτική, που υπογραμμίζει τον κοινωνικό προβληματισμό του δημιουργού της, γυρίστηκε στο Γράμμο – Βίτσι και στις Λαϊκές Δημοκρατίες της Ουγγαρίας και της Τσεχοσλοβακίας και αποτελεί ουσιαστικά μια απάντηση στην προπαγάνδα για το λεγόμενο «παιδομάζωμα».
Μετά το Γράμμο, τον Οκτώβριο του 1949, ο Μάνος Ζαχαρίας βρίσκεται στην Τασκένδη όπου σπουδάζει στο Κρατικό Ινστιτούτο Θεάτρου. Το όνειρό του όμως παραμένει, ο κινηματογράφος. Παίρνει μέρος σε έναν πανσοβιετικό διαγωνισμό για σπουδές κινηματογράφου, προκρίνεται – ως ο μοναδικός μη σοβιετικός πολίτης – και καταλήγει στη Μόσχα και στη Μέκκα του σοβιετικού σινεμά, τη Μοσφίλμ. Καθηγητές του, ορισμένοι από τους κορυφαίους της κλασικής σοβιετικής κινηματογραφίας, ο Μιχαήλ Ρομ, ο Αλεξάντερ Ντοβζένκο, ο Σεργκέι Γιουτκέβιτς. Μετά την ολοκλήρωση της σχολής, μένει στα στούντιο της Μοσφίλμ, γυρίζει 10 ταινίες, ενώ από το 1971 έως το 1979- οπότε και επέστρεψε στην Ελλάδα - αναλαμβάνει και την καλλιτεχνική διεύθυνση του Tρίτου στούντιο.
Η αναδημιουργία της πατρίδας στη μεγάλη οθόνη, η μνήμη, η νοσταλγία, αλλά και η αγωνία για τις ιστορικές εξελίξεις, ακολουθούν τα κινηματογραφικά του βήματα. Τα οποία ξεκινούν στη Μοσφίλμ το 1959 με την μικρού μήκους ανθρωποκεντρική ταινία του, Πρωινό δρομολόγιο που βασίζεται στο διήγημα του Μενέλαου Λουντέμη.
Ένα χρόνο αργότερα, ο Ζαχαρίας μεταμορφώνει το λιμανάκι της Κριμαίας σε ελληνικό νησί και δίνει στη Μαύρη θάλασσα, φως Αιγαίου με τους Σφουγγαράδες, μια ελεύθερη διασκευή από το διήγημα του Ν. Κάσδαγλη Ο Μηχανικός. Η ταινία κόβει 18 εκατομμύρια εισιτήρια στην πρώτη της προβολή, μόνο στις μεγάλες πόλεις.
Τα μαθήματα του Ντοβζένκο για την μεταφορά λογοτεχνικών έργων στην μεγάλη οθόνη, βρίσκουν για ακόμη μια φορά εφαρμογή στην κινηματογραφική πορεία του Μάνου Ζαχαρία το 1962 με την ταινία Νυχτερινός Επιβάτης, που βασίστηκε σε διήγημα του Μωρίς Πονς. Ο ίδιος ο Ζαχαρίας πρωταγωνιστεί στον ρόλο ενός Αλγερινού που προσπαθεί να φύγει παράνομα από το Παρίσι προς τον Νότο. Μέσα από την διαπροσωπική σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στον παράνομο αλγερινό και τον οδηγό που τον φυγαδεύει, ο σκηνοθέτης σχολιάζει μια από τις πιο ταραγμένες περιόδους της σύγχρονης γαλλικής ιστορίας.
Και συνεχίζει να καταγγέλλει την ποδηγέτηση των ιδεών, την καταπίεση, την ανελευθερία, είτε πρόκειται για τον πόλεμο της Αλγερίας, είτε για τον Ισπανικό Εμφύλιο, είτε για τα δραματικά ιστορικά γεγονότα στην Ελλάδα, πάντα με άξονα τον άνθρωπο. Κι από τον πόλεμο της Αλγερίας, το 1963, ο Ζαχαρίας επιστρέφει σε θέμα ελληνικό και στην γερμανοκρατούμενη Κρήτη, με την μεγάλου μήκους ταινία του Τέλος και Αρχή ή Το σταυροδρόμι. Συνεργάζεται γι ακόμη μια φορά με τον Σεβαστίκογλου, σε μια ιστορία που διαδραματίζεται με φόντο την Κρήτη μετά την απόβαση των Γερμανών και πρωταγωνιστές μια ετερόκλητη ομάδα ανθρώπων που παλεύουν για επιβίωση.
Το 1966 γυρίζει το Είμαι φαντάρος, Μητέρα, την πρώτη από τις δυο ταινίες του με θέμα σοβιετικό (Η πόλη της πρώτης αγάπης, είναι η δεύτερη). Η ταινία παρακολουθεί τους πρώτους μήνες της στρατιωτικής θητείας νέων παιδιών και την αναγκαστική μετάβασή τους σε έναν κόσμο υπακοής και συμμόρφωσης, συμπόνιας και συνενοχής.
Το 1968 ο Μάνος Ζαχαρίας βασίζεται σε μια ιδέα του Σεβαστίκογλου και γράφει μια από τις καλύτερες κινηματογραφικές του στιγμές, με την ταινία Ένας από το εκτελεστικό απόσπασμα. Ο σκηνοθέτης παρακολουθεί τα δραματικά ιστορικά γεγονότα που εξελίσσονται στην Ελλάδα μετά το πραξικόπημα της Χούντας και με ωριμότητα και ευφυή χρήση συμβολικών στοιχείων, αφηγείται την ιστορία ενός φαντάρου που αρνείται να μετάσχει σε ένα εκτελεστικό απόσπασμα. Το ευρηματικό σεναριακό κλειδί που ξεδιπλώνει τα ηθικά διλήμματα των ηρώων και το νόημα των πράξεων και των μη πράξεών τους, προκύπτει απ’ την αντίστιξη των χαρακτήρων: Του αντιρρησία, με έναν απ’ τους στρατιώτες που πυροβόλησαν και την εσωτερική πάλη που βιώνει ο δεύτερος μετά την εκτέλεση.
Το 1970 ο Ζαχαρίας σκηνοθετεί τα πέντε από τα εφτά επεισόδια της σπονδυλωτής ταινίας Η πόλη της πρώτης αγάπης (τα άλλα δυο, γυρίστηκαν από τον Μπορίς Γιάσιν). Η ταινία εξιστορεί ιστορίες αγάπης που διαδραματίζονται σε διαφορετικές εποχές στο Στάλινγκραντ, από το 1919, τότε που ονομαζόταν ακόμα Τσαρίτσιν, έως το 1970, όταν γυρίστηκε η ταινία.
Δυο χρόνια αργότερα, μεσούσης της δικτατορίας στην Ελλάδα, ο Μάνος Ζαχαρίας γυρίζει στη Μοσφίλμ την ταινία Γωνία Αρμπάτ και Μπουμπουλίνας. Ο δημιουργός ακολουθεί την ζωή του ήρωά του - ενός Έλληνα σκηνοθέτη στη Μόσχα - μια ζωή άρρηκτα δεμένη με την σύγχρονη ελληνική ιστορία, την κατοχή και την αντίσταση, από τα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια έως την δικτατορία των Συνταγματαρχών.
Η κινηματογραφική πορεία του συνεχίζεται το 1974 με την μικρού μήκους ταινία Ποιος φταίει; - που γυρίστηκε ύστερα από παραγγελία της Τροχαίας της Μόσχας - και ολοκληρώνεται το 1977 με την μεγάλου μήκους Ψευδώνυμο Λούκατς, που διηγείται τους τελευταίους μήνες της ζωής του Ούγγρου συγγραφέα Μάτε Ζάλκα, πολιτικού εξόριστου στη Σοβιετική Ένωση, ο οποίος πολέμησε στην Ισπανία το 1936 με το ψευδώνυμο Λούκατς. Γυρισμένη με την πεποίθηση ότι ο Ισπανικός Εμφύλιος θα μείνει στην ιστορία σαν ένα φωτεινό παράδειγμα διεθνούς αλληλεγγύης και συμπαράστασης, η ταινία είναι ένας φόρος τιμής σε όλους αυτούς που άφησαν την τελευταία τους πνοή μακριά από τις πατρίδες τους, πολεμώντας για μεγάλα ιδανικά.
Παράλληλα με την πορεία του μέσα στα κινηματογραφικά πλατό, ο Μάνος Ζαχαρίας, ξεχωρίζει και για τις διοικητικές του ικανότητες, που αναδεικνύονται μέσα από υπεύθυνες και δημιουργικές θέσεις. Ξεκινά αρχικά ως βοηθός του Μιχαήλ Ρομ και μετά το θάνατο του δασκάλου του, τον διαδέχεται στην καλλιτεχνική διεύθυνση του Tρίτου στούντιο της Μοσφίλμ. Το 1979 ο Ζαχαρίας επιστρέφει στην Ελλάδα και το 1982, ύστερα από πρόταση της Μελίνας Μερκούρη, αναλαμβάνει να αναμορφώσει το πλαίσιο λειτουργίας του ελληνικού κινηματογράφου. Συμβουλεύει, νομοθετεί, αλλάζει το κινηματογραφικό τοπίο, γίνεται ο πατέρας του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου. Από το 1982 και για τα επόμενα εφτά χρόνια διατελεί Σύμβουλος Κινηματογραφίας του υπουργείου Πολιτισμού και από το 1987 Πρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου. To 1994 ανέλαβε επικεφαλής του γραφείου παρακολούθησης Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων της ΕΡΤ Α.Ε., ενώ τα τελευταία χρόνια είναι σύμβουλος του Προέδρου της ΕΡΤ σε θέματα κινηματογραφίας.
Ο ελληνικός κινηματογραφικός κόσμος γνώρισε τον Μάνο Ζαχαρία μέσα από το πολύτιμο νομοθετικό του έργο. Το 49ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης δίνει την ευκαιρία στο κοινό να ανακαλύψει τον κινηματογραφιστή Μάνο Ζαχαρία και να επαναπροσεγγίσει την ιστορία της νεότερης Ελλάδας μέσα από την ματιά ενός Έλληνα πολιτικού πρόσφυγα, ενός πολίτη του κόσμου.
Φιλμογραφία Μάνου Ζαχαρία
1947 Σύλληψη επ' αυτοφόρω
1948 Η αλήθεια για τα παιδιά της Ελλάδας
1959 Πρωινό Δρομολόγιο
1960 Οι σφουγγαράδες (Lovtsi goubok)
1962 Νυχτερινός Επισκέπτης
1963 Τέλος και Αρχή ή Το σταυροδρόμι (Konets I Natsalo)
1966 Είμαι φαντάρος, Μητέρα (Ja soldat mama) (
1968 Ο εκτελεστής- Ένας από το εκτελεστικό απόσπασμα (Karatel)
1970 Η πόλη της πρώτης αγάπης (Gorod pervoi lioubri) σπονδυλωτή
1972 Γωνία Αρμπάτ και Μπουμπουλίνας (Na yglou Arbata I ylitsi Bouboulinas)
1974 Ποιος Φταίει;
1977 Ψευδώνυμο Λούκατς (Psevdonim Loukats)